Στην αργκό των πλακάδων, μπισκότο λέγεται η τοποθέτηση των πλακακιών στην γωνία που εξέχει, έτσι ώστε το ένα να έρχεται στην ευθεία του τοίχου και το άλλο να επικαλύπτει την μικρή έδρα του πρώτου.

Αντίθετα όταν και τα δύο είναι κομμένα λοξά (φάλτσα) συναντώνται οι ακμές σχηματίζοντας ακμή με τις σμαλτωμένες επιφάνειες. Τότε το λένε φάλτσο.

Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της κάθε τεχνικής:

  • φάλτσο:+ Καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα καθώς δεν φαίνεται η μικρή και ασμάλτωτη πλευρά των πλακακιών που έχει άλλο χρώμα (συνήθως κεραμιδί).- Φασαριόζικο και χρονοβόρο κόψιμο για να κοπούν όλα με το σωστό φάλτσο για να ταιριάζουν μεταξύ τους, με πιο πολλές πιθανές απώλειες. Με το παραμικρό μικροχτύπημα η γωνιά από τις σμαλτωμένες επιφάνειες σπάζει και κάνει κοχίτσες γιατί είναι πολύ λεπτή και σκληρή.
  • μπισκότο:+ Μεγαλύτερη αντοχή σε χτυπήματα γιατί το πλακάκι διατηρεί όλο το πάχος του, ευκολότερο-γρογορότερο κόψιμο.- Φαίνεται η ασμάλτωτη πλευρά. (Αυτό μειώνεται κάπως διαλέγοντας από ποια μεριά θα μπει ώστε να φαίνεται λιγότερο.)

- Τις γωνιές πώς τις θες; Φάλτσο ή μπισκότο;
- Δηλαδή;
- (Εξηγεί με τα χέρια και δύο πλακάκια.)
- Φάλτσο δεν είναι πιο όμορφο;
- Αφού θα βάλεις ντουλάπι και δε θα φαίνεται, δεν το κάνουμε μπισκότο να μη σπάει κιόλας (να ξεμπερδεύω τσακ μπαμ με τα κωλοντούβαρό σου, αφού δε θα μου βαλεις και ΙΚΑ τσίπη, καραγκιόζη).
- Εντάξει μπισκότο, αλλά την άβαφτη από τη μέσα μεριά να μη φαίνεται (άντε να τελειώνουμε που βάζεις δέκα πλακάκια τη μέρα και παίρνεις το μεροκάματο με τον καφέ, το τσιγάρο και το κινητό).

Πάνω μπισκότο - κάτω φάλτσο (από dryhammer, 21/11/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το «μικρότερης ηλικίας αρσενικό που φλερτάρεται από μεγαλύτερης ηλικίας κοπέλα»...

Έχει και το ρήμα «μπισκοτίζω» ...

  1. Μεταξύ φιλενάδων:
    - Τι κάνεις τον τελευταίο καιρό;; Είσαι μόνη;;
    - Όχι ακριβώς.,. μπισκοτίζω!! Βρίσκω μικρά μπισκοτάκια και τα τρώω!

  2. Μεταξύ μεγαλοκοπέλας και νεαρότερου αρσενικού:
    - Είσαι πολύ καλή!!!
    - Αχ μπισκοτάκι μου.. τέτοια μου λες και στο τέλος θα σε φάω!!!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Υπάρχει ένας αστικός μύθος για ένα παιχνίδι που παίζεται ως εξής:

Τέσσερα ή και περισσότερα καρφιά μαζεύονται σε ένα σπίτι και μη έχοντας τίποτα καλύτερο να κάνουν παίζουν το μπισκότο. Αρχίζουν και βαράνε ταυτόχρονα και όποιος τελειώνει, τελειώνει πάνω σε ένα μπισκότο. Ο τελευταίος που δεν έχει τελειώσει...τρώει το μπισκότο.

Συνεπώς η έννοια του μπισκότου είναι διπλή:

α. Παίζω το μπισκότο: Βαριόμαστε πάρα πολύ, κωλοβαράμε

β. Τρώω το μπισκότο: Αποτυγχάνω παταγωδώς. Σκατάσταση. Κάθομαι στο παγωτό

α.
- Έλα ρε, τι λέει; Τι κάνατε χτές;
- Τίποτα, σκάσανε από εδώ οι άλλοι και μαλακιστήκαμε.
- Και τι κάνατε δηλαδή;
- Παίζαμε το μπισκότο ρε μαλάκα, τι κάναμε, τίποτα....

β. - Ρε, έχεις τσιγάρα;
- Όχι, ούτε εσύ έχεις;;;
- Όχι....φτουυύ. Και τώρα τι θα κάνουμε;;
- Τώωωρα, θα φάμε το μπισκότο...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το cookie στον υπολογιστή. Υποκοριστικό, το μπισκοτάκι.
Πληθυντικός, τα μπισκότα, τα μπισκοτάκια

Πώς βρίσκετε το μπισκότο:
Ακολουθείτε τη διαδρομή:
Documents and Settings > Όνομα υπολογιστή > Cookies

Εγώ πάντως τέτοιο μπισκοτάκι δεν βρίσκω πουθενά στον υπολογιστή μου και, συνεπώς, ο ΙΕ εξακολουθεί να είναι μουλαρωμένος. Ο FF μία χαρά παίζει :-((

ούτε εγώ το έβρισκα. Έκανα το εξής:
έχω ΙΕ7. Πήγα στα Tools > Internet Options > General > Browsing History > Settings > View Files. Εκεί θα εμφανιστούν τα μπισκοτάκια.

(Από συζήτηση σε forum)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε

Μπισκότο στην Καλιαρντή σήμαινε τον χουντικό, απλό υποστηρικτή του δικτάτορα ή/και χαφιέ. Η σημασία προέκυψε συνειρμικά από τα μπισκότα Παπαδοπούλου.

Η λέξη πριν το ’67 ήταν μπισκοτότεκνο και σήμαινε τον αξιαγάμητο στρατιώτη, το λόμπα. Ο στρατός γενικότερα ελεγχόταν από επίδοξους χουνταίους. Όταν μας έκατσε λοιπόν ο φλεγόμενος φοίνικας, η λέξη μπισκότο αυτονομήθηκε για να καλύψει τις ανάγκες των ομοφυλόφιλων, πολλοί απ’ τους οποίους φύσει και θέσει ήταν αντικαθεστωτικοί. Με τη μεταπολίτευση και κυρίως μετά το ’81 η λέξη περιέπεσε σε αχρησία. Στο μεταξύ οι ομοφυλόφιλοι οργανώθηκαν (ΑΚΟΑ) και το ’78 κυκλοφόρησαν ένα από τα πιο προχώ περιοδικά (ΑΜΦΙ), που έφεραν τους ομοφυλόφιλους κοντά στο ενεργό και ανήσυχο φοιτητικό (και όχι μόνο) κίνημα της αμφισβήτησης. Κατηγορήθηκαν για ελιτισμό-Βελτσισμό από αντίπαλη ομάδα, με το περιοδικό Κράξιμο και το ’88 το ΑΜΦΙ σταμάτησε να κυκλοφορεί. Κι οι χαφιέδες έπιασαν αλλού δουλειά.

Σχετικό γλωσσάρι:

κατσικέ: ο αριστερός
ναψιάρης: το καρφί, ο καταδότης, ο κουτσομπόλης, ο σπιούνος (ίσως εκ του αναψιάρης
προβατέ: ο δεξιός
τζασροβεσπάκης: ο φασίστας

Δε γνωρίζω αν οι νεότεροι ομοφυλόφιλοι επινόησαν ξανά τη λέξη μπισκότο (ως κολομπαράς) από τα El bisko (o Xότζας ίσως μας διαφωτίσει).

Βλ. επίσης μπισκότο, τα cookies στον κομπιούτορα.

Πηγή: Πετρόπουλος και πρωτογενής έρευνα.

H Πάολα και ο Μητσάρας σε αφισοκόλληση κάπου το ’80, μεσάνυχτα, ο Μητσάρας κολλάει κι Πάολα κάνει τον τσιλιαδόρο σιγομουρμουρίζοντας το εξής:

“Πω-πω-πω μια ευκαιρία
Ψηφίστε Μανολία
Να’ χει ο δρόμος δυο τζουρά (ουρητήρια-ψωνιστήρια)
Και όχι υπουργεία,
Να πηγαίνουν οι αδερφές
Να δικέλουν σερμελιές (να κόβουν μπαργαλάτσους)
Και ν’ αβέλουν τις μπαρές” (να διαλέγουν τους χοντρούς)
(Πετρόπουλος)

Μητσάρας: “Σιγά ρε, κι οι τοίχοι έχουν αφτιά”.
Πάολα: “Παντού μπισκότα...”
Και μετά από λίγο η Πάολα λέει βραχνά: “Τζάσε Μητσάρα, μπισκότο, μπισκότοοο!”

αυτό λες μάλλον... (από BuBis, 30/09/09)Ένας Παπαδόπουλος μας χρειάζεται! (από Khan, 03/10/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία