(Ηχομιμητικό) Η αιφνίδιος κατάληψις υπό ακατασχέτου διάρροιας.

Προέρχεται ως προς τον ήχον, από το χαρακτηριστικό φύσημα (φφφφρρρρρρρτττττττ) που κάνει η σερπαντίνα κατά τας εορτάς της Απόκρεω, κατ' αναλογίαν προς τον ήχον της ασχηματίστως εκτοξευομένης κενώσεως.

Ως δε προς την εικόνα, παραλληλίζεται το ταχύτατο ξετύλιγμα της σερπαντίνας με αυτό του κωλαντέρου του ατυχούς χέστου.

Συνώνυμα: τσίρλα, ζουμί, θόλωσα τα τζάμια, μου φύγανε με πίεση, τα γιόμισα, ευκοίλια, διάρροια, κλάνω φακές, με πήγε μίλκο, έχω ασχηματίστους κενώσεις (!)

-Ρε Μάκη, έχει χαρτί στην τουαλέτα;
-Ναι, γιατί; -Ρε γαμώτο, έφαγα ένα παγωτό το πρωί και με χάλασε. Μ' έχει πάει σερπαντίνα όλη μέρα. Προλαβαίνω και δεν προλαβαίνωωωωωωωωωωωωω...

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία