Ένα κράμα δυσάρεστου, άσχημου, αμήχανου, ανεπιθύμητου και περίεργου συναισθήματος, προσώπου ή κατάστασης. Παρόμοιο με το κρίντζ.(cringe)

Εμπνευσμένο από τη κ. Κατέλη στο 0:25

Έφτιαξα ένα κέικ για πρώτη φορά. Βγήκε πολύ πνίκει.

Ήπιε πολύ χθές βράδυ και ηταν εντελώς πνίκει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Μουτσέντζα ή αλλιώς μουτζέντζα (πληθ.: μουτσέντζες). Απότομη μετάπτωση της διάθεσης. Από το αγγλικό mood changes.

- Γιατί τόσο νταουνιασμένη η Σουλτάνα;
- Τίποτα μωρέ, της ήρθε περίοδος και την πιάσαν οι μουτσέντζες της.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η φράση "κόβω φτερό" χρησιμοποιείται για κάποιον ο οποίος έχει ξεπεταχτεί απότομα! Πιο συγκεκριμένα, για να περιγράψει κάποιον που είχε καλή συμπεριφορά, αρχές κ.λπ. και τώρα έχει αρχίσει να παρεκκλίνει. Συνήθως, λέγεται για νέα αγόρια και κορίτσια που ξεφεύγουν σιγά - σιγά από τον έλεγχο της οικογένειάς τους και εκδηλώνουν μια πιο προκλητική συμπεριφορά.

- Είδες πώς κυκλοφορεί η Ελευθερία; Τι ρούχα είναι αυτά, αυτή ήταν μαζεμένη.
- Άσ' τα σου λέω, τον τελευταίο καιρό έχει κόψει φτερό!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία