Ο ερωτοχτυπημένος, ο καψούρης, αυτός που αγαπάει σφόδρα. Η ρίζα είναι προελεύσεως τουρκικής [τουρκ. sevdalι], από τη λέξη sevda που σημαίνει έρωτας, πάθος. Χρησιμοποιείται συχνά σε ρεμπέτικα τραγούδια.

  1. «Πριν σε γνωρίσω σεβνταλής
    ήμουν και κατεχάρης
    κι εδά στο νου παράουρος,
    τσ'αγάπης διακονιάρης.»

  2. Είμαι χασάπης σεβνταλής, που μ' έχει μπλέξει πάλι
    μια ζωντοχήρα σε μπελά, σε ντέρτια θα με βάλει.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία