Συνεκδοχικά, και ο άντρας που κάνει τον δύσκολο, τον κομψευόμενο, τον hard to get. Λέμε: «μην το παίζεις γκόμενα».

Ετυμολογίες και παρετυμολογίες:

  1. Θα υποστήριζα ευχαρίστως την εκδοχή που έχει το Λεξικό Μπαμπινιώτη, ήτοι ότι προέρχεται από το ιταλικό gommeno, από το γαλλικό gommeux, από το gomme (=γόμμα), από μια λατινική λέξη, που με τη σειρά της προέρχεται από το ελληνικό κόμμι (every word has a greek root!), το οποίο όμως προέρχεται από το αιγυπτιακό kmjt. Το κόμμι είναι μια κολλώδης αρωματική ουσία, όπου η γκόμενα είναι η αρωματισμένη, αυτή που προσέχει τις λεπτομέρειες της εμφάνισής της, η ηδυπαθής. (Σημειωτέον ότι είναι αντιδάνειο από τους Ιταλιάνους, που το πήραν πιο πριν από μας). Μου φαίνεται πιο πιθανό να είναι αυτό η ετυμολογία, και οι άλλες πολύ ελκυστικές και γοητευτικές ερμηνείες ή παρετυμολογίες. Πάντως,

  2. Κατά το Πονηρόσκυλο, που συνήθως τις οσφραίνεται σωστά τις ετυμολογίες, η ετυμολογία είναι από το βενετσιάνικο gomena = σκοινί της άγκυρας, παλαμάρι. Είναι η ίδια λέξη που στα Ελληνικά εξελίχθηκε και σε γούμενα = καραβόσκοινο. Η σχέση με τις γυναίκες είναι ακριβώς ότι σε δένουν γερά και δεν μπορείς να κάνεις βήμα.

  3. Η ironick δίνει μια επιπλέον καραμελοδραματική διάσταση, παρατηρώντας ότι ο Ανδριώτης λέει ότι gomena ήταν στα ιταλικά η θηλιά που έδενε ο απεγνωσμένος εραστής για να κρεμαστεί.

  4. Η ναυτική προέλευση φαίνεται και στην ετυμολόγηση του liako50: Η λέξη «γκόμενα» προήλθε από την παραφθορά της αγγλικής φράσης «go with men» (η γυναίκα που πάει με πολλούς άντρες, η ανήθικη, η πόρνη). Η λέξη είναι, λένε, εφεύρημα των ελλήνων ναυτικών (πληρωμάτων εμπορικών πλοίων) που παλιότερα δεν γνώριζαν καλά την αγγλική γλώσσα και παραποιούσαν πολλές αγγλικές λέξεις και φράσεις. Από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα παρετυμολογίας methinks.

  5. Από κάποιον είχα ακούσει ότι βγαίνει και από το «ηγουμένη»(!), όχι βέβαια μοναστηριού, αλλά καραβιού, δηλαδή από την γοργόνα που είναι στην πλώρη και ηγείται του καραβιού.

Διαλέχτε και πάρτε!

Έλα ρε Μήτσο, που δεν θες να έρθεις μαζί μας σεξουαλικές διακοπές στην Μουνλανδία! Μην παίζεις την γκόμενα! Θέλει η πουτάνα να κρυφτεί και η χαρά δεν την αφήνει, σε έχουμε μάθει τώρα!

Οστρογότθα Ρεγκίνα (από Hank, 10/06/09)Mata Hari (από baznr, 11/06/09)

Σύγκρινε με κυρία.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πέρα από τους ήδη υπάρχοντες ορισμούς (που, κατά την ταπεινή μου άποψη, δεν κατατάσσουν τη λέξη στην κατηγορία των slang, εφόσον περιλαμβάνεται σε όλα τα λεξικά –που όλα συμφωνούν για την Ιταλική προέλευση της– και γενικά γίνεται ευρεία χρήση της με την έννοια της ελκυστικής γυναίκας (Λίλιαν) ή της γυναίκας που κάποιος έχει εξωσυζυγική σχέση), η λέξη χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις γυναίκες γενικά.

Βλέπε παράδειγμα;)

- Πώς πάει ρε η νέα σου δουλειά;
- Μια χαρά ρε... πολύ ενδιαφέρουσα...
- Κάνα όμορφο κοριτσάκι παίζει;
- Τι να σου πω ρε φιλαράκι... 42 άτομα προσωπικό, οι 36 άντρες και μόνο 6 γκόμενες και αυτές μπάζα...
- Πωω ρε τύπε, αρχιδόκαμπος σωστός...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Η λέξη «γκόμενα» προήλθε απο την παραφθορά της αγγλικής φράσης «go with men» (η γυναίκα που πάει με πολλούς άντρες, η ανήθικη, η πόρνη). Η λέξη είναι εφεύρημα των ελλήνων ναυτικών (πληρωμάτων εμπορικών πλοίων) που παλιότερα δεν γνώριζαν καλά την αγγλική γλώσσα και παραποιούσαν πολλές αγγλικές λέξεις και φράσεις.

Ρε συ, ωραία γκόμενα η περιπτερού απέναντι απ' το σπίτι σου.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το όπλο (συνήθως το G3 για τους απλούς φαντάρους) στην στρατιωτική διάλεκτο. Ο χαρακτηρισμός προέρχεται από την κλασσική προτροπή κάθε λοχία προς τους νεοσύλλεκτους:
«Τα όπλα σας να τα προσέχετε και θα τα αγαπάτε σαν τις γκόμενες σας, μην σας τα φάνε».

Πω πω άφησα ξεκλείδωτη την γκόμενα στον θάλαμο και θα φάω πάλι καμπάνα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία