Ο κιμπάρης, ο άντρας που γουστάρει να απολαμβάνει το καλό φαγητό,τα ωραία ξίδια, τις ωραίες γκόμενες. Αυτός που ξέρει να ζει.

Επίσης είναι και αυτός που καυλαντίζει (βλ. καυλαντίζω).

- Λοιπόν, παίδες πήρα επιτέλους την προαγωγή που περίμενα. Πάμε το βραδάκι για κάνα τσίπουρο και μετά σε κάνα στριπτητζάδικο; Κερνάω!
- Να μου ζήσεις ρε καυλάντη! Πάμε να γουστάρουμε!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία