Ξεκινάω με τις από καρδιάς ευχαριστίες στο φίλο Gizaha για το πολύ καλό λήμμα. Thanks.

O Καπετανάκης του τραγουδιού «Δεν ξανακάνω φυλακή με τον Καπετανάκη» (Παράρτημα/χώρος παραδειγμάτων) ήταν διευθυντής των φυλακών της Παλιάς Στρατώνας, κατά τη δεκαετία του '30 . Οι φυλακές αυτές βρίσκονταν στο Μοναστηράκι και, μαζί με τις φυλακές του Ναυπλίου και του Γεντί Κουλέ, ήταν οι γνωστότερες της εποχής. Με αυτόν τον Καπετανάκη φαίνεται να «τα μίλησε/συμφώνησε» ο ήρωας του τραγουδιού, για να μην ξαναμπεί στη φυλακή.

Στο τραγούδι αυτό εκφράζεται το παράπονό του ήρωα για την ύβρη του διευθυντή προς τη μάνα του (την «πότισες φαρμάκι»), της οποίας το ήθος προφανώς θα αμφισβήτησε ο διευθυντής σε κάποιο επισκεπτήριο, εξ ου και η εξήγηση για το υπονοούμενο περί «μελιτζανιών» (εσωρούχων που φορούσαν οι πόρνες). Στις αρχές του 20ου αιώνα, οι πόρνες χρησιμοποιούσαν, για αντισηπτικό, διάλυμα υπερμαγγανικού καλίου, το οποίο έχει χρώμα μοβ. Για να μη φαίνονται οι λεκέδες στα εσώρουχα, χρησιμοποιούσαν υφάσματα σε χρώμα μελιτζανί. Έτσι η φράση «τα μελιτζανιά να μην τα βάλεις πια» σημαίνει «δε θα είσαι πια πόρνη και δεν θα φοράς μελιτζανιά εσώρουχα».

Και πάμε τώρα στην αρχική σημασία της λέξης ντούγκλα. Παρόλο που η λέξη φέρνει λεκτικά στη λέξη μπούκλα, εντούτοις δεν παίζουν έτσι τα πράγματα.

Αρχικά ο στίχος ήταν «που 'χει Ντούγκλας το μουστάκι» και εννοούσε ότι έχει μουστάκι σαν το μουστάκι του ηθοποιού Douglas Fairbanks. (Αυτός γεννήθηκε το 1883 στο Ντένβερ του Κολοράντο και μεσουρανούσε όταν γράφτηκε το τραγούδι. Πέθανε το 1939. Η φωτογραφία στο λινκ είναι προσφορά στους τριχοφοβικούς φίλους.) Το μουστάκι α λα Fairbanks Douglas είναι λεπτότριχο και μακρύ (βλ. φωτογραφίες).

Η γνώση των αγγλικών εκείνη την εποχή ήταν μηδαμινή κι έτσι το Ντάγκλας έγινε εύκολα Ντούγκλας. Αργότερα το Ντούγκλας έγινε Ντούγκλα.

Κατά μια λιγότερο ισχυρή εκδοχή, γίνεται αναφορά στην αλοιφή «Douglas» που χρησιμοποιούσαν οι τότε ρεμπέτες ως ζελέ για τα μαλλιά και το μουστάκι. Πιθανά να παντρεύτηκαν οι δυο παραπάνω περιπτώσεις και επ' ευκαιρία να βρήκε τρόπο να διαφημιστεί κι η κρέμα αυτή.

Η σημαντικότερη λοιπόν εκδοχή αυτής της πρωταρχικής σημασίας ήταν: μουστάκι α λα Fairbanks Douglas. Ωστόσο όμως, με την πάροδο του χρόνου, ο ζωντανός χαρακτήρας της γλώσσας έχει προσδώσει στη λέξη επιπρόσθετες σημασίες, ώστε η γλωσσική χρήση του όρου να μπορεί να εξυπηρετεί και πρόσθετες γλωσσικές χρηστικές ανάγκες.

Έτσι κάποιοι που αγνοούν την προέλευση της, λόγω της παρεμφερούς λεκτικής μορφής της με τη λέξη μπούκλα, τη χρησιμοποιούν για φουντωτά μπουκλοειδή μουστάκια (καθ' όλο το μήκος τους/στα άκρα τους, βλ. παράδειγμα 1).

Κάποιοι άλλοι μπορούν να συνδέσουν την αγριότητα του Καπετανάκη με το τσιγκελωτό μουστάκι, ή με το μουστάκι που έχει γυριστές τις άκρες του.

Πολλές φορές ακόμα, δε χρησιμοποιείται η λέξη για να περιγράψει τον τύπο ενός μουστακιού, αλλά μέσω των λέξεων-κλειδιών του τραγουδιού (φυλακή, Καπετανάκης, κλπ) και του κλίματος της εποχής (στο οποίο δημιουργήθηκε το τραγούδι), μπορεί να παραπέμψει εμφατικά στα παρακάτω χαρακτηριστικά που μπορεί ενδεχομένως να χαρακτηρίζουν κάποιον μουστακοφόρο. Μπορεί λοιπόν να παραπέμψει:

α) Στην αγριόφατσα, ή/και στο σκληρό-αγριωπό και αρρενωπό χαρακτήρα ενός μουστακοφόρου. (Ωστόσο πολλές φορές ένα τέτοιο λουκ μπορεί να λειτουργεί ως φερετζές του πούστη, βλ. παράδειγμα 2).

β) Σε μαγκιά (πραγματική ή τεχνητή, δες εδώ αλλά και στο παράδειγμα 3).

γ) σε κάποιον μουστακοφόρο που το στυλ του μας κάνει εντύπωση. (Το μουστάκι του για παράδειγμα μπορεί να παραπέμπει στην εποχή που δημιουργήθηκε το τραγούδι, συμβάλλοντας τα μέγιστα στο σχηματισμό της εντύπωσης αυτής, βλ. παράδειγμα 4.)

Θα μπορούσαμε τέλος να αναφερθούμε σε γυναίκες που έχουν έντονη τριχοφυΐα μεταξύ μύτης και στόματος (μουστάκι λάιτ, βλ. παράδειγμα 5), στοιχείο που αντιτίθεται στη θηλυκότητα μιας γυναίκας.

Κλείνοντας, ζητώ συγνώμη από την Μαρία την όμορφη, που μπορεί να διαβάσει για άλλη μια φορά ένα θέμα που αφορά τριχοφυΐα.

Από φόρουμς
1. [...] από σήμερα υιοθετούμε το στυλ «με τον Καπετανάκη που 'χει ντούγκλα το μουστάκι, ή μπούκλα στο μουστάκι».
Δες

  1. Μην ανησυχείτε, υπάρχουν άντρες που έχουν ντούγκλα το μουστάκι και έχουν τα μπράτσα πέτρες κι όμως την αρμέγουν την σαύρα...
    Δες

  2. Εξετάστηκε από το ΚΥΣΕΑ (Κυβέρνηση Σεσημασμένων Αμερικανοτσολιάδων σύμφωνα με παλαιότερη ρήση του Τζιμάκου) η πρόταση του υπουργού Εθνικής Αυτοϊκανοποίησης Βαγγέλα Μεϊμαράκη που 'χει ντούγκλα το μουστάκι για την αντιμετώπιση της «λειψανδρίας» στα ελληνικά στρατά. Ο υπουργός καταχειροκροτούμενος από νεολαίους της ΟΝΝΕΔ και τους ΛΑΟΣ που είχαν προσκληθεί στα πλαίσια του διαλόγου με την νέα γενιά για το εν λόγω ζήτημα, πρότεινε το παιδομάζωμα όλων των αγοριών ηλικίας 13–18 ετών.
    Δες

  3. Α ωραία... Ξέρω μια καλή καφετέρια (ή καφετερία, όπως έλεγε η προγιαγιά μου) Σολωμού και Γ' Σεπτεμβρίου, δίπλα στον Ερυθρό Σταυρό, δυο βήματα από τον ΟΚΑΝΑ. Ό,τι πρέπει για συνάντηση! Εκεί θα δούμε και τον Καπετανάκη, που 'χει ντούγκλα στο μουστάκι. Ειδάλλως, θα αναγκαστούμε να πάμε στο Μοναστηράκι. Κλαψ!
    Δες

  4. Αλλά... ούτε μια κουβέντα για τα φιλιά στις θείες με τη ντούγκλα στο μουστάκι.
    Δες

Παράρτημα

Δεν ξανακάνω φυλακή με τον Καπετανάκη

Δεν ξανακάνω φυλακή
με τον Καπετανάκη που 'χει ντούγκλα στο μουστάκι
τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε

Τη δόλια τη μανούλα μου
την πότισες φαρμάκι
αχ εσύ Καπετανάκη τα μελιτζανιά να μη τα βάλεις πια

Ξυπνώ και βλέπω σίδερα
στη γη στερεωμένα
τα παιδάκια τα καημένα
τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε

Στίχοι: Πάνος Μιχαλόπουλος
Μουσική: Λεονάρδος Μπουρνέλλης
Πρώτη εκτέλεση: Πάνος Μιχαλόπουλος

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Hank

Αυτό είναι στην κυριολεξία: Όλα τα σπέκια του ντουνιά!!!

ΚΑΙ αυτό το είχα απορία χρόνια πολλά, υποψιαζόμουν ότι το σωστό είναι ντούγκλα και όχι μπούκλα (η αρχή της lectio difficilior), αλλά δεν ήξερα γιατί! Καταπληκτική τραγουδάρα, την βάζει κάτω την Roxanne των Police. «Τα μελιτζανιά να μην τα βάλεις πια», πολύ καλύτερο από «You dont have to put on the red light»

#2
GATZMAN

Μιλ μερσί
Ο Παναγίωτης Μιχαλόπουλος ...δύναμη ε; Και εχει και το ίδιο ονοματεπώνυμο με τον ηθοποιό τον Πάνο, τον πρώην της Ρούλας.... ξέρεις.

#3
slangprof

Καρασπέκ! 5 άστρα είναι λίγα. Να υποθέσω ότι έπαιξε απίστευτο research.

#4
Επισκέπτης

Τι research! Εδώ μιλάμε για πραγματεία! Μια λεπτομέρεια.
Υποθέτω ότι αν είναι όπως το εξηγείς, λέμε «έχει ντούγκλα το μουστάκι», ενώ μόνο αν ήταν από την κρέμα θα λέγαμε «στο μουστάκι». Και μετά βέβαια έγινε «μπούκλα στο μουστάκι»...

#5
GATZMAN

Εντάξει υπήρχαν ψιλομεταβολές στους στοίχους, όπως γίνονται και σε άλλα τραγούδια.Εσκεμμένες ή μη.Ενα χαρακτηριστικό τραγούδι προ δεκαετίας +, ήταν αυτό της Σαρρή, που στην αρχική version απο την τραγουδίστρια ο στίχος πήγαινε:Τι είχαμε τι χάσαμε ψωλέω σε ξεχάσαμε. Λίγο μετά σε νέα version από την ίδια τραγουδίστρια ο στίχος έγινε:Τι είχαμε τι χάσαμε στο λέω σε ξεχάσαμε.Προφανείς οι λόγοι.

#6
Vrastaman

Πάρε πέντε!
(με την σλανγκική όμως έννοια!)

#7
GATZMAN

και στο χέρι πάρα δέκα στο άλλο χέρι

Μερσώ
Μπέρναρ Σω

#8
Desperado

Να προσθέσω και εγώ με τη σειρά μου τα βαθύτατα σπέκια και τους αναλογούντες αστερίες (να σκεφτούμε πιθανώς την κατάταξη σε ένα Best of, ένα Πάνθεον λημμάτων/ορισμών;).

Όπως πάντα εμπεριστατωμένος και αναλυτικότατος Gatz. Τα σέβη μου.

#9
knasos

Ορισμός ξενοδοχείο μυριάδων αστέρων (μόνο δέκα γίνεται αλλά και τα υπόλοιπα τα αξίζεις!)

#10
GATZMAN

Ευχαριστώ σούμ (ευχαριστώ πολύ στα Αρβανίτικα)

#11
poniroskylo

Μια παρατήρηση, αν μου επιτρέπεται. Η εκδοχή ότι τα μελιτζανιά αναφέρονται στα εσώρουχα που φορούσαν οι πόρνες είναι μία από πολλές και δεν είμαι βέβαιος ότι αυτήν είχε κατά νου ο ποιητής εν προκειμένω. Μια άλλη εκδοχή είναι ότι τα μελιτζανιά είναι τα πένθιμα σκούρα ρούχα - και με τη σημασία αυτή συναντούμε τη λέξη σε δυο παραδοσιακά τραγούδια, ένα που λέγεται «Μελιτζανιά» και στο «Κυρ Κωστάκη έλα κοντά» που έχει τραγουδήσει και ο Νταλάρας (περισσότερα στο stixoi.info). Ίσως να εύχεται ο ποιητής δηλαδή να μην ξαναπενθήσει η μάνα του. Αλλά, μελιτζανιά έλεγαν λόγω του χαρακτηριστικού τους χρώματος και τα ρούχα των φυλακισμένων, τη στολή της φυλακής, και με τη σημασία αυτή, νομίζω, χρησιμοποιείται η λέξη στο «Δεν ξανακάνω φυλακή». Ο συγκεκριμένος στίχος υπάρχει και ως «τα μελιτζανιά να μην τα βάλ-ω πια», το ρήμα σε πρώτο πρόσωπο, και έτσι βγάζει νόημα κατευθείαν - δεν ξανακάνω φυλακή, δεν ξαναφοράω τη στολή της φυλακής.

Όλα αυτά, βέβαια, δεν αφαιρούν τίποτε από την εμπεριστατωμένη ανάλυση του κυρίως λήμματος, της ντούγκλας.

#12
GATZMAN

Σε ευχαριστώ πολύ για τις διαφωτιστικότατες παρατηρήσεις.
Η εκδοχή της χρήσης των μελιτζανιών ως πένθιμων ρούχων φαντάζομαι πως θα πρέπει να συσχετίζεται κατά κάποιον τρόπο με τον πένθιμα χαρακτήρα του μοβ χρώματος(π.χ:μοβ κορδέλες στα στεφάνια)
Την άλλη εκδοχή την είχα βρεί κι εγώ σα δεύτερη εκδοχή με αυτή που αναφέρω, αλλά στα πλαίσια του φιλτραρίσματος της πληροφορίας δεν την ανέφερα γιατί α)δεν συσχετιζόταν (άμεσα τουλάχιστον) με τα...περί πορνείας της μητέρας, που διάβασα και β) αγνοούσα τη φράση:«τα μελιτζανιά να μην τα βάλ-ω πια».
Σε ευχαριστώ και πάλι τόσο για τη συμβολή σου για αυτά τα συμπληρωματικά ως προς το κυρίως λήμμα της ντούγκλας στοιχεία, όσο και για τα καλά σου λόγια για το κυρίως λήμμα.

#13
baznr

Το νταγλαράς να έχει άραγε την ίδια ρίζα;

#14
GATZMAN

Οχι απ' ότι ξέρω. Η λέξη αυτή, προέρχεται από την τούρκικη λέξη dag (βουνό) και σημαίνει: ψηλός και άχαρος

#15
baznr

Αα! Δεν το χώνεις τότενες;

#16
GATZMAN

Πάρτο αν θες

#17
Ο ΑΛΛΟΣ

Σε όσα λέει το Πονηρόσκυλο, έχω να προσθέσω το εξής:

Είναι πιθανόν ο ποιητής να μην είχε κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό του. Ο «Καπετανάκης» είναι γραμμένος με τεχνοτροπία δημοτικού τραγουδιού. Δεν αποκλείεται μάλιστα να είναι και όντως δημοτικό - άσχετα από τα κρέντιτς. Αποτελείται από δύο δεκαπεντασύλλαβα δίστιχα:

α) [I]Δεν ξανακάνω φυλακή με τον Καπετανάκη,
τη δόλια τη μανούλα μου την πότισε φαρμάκι[/I].

β) Ξυπνώ και βλέπω σίδερα στη γη στερεωμένα,
... [ο δεύτερος στίχος κόπηκε για λόγους διάρκειας, το πιθανότερο].

Όλα τα υπόλοιπα δεν είναι κυρίως ειπείν στίχοι, είναι τσακίσματα. Τσάκισμα είναι ένα σύντομο ποιητικό κειμενάκι, από απλό «βρ' αμάν αμάν» μέχρι ένα δίστιχο, που παρεμβάλλεται ανάμεσα στο κυρίως ποιητικό κείμενο του τραγουδιού. Τα τσακίσματα εξυπηρετούν κυρίως τη μουσική, δηλαδή συμπληρώνουν τους στίχους έτσι ώστε να καλύπτουν ολόκληρη τη μελωδική φράση. Η νοηματική τους συνάφεια έρχεται σε δεύτερη μοίρα, και πολλές φορές δεν υπάρχει καν.

Σύντομα διστιχάκια όπως «τα μελιντζανιά / να μην τα βάλεις πια», «πάλι τα 'βαλες / πάλι μας μάρανες», «τα μιλήσαμε / τα συμφωνήσαμε», «δεν ξαναπερνώ / το έρημο στενό», «πάπια του γιαλού / μην αγαπάς αλλού» κλπ., χρησιμοποιούνται ως τσακίσματα σε πλήθος δημοτικά τραγούδια, όπως ο «Κυρ Κωστάκης» που αναφέρθηκε πιο πάνω, ή ως κυρίως στίχοι σε άλλα. Δεν ανήκουν όμως σε κάποιο συγκεκριμένο τραγούδι, είναι πασπαρτού.

Ο ποιητής, όταν λέει «δεν ξάνακάνω φυλακή... τα μιλήσαμε τα συμφωνήσαμε», μας επιτρέπει να εννοήσουμε, αν θέλουμε, ότι ο ήρωας τα συμφώνησε με τον Καπετανάκη να μην ξαναπάει φυλακή, ή ότι τα συμφώνησε με κάποιον άλλο να μην ξαναπάει φυλακή με τον Καπετανάκη, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιβάλλει μια τέτοια ερμηνεία ως μοναδική. Μπορεί κάλλιστα να σημαίνει απλώς «Δεν ξαναπάω φυλακή με τον Καπετανάκη, τραλαλά τραλαλά». Αυτό γίνεται σαφέστερο από το άλλο σημείο όπου ξαναέχει το ίδιο τσάκισμα: Στο «Ξυπνώ και βλέπω σίδερα... τα μιλήσαμε τα συμφωνήσαμε», τι να μιλήσεις και τι να συμφωνήσεις;

Οι φράσεις «Που 'χει ντούγκλα το μουστάκι», «Αχ εσύ Καπετανάκη» και «Τα παιδάκια τα καημένα» είναι επίσης τσακίσματα. Εδώ όμως δεν είναι νοηματικώς ανεξάρτητα.

Το σημείο όπου λέει «Τη δόλια τη μανούλα μου την πότισες φαρμάκι / αχ εσύ Καπετανάκη» είναι εξευγενισμένη εκδοχή του «...ρουφιανιά Καπετανάκη». Εκεί όμως έχει παιχτεί το εξής: κανονικά ο στίχος λέει «πότισε», όχι «πότισες», για να στέκει συντακτικά το δίστιχο (αυτό που μένει αν αφαιρέσουμε τα τσακίσματα, βλ. πιο πάνω). Οπότε, ενώ ο αφηγητής μιλούσε για τον Καπετανάκη χωρίς να απευθύνεται σ' αυτόν άμεσα, ξαφνικά αγανακτισμένος αναφωνεί «Ρουφιανιά Καπετανάκη!». Όμως, καθώς το τραγούδι πέρασε μέσα από διάφορα χαλασμένα τηλέφωνα, κάποιος θεώρησε ότι αφού μιλάει στον Καπετανάκη και τον λέει ρουφιανιά, άρα και προηγουμένως σ' αυτόν μίλαγε, και του έλεγε «την πότισες». Δηλαδή, συνάπτει το στίχο «Τη δόλια τη μανούλα μου την πότισε[ς] φαρμάκι» με το τσάκισμα «Ρουφιανιά Καπετανάκη» σαν όλο αυτό να ήταν μία πρόταση, ενώ η σωστή σύναψη είναι να βάλεις τα δύο δεκαπεντασύλλαβα μαζί και τα τσακίσματα χώρια. Όταν, σε περαιτέρω επεξεργασία του κομματιού, το «ρουφιανιά» έγινε «αχ εσύ», το δεύτερο πρόσωπο πότισες έμοιαζε πλέον αναπόφευκτο.

Θα πει βέβαια κανείς ότι δεν υπάρχει σωστό και λάθος σ' ένα τραγούδι που μεταδίδεται προφορικά και που, ως γνήσιο προϊόν μιας ζώσας παράδοσης, συνεχώς εξελίσσεται. Και όμως δεν είναι έτσι. «Την πότισες» είναι λάθος. Αυτή τη διαδικασία ανάλυσης - ερμηνείας των τσακισμάτων, που χρειάστηκα τόσα λόγια για να την περιγράψω, ένας έμπειρος ακροατής δημοτικών τραγουδιών την κάνει αυτόματα και ασυνείδητα, και παρακολουθεί το νόημα των κυρίως στίχων όσο κι αν είναι φορτωμένοι με άπειρα τσακίσματα, διπλώματα, γυρίσματα, οργανικά ενδιάμεσα κλπ.. Θέλω να πω ότι δεν είναι φιλολογίστικη άποψη, είναι ανατομία της πραγματικής σκέψης του ακροατή. Αντίθετα όποιος δεν κατέχει αυτούς τους κώδικες μπερδεύεται, και δε φαντάζεται ότι ένας στίχος συνεχίζει όχι τον αμέσως προηγούμενο αλλά αυτόν που ακούστηκε ενάμιση λεπτό πιο πριν. Ο τραγουδιστής λοιπόν, οφείλει ανυπερθέτως είτε να είναι έμπειρος ακροατής, οπότε χωρίς να χρειάζεται να μάθει το τραγούδι απέξω αυτοσχεδιάζει ανακατεύοντας τα τσακίσματα και ό,τι και να βγάλει είναι πάντα σωστό, είτε, αλλιώς, να επαναλαμβάνει πιστά αυτό ακριβώς που άκουσε χωρίς να το αλλάζει, γιατί ιδού που το χαλάει.

Αν δε σας έπεισα ακόμη, ιδού άλλο ένα παράδειγμα:

[I]Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, ψιλή μου δεντρολιβανιά,
κι αρχή καλός μας χρόνος, εκκλησιά με τ' άγιο θρόνος. Αρχή που βγήκε ο Χριστός, άγιος και πνευματικός,
στη γη να περπατήσει και να μας καλοκαρδίσει[/I].

Αν δεν ξέρεις να το ακούσεις σωστά, το κάλαντο έχει ένα σωρό προβλήματα:
-πού κολλάει η δεντρολιβανιά;
-πού κολλάει η εκκλησία;
-τι διάολο είναι το θρόνος; Καλά ο θρόνος, αλλά το θρόνος;
-ο Χριστός είναι βέβαια άγιος, αλλά το «πνευματικός» δεν είναι λίγο άγαρμπη λέξη;
-να μας καλοκαρδίσει; Δηλαδή έτσι για να χαρούμε ήρθε στη γη, χωρίς άλλο σοβαρότερο σκοπό;

Τίποτε απ' όλα αυτά. Αφαιρούμε τα τσακίσματα και μας μένει ένα ωραιότατο, σαφές κείμενο σε στρωτό δεκαπεντασύλλαβο στίχο:

[I]Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά κι αρχή καλός μας χρόνος,
κι αρχή που βγήκε ο Χριστός στη γη να περπατήσει.[/I]

#18
baznr

Αυτός ο Άλλος είν' ευεργέτης μου μεγάλος.

#19
HODJAS

Σουπερ δώρο λήμμα-ορισμός!
Ζήτω!

#20
marulaki

deeply impressed... αυτή η δεντρολιβανιά, πάντα με προβλημάτιζε... άσε που έχει και «παραπομπές» πολύ ύποπτες... ;)

#21
iwn

σοβαρη παραλειψη στο τραγουδι «δεν ξανακανω φυλακη με τον Καπετανακη» ο στιχος «τα χερια μου στον κελεπτσέ κι ο νους μου στην αγαπη»

#22
Galadriel

Βρε τί ωραίο ορισμό είχες γράψει βρε γκατζ! Τί ωραία σχόλια γράψατε οι επόμενοι! Εμένα που με τσάντιζε η ανάλυση των ποιημάτων του Ζαχαρία Παπαντωνίου, που τους κατέστρεφε την μαγεία ένα πράμα, εμένα λοιπόν μου άρεσε πολύ. Άσε που το είχα ψηφίσει ήδη και είναι σαν να το διαβάζω πρώτη φορά. Ναι Μες, μήπως έχεις εγγονό;

#23
MXΣ

Kαλές διακοπές σε όλους!

#24
GATZMAN

Καλές διακοπές φίλε... και φόρτισε τις μπαταρίες όσο μπορείς

#25
iron

βλ. και σχόλιο 40 εδώ.

#26
vikar

Άλλο διαδεδομένο παράκουσμα του στίχου είναι και η κούκλα:

Σε μιά στιγμή χορέψαμε όλοι μαζί, κάνοντας φοβερές φιγούρες. Απο τα αφτιά μου ένιωθα να αναβλύζει μπίρα, έρρεε γενναιόδωρα και πότιζε τα όργανα, όπως οι άλλοι έφτυναν χιλιάρικα. Αναγνώρισα την Ιτιά, και τον Καπετανάκη που είχε κούκλα το μουστάκι, κι' όλα αυτά τα παιδάκια τα καημένα στη γή στερεωμένα.

(Χ. Βακαλόπουλος, «Οι πτυχιούχοι», 1984)

#27
Khan

Για τα μελιτζανιά το σημερινό κείμενο του Ν. Σαραντάκου.

#28
dryhammer

Τα τσακίσματα στα κάλαντα της πρωτοχρονιάς εξυπηρετούσαν διπλό σκοπό. Από τη μιά την ευφωνία , μετρική κλπ κλπ κι από την άλλη ήταν παινέματα προς την κυρά του σπιτιού («Ψηλή μου δεντρολιβανιά, εκκλησιά με τ΄άγιο θρόνος») να δώκει τίποτα παραπάνω στους καλανταριστές.

#29
Ο ΑΛΛΟΣ

Ναι, σωστό.