Η γοητεία.
Από το τούρκικο al beni= πάρε με.
- Πολύ αρχοντομούνα η τύπισσα, έχει το αλμπενί της.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Η ανωτερότητα, η ποιότητα, το κιμπαριλίκι, εκείνο το κατιτίς που κάνει κάποιον να ξεχωρίζει. Το αλμπενί παρεμπιπτόντως το δείχνουμε, τουτέστιν μεθερμηνευόμενον δε συντάσσεται με άλλα ρήματα.
- Μα τη μία μέρα να μου λέει μωρό μου για σένα ζω και την άλλη να πηδιέται με τον Κοσμά; - Έλα ρε μαλάκα, δείξε το αλμπενί σου και γραψ' την στ' αρχίδια σου. Το τσόκαρο.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!