#1
nikolaou

στο μουνήλατος

Ευκλεής ο Δον Μήτσος!

Ασυστόλως εμπνευσμένος, αυθαδώς παραθέτω συνέχειαν του έπους, δίκην

«Πάνω σ’ έναν ξένο τοίχο».

Στο λιμανάκι σαυρογαμοκαβρωμένος
έμπαινε κι έβγαινε – στο τέλος μεθυσμένος
«Γλυκιά μου νύστα, τον Μορφέα βρες στα βάθη σου»
ψέλλισε κι έγειρε στη σκοτεινιά της άβυσσου,

σε μαψωλείο του βυθού όλο το βράδι
σαυρογαμοκαραβοκύρης στο σκοτάδι.
Με το ξημέρωμα και την δροσιά της αύρας
να σαβουρογαμόκαβρος – φωτιά και λαύρα!

Σκάει μύτη ζόρικος, με βλέψεις για καράβι.
Καβρομαχία και καβροκαβγάς ανάβει.
Οι καβρομάχοι αγκομαχούν στο λιμανάκι
μα ξάφνου: «Σύρμα! Καταφτάνει το μουνάκι!»

«Ώρα καλή, σαυρογαμοκαραβοκύρη»
λέει του, κι ήταν να το πίνεις στο ποτήρι.
«Γεια σου και σένα» λέει στον σαβουρογαμόκαβρο
να τού καλμάρει τον θυμό, τον λαύρο κάβρο.

Κοιτάζονται όλοι, τι να πουν… Τέρμα τα μίση!
Σαύρα, σαβούρα… Η αγάπη ας μιλήσει.
Μαζί σαλπάρουν στο καράβι φιλιωμένοι,
Κι όλοι το ξέρουν το καράβι ποιος το σέρνει.