Η κόκα, το γαμήσι, το χρήμα.
- Τίγκα στο κοκό ήταν η Νίτσα χτες.
- Σήμερα δεν έχει κοκό, έχω πονοκέφαλο.
- Τέρμα το κοκό. Πρέπει να βρω καλύτερη δουλειά.
Η κόκα, το γαμήσι, το χρήμα.
- Τίγκα στο κοκό ήταν η Νίτσα χτες.
- Σήμερα δεν έχει κοκό, έχω πονοκέφαλο.
- Τέρμα το κοκό. Πρέπει να βρω καλύτερη δουλειά.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Η κοκαΐνη ή αλλιώς κόκα. Συνήθως την μετράνε σε gr, δηλαδή γραμμάρια.
Θα πιούμε την κοκό μας και θα πάμε στο πάρτι.
Τρία gr κοκό φτάνουν.
Σχετικά: κοκορέτσι, κοκόρι, κοκακόλα, αναψυκτικό
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!