Ο πάρα πολύ βλάκας, ο εντελώς τελείως.

Σχετικά με την ετυμολογία οι γνώμες διχάζονται. Άλλοι λένε ότι παράγεται από το παν + βλάκας (κατά το πανγαμάτωρ) με την παρεμβολή ενός ι για να είναι πιο σένιο και άλλοι ότι παράγεται από το αρχαίο επίρρημα πάνυ που σημαίνει πάρα πολύ.

Και τα τέσσερα χρησιμοποιούνται αβέρτα και η σειρά με την οποία μπήκαν στο λήμμα εκφράζει τη συχνότητα με την οποία εμφανίζονται στη γούγλη.

Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση.

Και πανίβλακας και θρασύς. Θεέ Αντώναρε.. (από εδώ)

φάλαινα όρκα έφαγε τον (πανύβλακα καριόλη) εκπαιδευτή της (από εδώ)

Και από την άλλη το άλλο Νεοεποχικό φρούτο, ο Γιωργάκης (λαμόγιο δεν μπορώ να τον πω γιατί είναι πανύβλαξ και έχει συνεπώς το ακαταλόγιστο)... (από εδώ)

Θα προτιμούσα αντί να με αποκαλείς πανίβλαξ να πρότεινες κάτι πιο επικοδομητικό... (από εδώ)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία