Μεγάλο καράβι με τρεις κουβέρτες (καταστρώματα).

Μεταφορικά σημαίνει ό,τι είναι μεγάλο σε διαστάσεις, ποσότητα ή ένταση.

Μπορούμε να ζήσουμε τρικούβερτες καταστάσεις (συν. ομηρικές) στο γήπεδο μετά από σφύριγμα ανύπαρκτου πέναλτι (τρικούβερτο ξύλο), στο δρόμο μετά από συνάντηση με την πρώην του νυν σου (τρικούβερτος καυγάς), στο πάρτι του κολλητού σου που ήπιες τον Βόσπορο (τρικούβερτο γλέντι) και συνέχισες παρέα με τις καλύτερες μουνάρες που ήταν επίσης καλεσμένες (τρικούβερτο γαμήσι).

Έχασες που δεν ήρθες στο πάρτι του Ντίνου! Έγινε τρικούβερτο γλέντι.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία