Από το άκουσμα της λέξης και μόνο, ειδικά αν αυτός που την λέει έχει και ρίζες στα ένδοξα ελληνικά βουνά, σκεφτόμαστε κάτι μεστό, γεμάτο, μασίφ, πυκνό και άλλες τέτοιες συνώνυμες λέξεις που παρακαλείστε να συμπληρώσετε μόνοι σας. Ως μπαμπάτσικο λοιπόν χαρακτηρίζεται το γεμάτο και νταρντάνικο μωρό, με την έννοια του παραδείγματος 6, που μόνο στη θέα του οι άντρες ανακαλύπτουν την πραγματική γωνία που μπορεί να πάρει το κεφάλι σε σχέση με τους ώμους. Η κορμοστασιά του επιτρέπει την δημιουργία διάφορων συνειρμών (εκτός εκείνων που συμπεριλαμβάνουν μίξερ, γουδοχέρι, γουέμπ-κάμερα και για τους πολύ ανώμαλους σπασμένο στη μέση φελοπίνακα) καθώς ατενίζει τον κόσμο από το διόλου ευκαταφρόνητο ύψος του 1.80 (τουλάχιστον). Απαραίτητο βέβαια συμπλήρωμα είναι η καβλόφατσα γιατί και η γλυκιά Κίτσα έχει ύψος, μπουτάρες κτλ, αλλά το σημαντικότερο χαρακτηριστικό της είναι το μουστάκι.

Το θέαμα μπαμπάτσικου μωρού μπορεί να γεμίσει ακόμη και τον πιο λαρτζ άντρα αμφιβολίες. Η πρώτη σκέψη που περνάει από το μυαλό είναι η σύγκριση της παλάμης του χεριού με την αντίστοιχη δική της γιατί αν χαθεί η μαλαπέρδα στα χέρια της είναι δύσκολα τα πράματα. Επίσης ο όγκος των μπουτιών της. Θα μπορέσει ο εισβάλλων να βρει στόχο ιεραποστολικά ή θα αρχίσει τα παραμύθια περί παλιομοδίτικων και ασεξουάλ στάσεων; Γενικά η συνεύρεση με μπαμπάτσικο αποτελεί μοναδική εμπειρία ανεξαρτήτως μεγέθους και όγκου του αρσενικού. Τέλος, για να δοθεί και μια επιστημονική χροιά στο λήμμα, η λέξη μπαμπάτσικο είναι αρκετά προσφιλής λόγω των διφθόγγων που περιέχει οι οποίοι έχει αποδειχθεί πως ερεθίζουν συγκεκριμένα μέρη του εγκεφάλου περισσότερο από άλλα βαρετά γράμματα και από μια νίκη στον γκρινιάρη.

Για περιπτώσεις μπαμπάτσικου με λεφτά αισθήματα και καταγωγή από τζάκι (χωρίς το Κένεντι-Ωνάση) χρησιμοποιείται και το αρχοντομούνα.

- Πω ρε φίλε! Τι γυναίκαρος ήταν αυτή η φίλη της Μαρίας! Ψηλή, με βυζάρες, με μπουτάρες, με τα σέα της, με τα μέα της! Άσε έπαθα πλάκα!
- Τη Νάντια λες; Ναι κορυφή! Πολύ μπαμπάτσικο μωρό η δικιά σου. Ειδικά τώρα με το κόκκινο μαλλί φαίνεται πολύ έκφυλο.
- Όχι ρε δε λέω αυτή, την άλλη λέω, την ψηλή με τις πλάτες. Πολύ νταρντανογυναίκα ρε συ! Πως την έλεγαν να δεις...
- Δε μου λες, τον λαιμό της τον πρόσεξες καθόλου;
- Ναι η καημένη, μου είπε και για το ατύχημα και για το μηχάνημα που της έβαλαν στον λαιμό για να μπορεί να μιλάει. Από άλφα πρέπει να ξεκινούσε...
- Αναΐς ήταν το όνομα.
- Ά να γεια σου! Όνομα εξωτικής χορεύτριας, μόνο αυτό ταιριάζει σε τέτοιες γυναικάρες!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Galadriel

ΟΛΕ ΟΛΕ ΟΛΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΑΥΤΟ ΤΟ ΛΗΜΜΑ!

#2
ο αυτοκτονημενος

και απο ιστο μπαμπάτσικος -μπαμπάτσικη -μπαμπάτσικο (επίθετο) [ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :μπαμπατσ (τουρκ. λ. babas = ο πιο μεγαλόσωμος και ηλικιωμένος κόκορας του κορετσιού) -ικος] αυτός που είναι μεγάλος σε όγκο.

#3
Vrastaman

Knaso που χάθηκες ωρε κλεφτόπουλο;

#4
GATZMAN

Ναι.Που ήσουν ωρε Κνάσο;
Και τον Τώνη Βαβάτσικο, τον λέγανε με νίκ έτσι.

#5
knasos

Μην ανησυχείς! Βρίσκομαι πάντα στην αναζήτηση αυθεντικών σλανγκ διαμαντακίων! Απλά μάλλον είμαι λιγάκι αγοραφοβικός.

#6
Vrastaman

Βοο!

#7
jesus

νομίζω ότι επειδή είναι επίθετο, καλύτερα θα ήταν να μετονομαστεί σε μπαμπάτσικος το λήμμα.

#8
knasos

Έπρεπε να σε λένε Vrastamen για να πετύχει :ρ

#9
Hank

Σούπερ λήμμα- ορισμός, μπράβο αυτόχειρα για την ετυμολογία!

#10
Galadriel

@Jesus: η έκφραση είναι στην Βορειοελληνική και λέγεται έτσι «μπαμπάτσικο» - μωρό, γκομενάκι κ.λπ. , ή καταχρηστικά το πολύ να ειπωθεί «η μπαμπάτσικια» - αλλά όχι μπαμπάτσικος.

#11
jesus

στο παράδειγμα λειτουργεί σαν επίθετο πάντως. κ το έχω ακούσει σε όλα τα γένη.

#12
Galadriel

Δεν παίρνω όρκο δεν είμαι Βορειοελληνίδα, σο, κανας πιο σχετικός ας πάρει θέση :)

#13
poniroskylo

Στα τούρκικα υπάρχει ακριβώς η λέξη babaçko και σημαίνει επιβλητική γυναίκα, νταρντανογυναίκα - είναι δηλαδή ακριβώς η ίδια σημασία με αυτή που δίνει ο knasos. Νομίζω ότι και στα τούρκικα η λέξη είναι αργκό.

Τώρα, στη Βόρειο Ελλάδα μια χρήση της λέξης είναι πάλι ακριβώς όπως λέει ο knasos. Θα έλεγα δε ότι πάντα προφέρεται ως μπαμπα-ch-κο. Τη χρησιμοποιούμε επίσης τη λέξη συχνά και για βρέφη ή παιδάκια που είναι υγιή, καλοθρεμμένα και έχουν απαραιτήτως δίπλες στα μπούτια. Γενικότερα, μπαμπάτσικο είναι κάτι μεγαλόσωμο και τροφαντό - ένα ψάρι, ας πούμε, μπορεί νάναι μπαμπάτσικο. Συνηθίζεται και η έκφραση «μπαμπάτσικια μερίδα» όταν η μερίδα στο εστιατόριο π.χ. είναι γενναιόδωρη. Τέλος, αν πούμε κάποιον μεγάλον άντρα «μπαμπάτσκο» μάλλον τον ειρωνευόμαστε ότι είναι ψωμωμένος υπέρ το δέον και σε λίγο θα γίνει τόφαλος.

#14
Galadriel

Άρα μπαμπάτσικο = στρουμπουλίνι.

#15
vikar

Ωραίος ο κνάσος.

Για τη χρήση της λέξης στη βόρεια ελλάδα, όπως τα λέει το πονηρόσκυλο τα ξέρω κι' εγώ. Θά 'λεγα μάλιστα οτι κυρίως την έχω ακούσει τη λέξη να χαρακτηρίζει εδέσματα (ψάρι, ένα κομμάτι κρέας...).

Επιφυλάσσομαι επίσης αν είναι πολύ διαδεδομένη η λέξη. Θά 'λεγα οτι παραείναι παλιάς κοπής --πέρα 'πο λαϊκούς και καλά τύπους, δέν την έχω ακούσει απο μικρές ηλικίες. Κάνω λάθος;

#16
Khan

Ανήκει και στην ιδιόλεκτο του γέροντος Παϊσίου:

«Η πολλή αγάπη και ταπείνωση του Γέροντα δεν είχε όρια. Κάποτε μου έλεγε, του είχε παρουσιασθή ο διάβολος μέσα στο κελλί του σαν σκύλος φοβερός, ο οποίος πετούσε φωτιές από το στόμα του, και όρμησε πάνω του να τον πνίξει, γιατί καιγόταν όπως του είπε, από τις προσευχές του. Ο Γέρο-Αυγουστίνος τον άρπαξε και τον πέταξε στον τοίχο και του είπε:
-Κακέ διάβολε, γιατί πολεμάς τα πλάσματα του Θεού;
Μου έλεγε στην συνέχεια ο Γέροντας:
-Και ο διάβολος δυνατός, αλλά και εγώ μπαμπάτσικος, τον κόλλησα στον τοίχο. Μετά όμως πολύ με έτυπτε η συνείδησή μου, που χτύπησα τον διάβολο. Περίμενα με αγωνία πότε να φωτίσει, για να πάω στον Πνευματικό μου να εξομολογηθώ, γιατί χτύπησα τον διάβολο. Μόλις φώτισε, πήγα στην Προβάτα, στον Πνευματικό μου και εξομολογήθηκα». (δες).