Επιλεγμένες ετικέτες

Επιπλέον ετικέτες

Λέξη που έγινε γνωστή από την ατάκα του Βέγγου ως γκαρσόνι (Θρασύβουλας), που δεν δέχεται να τον καλούν με παλαμάκια, επειδή "είναι το ίρτζι του". (Από την ταινία "Ο ατσίδας" ή "το στρίβειν δια του αρραβώνος").

Θρασύβουλας

Ετυμολογία από το τουρκικό ırz: τιμή, αγνότητα, αξιοπρέπεια από (εδώ) κι από (εδώ)

Οι Τούρκοι ακόμα λένε αρναβούτ καφάς (αρβανίτικα-αγύριστα κεφάλια) τους πείσμονες απο ιμπρέτι/ίρτζι. (Σχόλιο του Χότζα από εδώ).

Ιμπρέτι (τουρκικό ibret) = παράδειγμα, δείγμα από εδώ

Πάντως στα προαναφερόμενα παραδείγματα έχει (και) την έννοια της ιδιορρυθμίας/ιδιοτροπίας και του πείσματος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπάρχουν πολλές μεγάλες κατηγορίες φευγάτων ανθρώπωνε, ας τους καταμετρήσουμε:

Δεν υπήρχε, κάποιος δεν θα’ πρεπε να το λημματοδοτήσει;

1.
Επίσης, γνωρίζω πάρα πολύ καλά ότι του φευγάτου η μάνα δεν έκλαψε ποτέ, όπως λέει η παροιμία, αλλά ο φευγάτος ήρωας δεν έχει γίνει ποτέ. Και την Ελλάδα του 21ου αιώνα, όπως είναι σήμερα, δεν την έκαναν οι φευγάτοι. Την έκαναν αυτοί που έμειναν, αγωνίστηκαν και όταν χρειάστηκε έπεσαν.

2.
Φευγάτο ασιατικό tapas

3.
Ο Πάνος Μουζουράκης έχει χαρακτηριστεί αρκετές φορές ως «αντισυμβατικός» και «φευγάτος»

4.
Το λήμμα είναι για δύο φευγάτους του σάιτ, την Πειρατίνα και τον Τζήζαντα.

5.
Η φαντασία μου αρνιόταν ότι ήταν τέζα
φευγάτος πρόωρα απ’ την πολλή την πρέζα.

6.
Φευγάτος ο Σαλπιγγίδης. Πολύ δύσκολα θα παραμείνει και του χρόνου στον ΠΑΟΚ ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης, καθώς εκτός από τον ίδιο επιθυμεί και ο σύλλογος την αποχώρηση του.

(από Khan, 16/05/14)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Έργο με υπέροχα κιτσάτη αισθητική: όσο πιο ανεπιτήδευτη η τρασιά του, τόσο πιο πολύ το αγαπάμε.

Κλασσικές καλτιές το Plan 9 from Outer Space του Ed Wood, τα Pink Flamingos του John Waters και οι ταραντινιές του Κουέντιν. Το 1999 o Πάνος Κούτρας αποπειράθηκε να σκηνοθετήσει την πρώτη Ελληνική καλτιά με αξιώσεις, την Επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά (αλλά μάλλον προσπάθησε πολύ).

Εκ του καλτ και του γαμοσλανγκοτέτοιου -ιά.

1. Αν είναι η καλτιά αμαρτία, θα βγω να το φωνάξω με λατρεία. Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορεί να κάνει κανείς με 10€ (εντάξει, όχι και εκατομμύρια, αλλά δεν θα πάει και άκλαυτο). Σαν κι αυτό όμως που σας προτείνουμε, δύσκολα θα βρείτε. Τζένη Βάνου, Τέρης Χρυσός και Δάκης συναντιούνται στο stage του Gagarin 205 για ένα πάρτι που δεν θα μοιάζει με κανένα από τα Χριστουγεννιάτικα πάρτι που πήγατε ή θα πάτε...

2. - Repo Man. Το έχετε δει ; Ταινιάρα
- ναι,φοβερη καλτιά
- Ναι, ταινιαρα και με απιστευτο σαουντρακ με black flag, suicidal tendencies, plugz, circle jerks, fear, iggy

3. Ironsky, η απόλυτη «καλτιά» με τους Ναζί να επιτίθενται με διαστημόπλοια από τη Σελήνη.

4. Ο Μουσακάς όσο καλτιά κι αν είναι... ΔΕΝ μου άρεσε.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Σημαίνει τρελός, αλλοπρόσαλλος, βαρεμένος, παράξενος.

Επίθετο με την ίδια κατάληξη για όλα τα γένη, μπορεί να χρησιμοποιηθεί κι ως επίρρημα.

- Τον είδες ρε μαλάκα τον άλλο τον λιλαλό το γείτονα σου; Πάλι στο μπαλκόνι είναι μόνο με το βρακί και σφυρίζει σ όποιον περνά!

- Τι λέει, πώς τα πας;
- Άσε Νώντα. Γράφω αύριο και διαβάζω διαβάζω κ δε θυμάμαι τίποτα.Έχω να βγάλω 240 σελίδες, λιλαλό η κατάστα φίλε.

Βλ. και ψυχολογικό (ή ψυχικό) τραλαλά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο αλλοπρόσαλλος, επιπόλαιος, ασυνάρτητος τύπος.
Αυτός που κάνει πατάτες και μετά ξεφυσάει, όλο ουφ και ουφ.

Από το πατάτα + ουφ.

(Καμιά σχέση με το μπάρμπα στρούμφ)

Τι έγινε, γιαε... ξάνοιξε, ήντα παθε πάλι ο πατατούφ...

Πατατούφ θα πει... (από Khan, 25/03/11)

Μάλλον από μια παλιά παιδική σειρά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο τύπος που είναι παρτάλι, ο ανισόρροπος, ο ό,τι να 'ναι, ο παρασάνταλος (συνηθίζεται να λέγεται στο νομό Ηλείας-Βάρδα).

Τάκης: - Ρε ζώον, τι φοράς εκεί, το ένα παπούτσι κόκκινο, το άλλο πράσινο;;;
Θέμης: - Ντάξει μωρέ και τι έγινε;;;;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δύσχρηστος, ιδιότροπος, παράξενος.

Πιο συγκεκριμένα, το μπίζηλο αντικείμενο μπορεί να είναι:

1) περίπλοκο, που θέλει μανούβρα για να δουλέψει.
2) ζόρικο, που δεν παίρνει μπρος ή δεν ξεκολλάει αν δε βάλεις δύναμη.
3) άβολο, που δεν μπορείς να το κουμαντάρεις εύκολα λόγω διαστάσεων ή σχήματος.
4) λεπτεπίλεπτο, που θέλει ιδιαίτερη προσοχή για να μη χαλάσει.

Αντίστοιχα, ο μπίζηλος άνθρωπος μπορεί να είναι:

5) αλλόκοτος, sui generis και δε βγάζεις άκρη μ' αυτόν.
6) τσαμπουκαλεμένος και δεν τον κάνεις καλά εύκολα (άσε δε που δε σου κάθεται).
7) ασθενικός, μη μου άπτου και φοβάσαι να τον ζορίσεις μη σου πάθει τίποτα.

Άλλες μορφές: πίζηλος, πίζουλος, μπίζουλος.
Συνώνυμα: ζόρικος, τζαναμπέτικος.
Αντώνυμα: μανιτζέβελος, ματζόβολος.
Ετυμολογία: πιθανόν από το επίζηλος, βλ. τη συζήτηση εδώ.

  1. - Πήρα, που λες, ένα κρεβάτι απ' το ΙΚΕΑ σε κομμάτια, με τις οδηγίες χρήσης του, με το άλεν του, με απ' όλα. Ε, ακόμα κοιμάμαι στον καναπέ. Πολύ μπίζηλο πράμα, τρεις άνθρωποι μαζευτήκαμε και δε βγάλαμε άκρη πώς διάολο συναρμολογείται η μαλακία.

  2. - Άντε ρε μάστορα, ακόμα να τη φτιάξεις τη ρημάδα τη βρύση;
    - Είναι μπίζηλο, παιδάκι μου, (γκννν!) κι έχει κολλήσει (γκνννχ!), αλλά θα του δείξω εγώ (γκνννννννχ!) πώς γαμάει ο Πειραιάς!
    (η βρύση σπάει και τους κάνει όλους μουνί)

  3. (σε μετακόμιση)
    - Έλα, έλα, έλα...
    - Φέρ' το δεξιά!
    - Αριστερά πήγαινέ το!
    - Ελάτε και οι δύο πίσω, γιατί θα βρείτε!
    - Μα γαμώ το ξεσταύρι μου, ρε Κώστα, πώς τα πακέταρες έτσι τα πράγματά σου; Τι μπίζηλο κουτί είν' αυτό, δε χωράει πουθενά!

  4. - Τι σιχτίρ είν' αυτό πάνω στο κομοδίνο, ρε Τασία, με τη ρόδα και τα νερά και τα κέρατα;
    - Καταρράκτης, Γιώργο μου!
    - Ποιος ήρθε;
    - Φενγκ σούι είναι, Γιώργο μου! Χρειαζόμαστε τρεχούμενο νερό στα ανατολικά για να κόβει την πορεία των αρνητικών κυμάτων απ' τη γρουσούζα την κυρά-Μαρία απέναντι και... ΜΗ! Μην το πειράζεις! Θα χαλάσεις τη ροή!
    - Μπα πανάθεμά το, είναι που είναι κιτσαριό, είναι και μπίζηλο από πάνω! Πας καλά, ρε Τασία; Θα κοιμάμαι μ' αυτή τη μαλακία πάνω απ' το κεφάλι μου;

  5. - Ρε συ, αυτός ο Στέφανος τι καπνό φουμάρει; Πολύ μυστήριος μωρ' αδερφάκι μου... όλο μουρμουράει κάτι περίεργα και τους κοιτάει όλους με μισό μάτι. Στέκει;
    - Μωρέ στέκει, αλλά είναι μπίζηλος. Καρακοσμάρα, μη δίνεις σημασία.

  6. - Δε μου λες βρε Λίλιαν, ο Νίκος είναι γκέι;
    - Καλέ όχι, γιατί το λες αυτό;
    - Γιατί του την έπεσα στυγνά στο μπαρ και του 'κανα γκλίνγκι-γκλίνγκι τα κλειδιά του σπιτιού μπροστά στη μούρη του, κι αυτός, αντί να μ' ακολουθήσει με τη γλώσσα έξω, μου γύρισε πλάτη κι άρχισε να μιλάει με τον κολλητό του για την ΑΕΚ!
    - Α, ναι, είναι λίγο μπίζηλος. Του έχει καρφωθεί ότι μόνο οι άντρες κάνουν την πρώτη κίνηση και τσαμπουκαλεύεται - και καλά. Την επόμενη φορά, περίμενε μέχρι να φτάσει στο τέταρτο ποτό και να πάρει το γνωστό ηλίθιο ύφος. Μετά, τον κάνεις ό,τι θέλεις.
    - Ντεφά;
    - Αφού σε λέω...

  7. - Καλή ’ναι η κοπελιά ντου, μα μου φαίνεται πολλά μπίζηλο πράμα και το σκέφτομαι να την κάμω νύφη.
    (πάλι από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Λέξι τῆς Καστρινῆς διαλέκτου τῆς τοπολαλιᾶς τῶν Ἰωαννίνων, ποὺ σημαίνει «κάλος», μὲ τὴν ἔννοια τοῦ βλακός, βλαμμένου, κολλημένου, ἰδιορρύθμου κλπ.

Τὸ ἔτυμον ἀναζητεῖται ἀκόμη.

Συντάσσεται μὲ τὸ ρῆμα ἀβέρω, τὸ ὁποῖον περιέργως, ἐκτὸς τῆς λεκτικῆς ὁμοιότητος, ἔχει ὅλες τὶς χρήσεις τοῦ αβέλω τῆς καλιαρντῆς. Ἐν προκειμένῳ, ἀβέρω ντινοάρι σημαίνει ἔχω «κάλο» στὸν ἐγκέφαλο.

_Νὰ ποῦμε καὶ τῆς Λίτσας ρὲ γιὰ σινεμά;
_Ἄσε ρέ, ἀβέρει ντινοάρι τὸ ἄτομο... Θὰ μᾶς τὰ πρήξῃ!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο φιλόσοφος, νομικός, κοινωνιολόγος, επικοινωνιολόγος, θεατρικός συγγραφέας, κριτικός, καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου και εσχάτως ποιητής Γιώργος Βέλτσος, αποτελεί ένα απο τα πλέον αμφιλεγόμενα πρόσωπα της ελληνικής δημόσιας σκηνής. Διαθέτει φανατικούς φίλους και εξίσου φανατικούς εχθρούς.

Μαθητής του καμπόσου Jacques Derrida, αποτελεί τον καθ' ημάς Απόστολο της Ποστίλας και της Μεταμοντερνιάς, φιλοσοφικών τάσεων ακμαζουσών εν τη Εσπερία. Απίστευτα εκκεντρικός και ιδιόρρυθμος, μορφή υπερτεράστια, παμμέγιστη, κυριολεκτικά ανύπαρκτη. Όπως άλλωστε κι ο ίδιος λέει: «ο Γιώργος Βέλτσος δεν υπάρχει, υπάρχει μόνον ο αντι-Βέλτσος ή αλλιώς ο μη-Βέλτσος». Κι ό,τι καταλάβατε, καταλάβατε.

Σλανγκικώς, το όνομα του Γιώργου Βέλτσου χρησιμοποιείται με δύο κυρίως τρόπους:

  • Ο φωτεινός παντογνώστης, ο υπερεγκέφαλος, η κινούμενη εγκυκλοπαίδεια, ο ειδικός επί παντός επιστητού, ο άνθρωπος με τις απεριόριστες θεωρητικές ικανότητες, ο άνθρωπος που σίγουρα δε θες να παίξεις τρίβιαλ μαζί του. Χαρακτηρισμός κατά βάση θετικός.

- Πώς σου φανήκαν τα θέματα των εξετάσεων ρε φίλε;
- Νταξ, μια χαρά παλεύονταν. Δε χρειαζόταν να είσαι και Βέλτσος για να γράψεις.

  • Ο αμπελοφιλόσοφος, ο αερολόγος, αυτός που έχει προσβληθεί από οξεία λογοδιάρροια κι όλο μιλάει χωρίς να λέει τίποτα, ο ματαιόδοξος και ψευτοκουλτουριάρης διανοούμενος που πουλάει τρέλα παπαρολογώντας ακατάσχετα και ακαταλαβίστικα, ο πολυπράγμων σε βαθμό μαλακίας. Βεβαίως, το σκώμμα και ο μυκτηρισμός κατά των πάσης φύσεως θεωρητικών και θεωρητικολογούντων, δεν είναι κάτι καινούργιο, ανάγεται τουλάστιχον στην αρχαϊκή εποχή των Ελλήνων (βλ. Θαλής που περπατούσε αφηρημένος και σαβουριάστηκε στο πηγάδι, Νεφέλες του Αριστοφάνη όπου τρώει κράξιμο ο αιθεροβάμων Σωκράτης, Ηράκλειτος που έκραζε την «πολυμαθίην κακοτεχνίην» του Πυθαγόρα κλπ). Χαρακτηρισμός λοιπόν ξεκάθαρα αρνητικός.

«Περισσότερο από φιλοσοφία του υποκειμένου και της συνείδησης, μετά τό στρουκτουραλισμό και μετά τή διαλεκτική – ακόμα και στην αρνητική αντορνική εκδοχή της που απορρίπτει τις «συνθέσεις» των κοινωνικών επιστημών – μετά και από κάθε θεωρία της κοινωνίας που επαγγέλλεται τη χειραφέτηση είτε ως ριζική κριτική της γνώσης, είτε ως κριτική της ιδεολογίας και πάντως ως συνολική κριτική της κοινωνίας εν ονόματι ένός κανονιστικού και ουτοπικού ιδεώδους, κυρίως εναντίον κάθε «συνολιστικής αρχής» πού υποθετικά ενοποιεί ό,τι ουδέποτε πραγματικά θεματοποιείται από τον ακατονόμαστο βιωμένο κόσμο και τέλος με τη βεβαιότητα της εγγενούς αλήθειας του όλου και τη γνώση του αμφιβόλου αποτελέσματος της υπέρβασης, η μη-κοινωνιολογία, χωρίς την προκατάληψη του «αρνητισμού», την αισιοδοξία του «καθολικού προγραμματισμού» ή την υποκρισία του κάθε «ανθρωπολογισμού» αλλά με διάθεση αποκαταστατική της αυτοδιαψευσμένης νεοτερικότητας, ούτε ανακατασκευή του μαρξισμού, ούτε κριτική του κοινωνικού εξορθολογισμού αλλά ούτε και θεωρία της επικοινωνιακής δράσης στο αγγελικό πεδίο ενός δι-υποκειμενικού, κατανοητικού και ηθικού διαλόγου υπέρ του καθολικού consensus, αναδεικνύεται αποσπασματικά εκεί όπου η ενδο-υποκειμενική εννόηση έχει το λόγο ως γραφή σ’ ένα διαρκώς ανολοκλήρωτο έργο: το κείμενο, κατεξοχήν σημείο του καντιανού Υψηλού, δείγμα γραφής της μετα-μοντέρνας εποχής μας και πεδίο αυτού που ήδη υπάρχει μετα-γραφόμενο».

Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται από την εισαγωγή του πονήματος του Γ. Βέλτσου «Η Μη-Κοινωνιολογία». Ίσως μερικοί από μας να βγάζουν κάποια άκρη, όμως τέτοια παρόμοια κείμενα, που φαντάζουν αλαμπουρνέζικα για τους πολλούς, έχουν εδραιώσει την παραπάνω αρνητική εικόνα για τον καθηγητή.

Π.χ. - Ο Θανασάκης από τότε που πέρασε στη σχολή, πολύ έχει κουλτουρέψει ρε αδερφάκι μου. Κοκάλινο γυαλάκι, υφάκι βαθυστόχαστο, ατημέλητο και καλά λουκ, άσε που κυκλοφοράει συνέχεια μ' ένα βιβλίο φιλοσοφίας και το μοστράρει.
- Ναι ο μαλάκας, την έχει δει Βέλτσος κι έτσι. Νομίζει πως μ' αυτές τις δηθενιές θα βγάλει γκόμενα... Ανάθεμά με κι αν καταλαβαίνει κι ο ίδιος αυτές τις παπαριές που λέει.

(Ακολουθούν ορισμένες ανεκδοτολογικού τύπου ιστορίες / αστικοί μύθοι, που κυκλοφορούν για τα πεπραγμένα του Γιώργου Βέλτσου. Όποιος θέλει ας τα διαβάσει, όποιος δεν θέλει μπορεί να τα προσπεράσει. Εννοείται πως ο γράφων δεν λαμβάνει θέση επί της βασιμότητάς τους, απλώς παραθέτει)

  1. Κάποτε είχε πάρει την πάκα με τα γραπτά εξετάσεων που έπρεπε να βαθμολογήσει και είπε πως θα τα πετάξει όλα στον αέρα, και όποια «κάτσουν» με τη «μούρη», δηλ. απο τη μεριά που είναι γραμμένο το όνομα του φοιτητή κλπ, θα περάσουν. Όσα «κάτσουν» με την «όπισθεν», δεν πιάνουν τη βάση.

  2. Άλλο που είχε πει κάποτε: «όποιος πάει και περάσει τη Συγγρού από πάνω, πηδώντας δηλ. το διαχωριστικό, και όχι από την υπόγεια διάβαση, θα του βάλω 10 στις εξετάσεις».

  3. Όταν κάποιος φοιτητής δεν την πάλεψε με τα θέματα των εξετάσεων και του ζωγράφισε στην κόλλα αναφοράς ένα πέος, ο Βέλτσος του έβαλε 10!

  4. Μια φορά μπήκε στο αμφιθέατρο και διέταξε: «σηκωθείτε όλοι όρθιοι, τώρα!». Αφού όλοι υπάκουσαν, τους είπε: «είστε ζώα, είστε άβουλα πρόβατα, γιατί να με ακούσετε και να σηκωθείτε;»

  5. Είχε βάλει θέμα εξετάσεων με μοναδική ερώτηση «γιατί;» και ο μόνος που πέρασε ήταν αυτός που έγραψε «γιατί όχι;»

  6. Ο Γιώργαρος μπήκε μια φορά στο αμφιθέατρο και άρχισε να φωνάζει: «φέρτε μου εδώ ένα τούβλο! Δεν κάνω μάθημα αν δε μου φέρετε αμέσως ένα τούβλο μπροστά μου!».

  7. Λέγεται πως τριγυρνά στη Μύκονο μονίμως μεθυσμένος, αγκαλιά με βελτσοκρουσμένες φοιτήτριές του.

  8. Λέγεται πως ζητάει τον αριθμό εμφανίσιμων φοιτητριών του, τις οποίες κατόπιν παίρνει τηλέφωνο και τους λέει πάνω κάτω: «Γεια σου, είμαι ο Γιώργος ο Βέλτσος. Θες σε μία ώρα να βρεθούμε στο τάδε ξενοδοχείο και να κάνουμε έρωτα;».

  9. Θέμα βελτσικών εξετάσεων: «το αυγό». Μόνο μια λέξη, χωρίς καμιά απολύτως διευκρίνιση κι ότι καταλάβατε, καταλάβατε.

  10. Αντι-θέμα βελτσικών εξετάσεων: «Διατυπώστε μόνοι σας ένα οποιοδήποτε θέμα και απαντήστε το».

  11. Μια φορά χτύπησε το κινητό του Βέλτσου την ώρα που έκανε μάθημα. Όταν άκουσε κάτι που προφ δεν του άρεσε, σηκώθηκε κι έφυγε σιχτιρίζοντας, αφήνοντας τους φοιτητές σύξυλους. Τι είχε συμβεί; Το τηλεφώνημα ήταν από τα ΝΕΑ και του ανακοίνωνε την ακύρωση δημοσίευσης ενός κειμένου του.

  12. Δείπνο με τον τότε πρωθυπουργό Σημίτη σε κυριλάουα ρεστοράν. Σε μια δόση, όλοι βλέπουν έναν Βέλτσο εκτός εαυτού να ωρύεται προς τα γκαρσόνια και τους υπεύθυνους του εστιατορίου: «ΝΤΡΟΠΗ, Ο ΣΟΛΩΜΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΑ ΨΗΜΕΝΟΣ»!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Από διαφήμιση της Frulite. Το λέμε όταν κάτι είναι πολύ καλύτερο από κάτι άλλο, «άλλη κατηγορία» ας πούμε.

Ή όταν κάποιος είναι «φρούτο» πολύ πιο πολύ απ' τους άλλους.

- Τι είναι αυτός ο ανώμαλος που μπήκε τώρα στο σάιτ;
- Άλλο φρούτο!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία