Αυτός, δηλαδή, που έχει φαρμάκι στο πέος.
Υποθετική ιδιότητα που αποδίδεται κακοπροαίρετα και χωρίς βεβαίως προηγούμενη εργαστηριακή εξέταση, σε άνδρα, ο οποίος είχε την ατυχία να χάσει τουλάχιστον δύο συζύγους από ασθένεια.
Βλ. και φαρμακομούνα.
- Έμαθες τα νέα; Θυμάσαι τον Αλεχάντρο, που μετά το θάνατο της Χουανίτας ξαναπαντρεύτηκε; Έ, λοιπόν πέθανε και η δεύτερή του γυναίκα!
- Πώωωω! Τι μου λες ρε πούστη μου… Μα καλά, φαρμακοπούτσης είναι;