Ευμέγεθες και πολυτελές ΣΟΥΒ (SUV, στα ελληνικά τζιπ) μεγάλου κυβισμού, που πίνει τον κώλο του σε βενζίνη (μπεκρής) και δυσκολεύεται να στρίψει στα στενά δρομάκια της Αθήνας, με αποτέλεσμα να γαμάει την ψυχολογία όσων περιμένουν από πίσω.

Συνώνυμο: τζιπούρα (αυτονομημένο εκ του γνωστού βραχέος ανεκδότου).

Χρειάζεται προσοχή όταν, ως αγανακτισμένοι οδηγοί, εκτοξεύουμε μπινελίκια κατά του οδηγού προπορευομένης νταλίκας. Τέτοιου είδους ενεργοβόρα και κραυγαλέα μέχρι σημείου χυδαιότητας οχήματα, αποτελούν αγαπημένα toys μπράβων, ναρκεμπόρων, νονών και άλλων γαμιάδων, που δεν το 'χουν σε τίποτα να κατέβουν και να σου ρίξουν μερικές φιλικές μπάτσες (στην καλύτερη περίπτωση), έτσι για να τους θυμάσαι. Αν την νταλίκα οδηγεί γυναίκα, βρίζουμε ελεύθερα.

  1. Πού πας μωρή σάπια με την νταλίκα, αφού δεν το 'χεις με το άθλημα, κάτσε σπίτι πλύνε κάνα πιάτο.

  2. Πού να στρίψει ρε ο μαλάκας με τη νταλίκα, ούτε του αγίου πούτσου ανήμερα. Καβάλα πεζοδρόμιο κι έφυγες.

βλ. και μαούνα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η λεσβία με ανδροπρεπή, βαρβάτα, macho χαρακτηριστικά.

Μάλλον συνεκδοχή από τον νταλικέρη και την νταλικέρισσα και την στερεότυπη εικόνα αυτών: χοντροκομμένη, με χυδαΐζουσα συμπεριφορά, μη μονογαμική, κτητική. Η λεσβία που δεν έχει και δεν ενδιαφέρεται να έχει θηλυπρέπεια.

Λέγεται και αυτοσαρκαστικά. Υπάρχει άλλωστε και ομώνυμο περιοδικό λεσβιακού ενδιαφέροντος.

  1. Από εδώ:

Λέτε στην ψειρού να ζήσει και τις χαρές του σαπφικού έρωτα; (να την κάνει bitch της καμιά βαρβάτη νταλίκα με διαστάσεις Shaquil O' Neil και να τη βάζει να της φέρνει τις αρβύλες - με το απαραίτητο slap στον κώλο βεβαίως βεβαίως). Ωραία εικόνα...

  1. Από εδώ (ο διάλογος αναφέρεται στο ομώνυμο περιοδικό):

- Με αυτό τον τίτλο όμως μπορεί να παρεξηγηθούν οι νταλικιέρηδες.
- Μα, γιατί; Κάποιες λεσβίες είναι νταλίκες (με την έννοια ότι είναι ανδροπρεπείς). Δεν είναι ψέμα αυτό. Εξ ου και ο τίτλος του περιοδικού.

  1. Από εδώ:

Νταλίκα λένε τη βαρβάτη λεσβία στην πιάτσα.

  1. Από εδώ (chat):

<oldman> tha hmouna poly ntalika an hmoun female me nick «oldman»

Εμβληματική νταλίκα (από Khan, 17/05/12)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία