Προσφώνηση συνώνυμη των φίλος, μεγάλε, αρχηγέ, μάστορα, και ταλιμπάν, αλλά με ελαφρώς ειρωνική χροιά.

Eκ του τσιμπώ > ἐμπίς (κουνούπι) / ἐμπίζω. Ο τσιμπητός παραπέμπει στην εγγύτητα, αλλά όχι με την καλήν έννοια.

- Έλα τσιμπητέ μην τσαντίζεσαι... το πρόβλημά σου ποιό είναι τότε; Δε γουστάρεις να βλέπεις μουσουλμάνους στο δρόμο; Γιατί θα σου φάνε τη γκόμενα ή θα σου πάρουνε τη δουλειά σου;
(εδώ)

- Τσιμπητε, μπηκα στα blogs σου και ειδα οτι εχεις ξεσκισει για τα καλα τους νομους περι προσωπικων δεδομενων και πνευματικης ιδιοκτησιας! (εκεί)

- Αν είναι να γίνω σαν κι εσένα τσιμπητέ χίλιες φορές αγράμματος.
(παραπέρα)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Ο χωμένος.

Με πήρε τσιμπητό για αγγαρεία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία