Είναι το διάσημο lol, στα γερμανικά.
- Για. Ιχ σπέχεν ντόιτς.
- Λόλεν!
Είναι το διάσημο lol, στα γερμανικά.
- Για. Ιχ σπέχεν ντόιτς.
- Λόλεν!
Βλ. και lol, λολ, lol-some, lol-οκαύτωμα, Loles - λόλες, rotf-lol, LMFAO κ.λπ., λολάρω
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
3 σχόλια
kourampies
Χρησιμοποιείται κυρίως από απολύτως καμένους teenagers κάτω των 18, που δεν τους αφήνουν οι γονείς/δεν έχουν internet και pc στο σπίτι και λιώνουν στα internet cafe σε κατάσταση ημιπαράλυσης.
protnet
lolen!
jesus
μπόλεν κ λόλεν.