Τσιμούχα αποκαλείται τοσο το είδος κουρελιού που χρησιμοποιείται για στεγανοποίηση σωληνώσεων και άλλες βιομηχανικές χρήσεις, όσο και ο δακτύλιος στεγανοποίησης για κινητήρες. Εκ του ιταλικού cimosa (ούγια υφάσματος).

Σλανγκιστί, μωρή τσιμούχα αποκαλείται υποτιμητικά τόσο η άσχημη και συνήθως ξερακιανή γυναίκα (Βλ. πατσα(β)ούρα, λινάτσα) όσο και ο εν γένει σπασαρχίδης άνδρας.

- Τι θα μου πάρεις για δώρο μπουμπούκο μου;
- Μια φλάντζα.
- Γιατί, καλέ;;;
- Τι άλλο δηλαδή να σου πάρω μωρή τσιμούχα; Μπη στα διάλα από δω!

Για του λόγου το αληθές, καθαρίζει δονητές-- και; (από knasos, 01/12/08)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
slangprof

Με γάμησες! Το άνοιξα στη δουλειά και γαμήθηκα να γελάω... Πάρε και τα σχετικά άστρα.

#2
Vrastaman

:-)

#3
Αλάριχος Τεκέλογλου

Καραγαμάτο! Και τι βιντεάκι... ωωω, τι βιντεάκι ήταν αυτό!

#4
Jonas

#5
johnblack

Τρελαίνομαι για το υποκοριστικό τσιμουχάκι (συνηθέστερο στον πληθ. τσιμουχάκια), που χρησιμοποιούν οι μάστορες και όλοι εκείνοι οι κλασικοί έλληνες που και καλά μπορούν ανά πάσα ώρα να σου κάνουν βίδες ένα μηχανάκι και να το ξαναστήσουν....