Η βρώμα από την (συνήθως αθόρυβη) κλανιά κάποιου.
- Ρε μαλάκες ποιος έκλασε; Μου μυρίζει κλανίλα!
Η βρώμα από την (συνήθως αθόρυβη) κλανιά κάποιου.
- Ρε μαλάκες ποιος έκλασε; Μου μυρίζει κλανίλα!
Βλ. και σχετικό λήμμα κωλίλα
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
0 σχόλια