Η αρχαιολογική σκαπάνη του σάη έφερε στο φως τον εξής διάλογο, τον οποίο μετατρέπω σε αυτόνομο λήμμα, τελικά.

acg:
εχω αγνωστη λεξη (φαερόπ) αλλα ειμαι στο σωστο μερος για να τη μαθω;

jesus:
χμμμ, είναι παλιά λέξη, την αναφέρει ήδη ο πετρόπουλος σε λεξικό του κ δεν ξέρω αν είναι δεοντολογικά πρέπον να φτιάξω λήμμα... δίνω φαερόπ σημαίνει πετάω, κ συνεπώς τρώω φαερόπ σημαίνει πετιέμαι από κάποιον. νομίζω το παράδειγμα είναι αποκαλυπτικό της έννοιας. συντάσσεται είτε ως 'το φαερόπ τινός', είτε ως 'φαερόπ', χωρίς καν άρθρο.

poniroskylo: Εικάζω ότι το 'φαερόπ' είναι παραφθορά του αγγλικού fire up. Σημαίνει πυροδοτώ, βάζω μπρος τη μηχανή αλλά και ενθαρρύνω, ενθουσιάζω. Πώς θα λέγαμε 'άιντε, φωτιά στα τόπια, φύγαμε' ή 'δώσε φόκο, να τελειώνουμε'; - κάπως έτσι ίσως να φτάνουμε στο πετάω, καθαρίζω από κάτι.
...
Σόρυ, το ξέχασα. To fire up γίνεται πριν από την εκτόξευση. Και εκτοξεύω σημαίνει και πετάω.

jesus:
ο πετρόπουλος θεωρεί πιθανόν να έχει εισαχθεί απ'τα επτάνησα κ ότι είναι αγγλικής προέλευσης. παραπέμπει στο λεξικό ενός ζώη, το οποίο είναι μικρό όνομα, καθώς όταν θάβει τον μπαμπινιώτη τον αποκαλεί με το μικρό του.

acg:
Ακαδημια Αθηνων και βαλε το σαιτ. Εχω μεινει εκθαμβος, μη σου πω και αναυδος.

sarant:
Ανασταίνω το νήμα για να επιβεβαιώσω ότι το φαερόπ ή φάεροπ είναι πράγματι της ναυτικής γλώσσας, από το αγγλ. fire up. Μου κάνει έκπληξη ότι έχει ελάχιστες γκουγκλιές, διότι, αν δεν κάνω λάθος, είναι και σε στίχο του Σαββόπουλου (αλλά είναι στην ξεχασμένη Μαύρη Θάλασσα)

perkins:
φαεροπ και φάι ρόπι καθ ημας θα πει ακαταπαυστα και συνεχεια. Που χου «..και τους πετάγανε κατι μογδόνια φάιρόπι.»


από τα σχόλια του λήμματος μπούμπιστρο.
να σημειωθεί ότι ο ατσεγκές ήταν πολύ νιούμπης ακόμα, ατονάλ αφού.

να προσθέσω ότι κατά το καλαμισιάνικο λεξικό, «φαερόπ σημαίνει πολλά πράγματα μαζί».

(δεν βρήκα τίποτα στο γούγλε ούτε είμαι σίγουρη αν έχω καταλάβει τι διέαολο είναι αυτό το φαερόπι τελικά, σο αν σκεφθείτε κάτι το κοτσάρω πάραυτα).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία