1. Ο ανήκων σε κίνημα διανόησης που άρχισε τον 19ο αιώνα και επεδίωκε την ανάπτυξη της Ρωσίας με αξίες και θεσμούς που θα αντλούνταν από την πρώιμη Ιστορία της. Κυρίως την σλαβική συνοδικότητα-κοινότητα (σαμπόρνοστ) και πρώιμη κοινοκτημοσύνη, τις αξίες της αγροτικής ζωής και την ορθοδοξία. Αποτέλεσε πρόδρομό του, αλλά δεν ταυτίζεται με τον πανσλαβισμό, που επεδίωκε την ένωση όλων των Σλάβων.

Αντώνυμα: Δυτικόφιλος, σλαβοφοβικός.

  1. Ένας τύπος Νεοέλληνα ή Ελληνάρα, που ελκύεται ειδικά από τα σλαβικά χαρακτηριστικά, κατά το «τα ετερώνυμα έλκονται». Ειδικοί πόλοι έλξης είναι:
  • Το λείο, φυσικώς άτριχο κι ανοιχτόχρωμο δέρμα.
  • Τα ξανθά μαλλιά - αλλά όχι απαραίτητα. Βλ. λήμμα ξανθόν γένος, το.
  • Τα έντονα μήλα.
  • Η μη (θεωρούμενη) κρυάδα - κρυοκωλίτιδα των δυτικών.
  • Μια θελκτική θηλυκότητα (σε αντίθεση με την (πάλι θεωρούμενη) αποθηλυκοποίηση της γυναίκας στην Δύση).
  • Ως πουτσάναμμα μπορεί να λειτουργήσει μια ενδεχόμενη μιγαδοποίηση με ασιάτικα φύλα, οπότε έχουμε σλαβοτατάρα, με όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, αλλά και με μια δόση παραπάνω σχιστά μάτια και μογγόλικα χαρακτηριστικά (με την καλή έννοια).
  • Ως εξαίρετο πουτσάναμμα, όμως, είναι το αν η εν λόγω Σλάβα έχει σχέση με τις καλές τέχνες του χορού και της μουσικής, αν είναι μπαλαρίνα, πατινέρ, σολίστ ή αθλήτρια ενόργανης γυμναστικής κατά τα σοβιετικά πρότυπα.
  • Το ότι οι Σλάβες δεν έχουν ούτε τις υπερβολικές καμπύλες των μεσογειακών, ούτε τα θεωρούμενα «αγροτικά χαρακτηριστικά» των Σκανδιναβών.
  • Στην περίπτωση ορισμένων σλαβικών εθνών και η ορθοδοξία, που λειτουργεί ως πόλος έλξης για τους αγριοχρίστιανους Ελληνάρες.
  • Το ότι ο Ελληνάρας έχει την ευχέρεια να το παίξει Γκρήκ λόβερ με τρίχα για πουλόβερ χωρίς να φάει ήττα από την ξένη γκόμενα, γιατί η Ελλάδα δεν προσαρμόζεται με τις ευρωπαϊκές οδηγίες, και γενικά χωρίς να αισθανθεί αίσθημα μειονεξίας.

Συνώνυμα: Ο Επιμένων ΣλαβοΝΙΚΑ.

Ο σλαβολάγνος αποτελεί την σεξουαλική διαστροφή άνδρα που ερεθίζεται απλώς και μόνο από την κατάληξη του ονόματος σε -όβα, ή από την βαριά προφορά των -ν και -λ σε -nj και -lj (λ.χ. «Μωρούλjι μου!»), ακόμη κι αν η εν λόγω Σλάβα είναι εμφανισιακώς χειρότερη κι από Ελλεεινίδα. Είναι ο τύπος που μια γυναίκα τον έχει στο τσεπάκι της, απλώς και μόνο αν του πει ότι ονομάζεται Σβετλάνα.

Αντώνυμα: Δυτικόφιλος, μεσογειακόφιλος, σκανδιναβόφιλος, λατινόφιλος, ο Επιμένων Ελληνικά, σλαβοφοβικός.

- Την ρώτησα και για το ονοματάκι της. - Και, και; Τι έγινε;
- Τι να γίνει; Δεν τέλειωνε σε -οβα! Αυτό ήταν! Δεν μπορούσα να καυλώσω με τίποτα!
- Αθεράπευτος σλαβόφιλος είσαι ρε φίλε! Δηλαδή, αν δεν λέγεται «Σβετλάνα» η κοπέλα δεν σου κάνει;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
GATZMAN

Διέπρεψες

Καρασπέκ

#2
xalikoutis

είσαι Τρομερός