Αποτελεί (συγ)κομμένο/καμένο τύπο, όχι όμως όπως τα κομμέ που κόβουν την τελευταία συλλαβή, αλλά την πρώτη, εν τη πρύμνη του αλόγου. Φωνολογική αλλοίωση - τροποποίηση που προκύπτει από τη γρήγορη εκφορά του λόγου, δηλαδής. Παλιά ήταν δημοφιλής ανάμεσα στην προεφηβική και εφηβική σλανγκ (παλιά μαγκιόρικη και κούλικη σλανγκιά). Προκαλεί για επεξήγηση.

- Κι εσύ 'λαδή, πότε θα γυρίσεις να συνεχίσουμε;
- Όταν σπάσω από της θειας μου ή με τζάσουνε... Άσε κι είναι μια γριόλα, η τζατζόγρια... Όλα τα τεκνά της παραλιακής παίρνει κι έχει να λέει η γειτονιά. Σε μένα το παίζει κήρυγμα η πουτανομπεμπέκα, 'λαδή άμα πάω να της πω και τίποτα θα μου την πέσουν όλοι τώρα στην επίσκεψη... Αναγκαστικά πάω 'λαδή επειδή είναι οι γονείς κι έτσι... Μαλακία το σκηνικό...
- Εντελώς, 'λαδή.

Στο τέλος της φράσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί και βεβαιωτικά, σε "'λαδή" που έχει προηγηθεί, επιβεβαιωτικά, ότι έχουμε καταλάβει τί μας λέει ο συνομιλητής και δείχνουμε ότι συμπάσχουμε κι όλα. Όταν χρησιμοποιείται στην αποφώνηση, δε χρειάζεται να πούμε άλλη σλανγκιά τύπου:"γάμησέ τα, μαλάκα, ό,τι νά'ναι" κουλουπού, σα σχολιασμό γιατί τον αντικαθιστά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία