Επιτίθεμαι σε κάποιον με κάποιο τρόπο ο οποίος προσδιορίζεται μετά το ρήμα.

  1. - Τι είπες ρε; Θες να σε κεράσω κάνα μπουκέτο τώρα;

  2. - Θα στο κεράσω το μπουκάλι... στη μάπα

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Προσφέρω μεζέ.

-Άσε κάναμε πρωκτικό και πάνω στην κορύφωση, παίζει φάση Νικολούλη! Η κοπέλα με κέρασε κανονικά, με τράταρε!
-Κι εσύ πώς αντέδρασες;
-Α, όλα κι όλα! Της ανταπέδωσα το κέρασμα!

Βλ. και σκατό στην άκρη του τούνελ

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Πέρδομαι και το δηλώνω στην υπόλοιπη παρέα για να...
- εκτιμήσει την προσφορά μου
- λάβει τα μέτρα της
- πείσω για την ειλικρίνεια και αγάπη μου σε αυτούς
- δω τις φάτσες τους
- φτιάξω ατμόσφαιρα
- βγάλω την υποχρέωση απέναντι σε άλλους που έχουν κεράσει ήδη...

- Να κεράσω άλλη μια;
- Βάστα κερνάω εγώ τώρα... πράοορτς!...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Δίνω πίπα.

- Πώς πήγε χθες; Γάμησες;
- Όχι την κέρασα, όμως, μια πίπα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Κλάνω.

(μέσα στο ανανσέρ)
- Καλά ρε μαλάκα, κέρασες; - Χαχαχα.. - Μα τι ζώο που είσαι! Δεν μπορούσες να περιμένεις μισό λεπτό μέχρι να βγούμε έξω;

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία