Σκληρό χαρτάκι κυλινδρικά διπλωμένο που τοποθετείται ως επιστόμιο στο τσιγαριλίκι, με σκοπό να αποτρέψει αυτόν που θα το καπνίσει από το να τρώει σε κάθε ρουφηξιά καπνό με μαύρο και γίνει και το τσιγάρο μπουρδέλο. Εννοείται πως ο σωστός μπαφόβιος δεν βάζει ποτέ φιλτράκι στο γάρο. Για τη τζιβάνα χρησιμοποιείται ό,τι σκληρό χαρτί βρεθεί πρόχειρο, συνήθως λοιπόν ένα κομματάκι που σκίζεται από τα πακέτα των τσιγάρων.

Η τζιβάνα είναι βασικό στοιχείο για ένα σωστό τσιγαριλίκι, καθώς υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να είναι πολύ σφιχτή και να μην ρουφιέται ο καπνός εύκολα. Αναγνωρίζοντας τη σημασία της στην λήψη ευκρινών σημάτων από το μαύρο, ο σοφός λαός κατέληξε: στη τζιβάνα δώσε βάση το τσιγάρο μη χαλάσει.

  1. - Κάντο πάσα το τσιγάρο ρε!
    - Μια τζουρίτσα ακόμα...
    - Τι τζουρίτσα, όλο μόνος σου το πίνεις κι εμένα μου αφήνεις τη τζιβάνα!

  2. - Σκατά την έφτιαξες τη τζιβάνα ρε μαλάκα! Δεν ρουφάει το γαμίδι...
    - Βγάλτη και το πίνουμε έτσι...

(από LoNas, 24/08/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Το επιστόμιο των τσιγάρων.

- Βάλε τζιβάνα στο τσιγάρο για να ρουφάει καλύτερα.

(από Khan, 31/07/13)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία