Διασκεδαστική, ομαδική παιδιά που παιζόταν σε ειδικά διαμορφωμένες αίθουσες συγκεκριμένης Κρατικής Υπηρεσίας μετά την 4η Αυγούστου 1936.

Η καταγραφή του λήμματος γίνεται (α) για καθαρά ιστορικούς λόγους, εφόσον η εν λόγω παιδιά έχει προ πολλού λησμονηθεί μαζί με την χαριτωμένη επαγγελματική σλανγκ που την συνόδευε, (β) προς τιμήν της παμπάλαιας (και ατυχησάσης) εξισώσεως Γλώσσα + Μνήμη = Αυτογνωσία.

(Η μνήμη του λημματογράφου ανέβασε στροφές μετά την τυχαία ανάγνωση άλλου λήμματος, σχετικού με τσουβάλια και οικόσιτα αιλουροειδή. Οι ευχαριστίες είναι αυτονόητες).

[...] στερέωσε λοιπόν [...] τρία χοντρά καλαμάρια ανάμεσα στα δάχτυλά μου, ύστερα σφίγγοντάς τα, με τα δυό του χέρια, με όλη του τη δύναμη [...] ύστερα, όπως είχαν μελανιάσει και λίγο εξαρθρωθεί στις βάσεις τους τα δάχτυλα πήρε ένα κομμάτι δαδί [...] και το πριόνιζε. Αυτό το παιχνίδι ματώνει ανάμεσα στα δάχτυλα, κι επειδή μένουν κομματάκια ξύλο μέσα στο δέρμα είναι το μόνο μέρος που έπιασε το κορμί μου πύο. Έχει πόνους και ξάναμμα, είναι το λεγόμενο στο λεξιλόγιο των ανακριτών «πριόνι».

[...] Ο υπομοίραρχος [...] πρόσταξε [...] «Φέρτε τον κύριο εισαγγελέα». Σαν άκουσα για εισαγγελέα πετάρισε η ψυχή μου. Είπα, περνά η υπόθεσή μου στη δικαιοσύνη [...] κι άλλα σκεφτόμουνα ώσπου να γυρίσει με ένα ματσούκι στο χέρι [...] ήταν ένα γυαλιστερό καουτσούκ ως μισό μέτρο μάκρος, με μετάλλινη χειρολαβή, γεμάτο στις επιφάνειές του αγκύλες όπως εκείνες του βάτου [...] στο πρόσωπο και στο κεφάλι μου, που αμέσως πετάγονταν χοντρές σταγόνες από αίμα [...] «Να ο εισαγγελέας βρε χτήνος, που περίμενες κανέναν νερόβραστο με γυαλιά και κολάρο [...] βάλτε του τα χέρια πάνω στο τραπέζι να τα λιανίσω του χτήνους! Τι χρειάζονται τα χέρια σ' έναν Βούλγαρο!»

(Αποσπάσματα από το βiβλίο του Γιάννη Μανούσακα «Ακροναυπλία, θρύλος και πραγματικότητα»)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία