Από το αγγλικό fuck. Σημαίνει γάματα, γάμησέ τα, πω ρε πούστη, όχι ρε πούστη, έλα ρε μαλάκα, όχι ρε μαλάκα, τ' είπες τώρα!, είναι τεσπα δηλωτικό έκπληξης. Ενίοτε λέμε και «φακ ρε!»

Είναι πιο λάιτ φάση, δηλ. το χρησιμοποιούμε για να μην πούμε όλα τ' άλλα στα ελληνικά και μας πουν βρωμόστομους.

Επίσης σημαίνει και «άντε και γαμήσου», «γαμιέσαι» κλπ, και το βλέπουμε και ως ρε «άει φακ ρε».

Το φακ το έχουμε και σε άλλες εκφράσεις, βλ. γουαταφάκ, γουανταφάκ, μαδαφάκας, μαλαφάκας, φακ απ (fuck up).

  1. ΦΑΚ ΡΕ ΦΙΛΕ, ΦΑΚ ! Δεν το εύχομαι ούτε στον πλεον ορκισμένο εχθρό μου! Είχα μαζέψει μπόλικα αρχεία στο desktop ... Ευκαιρία ηταν να ταξινομήσω τα αρχεία στους σχετικούς φακέλους και μετά να έπαιρνα και ένα back up ...Ο ταλαιπωρημένος υπολογιστής άρχισε να αργει χαρακτηριστικά. Ένα restart θα βοηθήσει την κατάσταση σκέφτηκα, και ….μας τελείωσε! Χτύπησε ο δίσκος!

  2. Ρε άντε και φακ γιου
    Νομίζατε ότι γλυτώσατε, έτσι; Σας είχα αφήσει καιρό λάσκα και τώρα κουνάτε κωλαράκια σα στράκια που ψωνίζονται στο Ζάππειο, ε;

από το δίχτυ όλα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε