Ευμέγεθες και πολυτελές ΣΟΥΒ (SUV, στα ελληνικά τζιπ) μεγάλου κυβισμού, που πίνει τον κώλο του σε βενζίνη (μπεκρής) και δυσκολεύεται να στρίψει στα στενά δρομάκια της Αθήνας, με αποτέλεσμα να γαμάει την ψυχολογία όσων περιμένουν από πίσω.
Συνώνυμο: τζιπούρα (αυτονομημένο εκ του γνωστού βραχέος ανεκδότου).
Χρειάζεται προσοχή όταν, ως αγανακτισμένοι οδηγοί, εκτοξεύουμε μπινελίκια κατά του οδηγού προπορευομένης νταλίκας. Τέτοιου είδους ενεργοβόρα και κραυγαλέα μέχρι σημείου χυδαιότητας οχήματα, αποτελούν αγαπημένα toys μπράβων, ναρκεμπόρων, νονών και άλλων γαμιάδων, που δεν το 'χουν σε τίποτα να κατέβουν και να σου ρίξουν μερικές φιλικές μπάτσες (στην καλύτερη περίπτωση), έτσι για να τους θυμάσαι. Αν την νταλίκα οδηγεί γυναίκα, βρίζουμε ελεύθερα.
Πού πας μωρή σάπια με την νταλίκα, αφού δεν το 'χεις με το άθλημα, κάτσε σπίτι πλύνε κάνα πιάτο.
Πού να στρίψει ρε ο μαλάκας με τη νταλίκα, ούτε του αγίου πούτσου ανήμερα. Καβάλα πεζοδρόμιο κι έφυγες.