Έχουμε πρώτα διαβάσει τον άλλο ορισμό; Ωραία!

Σε παρόμοιο πνεύμα, «εγώ» είμαι επίσης το αυτοκίνητό μου. Κι εσύ το δικό σου, και ούτω καθεξής.

Λέγεται από τον οποιονδήποτε, όχι μόνο από άτομα με ιδιαίτερο μεράκι για τα αυτοκίνητα. Συνήθως όμως σε συμφραζόμενα σχετικά με το παρκάρισμα.

  1. Φτάνω σπίτι μου με το αυτοκίνητο. Κάνω βόλτες να βρω θέση. Και πριν καλά καλά κλείσω σαρανταπέντε λεπτά, τσουπ! να τος ο θέσαρος! Παρκάρω, και όταν έχω σχεδόν τελειώσει, με πλευρίζει ένας άλλος (δηλαδή ένα άλλο αυτοκίνητο) που επίσης ψάχνει θέση, δεν ξέρει αν παρκάρω ή ξεπαρκάρω, και με ρωτάει: «Έρχεστε ή φεύγετε;»
    Εγώ φυσικά έχω σκοπό να φύγω. Από το αυτοκίνητο. Αν όμως του πω «φεύγω» και αντ' αυτού φύγω, έχει όλα τα δίκια να με βρίζει μετά. Γιατί του είχα πει ότι θα φύγω, δηλαδή ότι θα φύγει το αυτοκίνητο.

  2. Βγαίνουμε από κάπου με ένα φίλο, που θα με πάει σπίτι μου με το αμάξι. Ψάχνουμε πού το έχει παρκάρει.
    -Πού είσαι;
    -Πού είμαι, ε; Χμμμ, για να θυμηθώ...

  3. (Και εκτός παρκαρισιακών συνθηκών):
    -Τι κάνει ρε μαλάκα ο κόκκινος! (αυτός με το κόκκινο)

Δικόγραφο (από Ο ΑΛΛΟΣ, 12/07/09)(από Ο ΑΛΛΟΣ, 12/07/09)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

Βασικά δεν ήξερα πώς να το θέσω το ζήτημα, αλλά τέσπα, αναφέρομαι στην ιδιότροπη σλανγκοχρήση του πρώτου ενικού προσώπου και της σχετικής προσωπικής αντωνυμίας από τους ποδοσφαιρικούς οπαδούς προκειμένου να μιλήσουν για την αγαπημένη τους ομάδα, σε καθημερινές κουβέντες, αθλητικά ραδιόφωνα κλπ.

Εδώ το εγώ = η ομάδα, είναι μια φοβερά περιεκτική οντότητα χωροχρονικά και με κάθε τρόπο: περιλαμβάνει τα πάντα, από τους διεθνείς ακριβοπληρωμένες παίχτες μέχρι τους πλέον τελειωμένους χουλιγκάνους που έχει ο κόσμος (ή λλαός, στα θεσσαλονικιώτικα) της ομάδας, και από την σύνθεση της ομάδας το 1927 μέχρι τους τωρινούς δισεκατομμυριούχους μεγαλομέτοχους του ΔΣ της ΠΑΕ -και καμιά φορά και άψυχα αντικείμενα (όταν η ταύτιση αφορά στο γήπεδο).

Τελικά έχει διανυθεί μεγάλη απόσταση στο δρόμο της ψύχωσης από τότε που ως πιτσιρικάδες λέγαμε «σας γαμήσαμε». Το πρώτο πληθυντικό είναι κάπως πιο νορμάλ.

Απλά φανταστείτε ότι αυτός που λέει τα παρακάτω είναι ο Σπύρος ο ψυκτικός που φτιάχνει τα ερκοντίσιον:

- εγώ έχω γήπεδο (έχει λεφτά το επάγγελμα, αλλά όχι κι έτσι)
- εγώ έχω λαό (ο Σπύρος - εδώ μάλλον Παόκι- ως Έθνος Κράτος)
- εγώ πήγα με το άρθρο 44 (ο Σπύρος κάνει έρωτα με το Σύνταγμα)
- εγώ είμαι καμίνι (ο Σπύρος -εδώ μάλλον ως Τούμπα- είναι θερμόαιμος και από πάνω του πετάνε μπουκάλια και χαρτιά υγείας)
- εγώ σ' έτρεχα (εδώ παίζει να είναι και κυριολεξία)
- εμένα με ξέρει όλη η Ευρώπη (κυρίως λέγεται από το προσωπικό του «Πρέσβη»)

και το κατά την άποψη μου κορυφαίο όλων

- ΕΓΩ ΕΧΩ ΛΕΦΤΑ (η γενιά των 700 ευρώ συναντά τη γενιά των 700 εκατομμυρίων ευρώ, τέλος, τα πάντα όλα).

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία