Είναι μια πουτάνα που ξεκώλιασε το μουνί της.

Ο Θόδωρος ξεκώλιασε το μουνί του της προάλλες.

Δες ακόμη: ξεκωλόμουνο, ξεκωλοπατόμουνο, -μούνα, -γκόμενα.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία