#1
poniroskylo

στο Δον Κιλώτης

Δεν είχαμε το λήμμα, είχαμε όμως τον χρήστη Don Kilotis.

#2
poniroskylo

στο πρωκτόμπαλες

...και του κυρίου, και του κυρίου...

#3
poniroskylo

στο προσποίηση

Στην αγγλική ποδοσφαιρική αργκό υπάρχει η έκφραση «give the keeper the eyes» - κατά λέξη, δίνω στον τερματοφύλακα τα μάτια... είναι σε φάση που ο επιθετικός είναι τετ α τετ με τον τερματοφύλακα, τον κοιτάει στα μάτια, και μετά στρέφει το βλέμμα του προς τη μια πλευρά και στέλνει τη μπάλα από την άλλη. Η προσποίηση αυτή στα ελληνικά αποδίδεται και τη φράση «τον ψώνισε» - που έχει, όμως, και ευρύτερη χρήση.

#4
poniroskylo

στο γάλα

Εμένα μου λες... όπως δεν εκλαμβάνεται να υπονοεί κάτι και το «Η Μαρία κάνει καλό φραπέ», ας πούμε;

#5
poniroskylo

στο τραβάγια

Το λινκ σου είναι στο μπλογκ του σαραντ, νο; Όχι στα δικά μας ντράβαλα.

#6
poniroskylo

στο τραβάγια

Και σε αυτό το σάη έχει γράψει σχετικά ο sarant στο λήμμα ντράβαλα.

#7
poniroskylo

στο χαμούρα

Iron, ο βασικός λόγος που δεν θα συμφωνούσα με την ετυμολόγηση από το χάμω είναι ότι το χαμούρα είναι παλαιόθεν συνηθέστατο και στη Βόρεια Ελλάδα όπου το χάμω είναι σπανιότατο έως άγνωστο.

Θενξ, στέφανε. Δεν είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε ο Μπαμπινιώτης να προκρίνει την ετυμολόγηση που δεν είναι τούρκικη.

#8
poniroskylo

στο χαμούρα

Ίσως από την κοινή τούρκικη λέξη hamur = ζυμαρι > χαμούρα, δηλαδή, είναι η ζυμωμένη, η δουλεμένη.

#9
poniroskylo

στο χαμουραμπί

Σε ό,τι αφορά την ετυμολογία της λέξης χαμούρα, πιθανότερη προέλευση μου φαίνεται η κοινή τούρκικη λέξη hamur = ζυμαρι > χαμούρα, δηλαδή, είναι η ζυμωμένη, η δουλεμένη.

#10
poniroskylo

στο τσουρνεύω, τζουρνεύω

Από την γύφτικη λέξη čor (προφέρεται τσορ) = κλέβω. Από τα ρομανί πέρασε στα καλιαρντά και από κει στην κλασική αργκό. Δες και το λήμμα μπουτ - ή, οι επιρροές της ρομανί στα καλιαρντά.

Αντιγράφω από το ΛΚΝ του Ιδρ. Τριανταφυλλίδη:

μουρόχαβλος ο [muróxavlos] O20 : (προφ.) χαρακτηρισμός ιδιαίτερα νωθρού ή αποβλακωμένου ανθρώπου. [ίσως < αρχ. μωρ(ός) κουτός΄ -ο- + χαῦνοςελαφρόμυαλος΄ ([o > u] από επίδρ. του χειλ. [m] και του [r] και εναλλ. ριν. [n] – υγρού [l] από επίδρ. του υγρού [r]) (ορθογρ. απλοπ.)]

#12
poniroskylo

στο φακάτος

Πριν από πολλά χρόνια η Εθνική Ελλάδος έπαιξε με την Αγγλία στο Καυταντζόγλειο στη Θεσσαλονίκη - αν θυμάμαι καλά, χάσαμε 3-0. Καθώς οι ομάδες έμπαιναν στον αγωνιστικό χώρο, ολόκληρο το γήπεδο, πενήντα χιλιάδες μάνιακς, είχε πιάσει το σύνθημα «Ίνγκλαντ-'Ινγκλαντ, φακ οφ». Ολόκληρο το γήπεδο - πλην του τύπου που καθόνταν μπροστά μου και ο οποίος το είχε ακούσει ως «Ίνγκλαντ-'Ινγκλαντ, φακ ος» και έτσι το φώναζε. Μέχρι του σημείου που γυρνάει και ρωτάει: «Ρε παιδιά, γιατί τους λέμε φακούς τους Εγγλέζους;»

#13
poniroskylo

στο κροκόδειλος

Λέγεται και για ανθρώπους που έχουν φάει πάρα πολύ και στη συνέχεια αποχαυνώνονται. Προφανής ο παραλληλισμός με τον κροκόδειλο που τρώει ένα βόδι - λέμε τώρα - και μετά χωνεύει μια βδομάδα.

#14
poniroskylo

στο μπαφάνα

Λέγεται σύμμειξη και συνφυρμός. Αλλά και σύνθλιψη, 'ν'ν' κακό...

#15
poniroskylo

στο δέκα τρώω έναν μετράω

Θενκ γιου τζενυ, θενκ γιου χότζα, θενκ γιου χαν και, βέβαια, θενκ γιου σαραντ... δεν τα ήξερα και κάνατε την ημέρα μου...

#16
poniroskylo

στο δέκα τρώω έναν μετράω

Στο Παπουνάνε... ακόμα γελάω... α, σε καλό μας...

#17
poniroskylo

στο ζουμιά

On dit...

Η μάνα μου, ο ξάδερφος μου, ο παλιός μου ο συμμαθητής ο Μπάμπης ο Σουγιάς, ο καντηλανάφτης της ενορίας, ο Μάκης ο μανάβης, ξέρω 'γω... γενικώς έτσι το άκουγα και το ακούω... νταξ, η διατύπωση δεν είναι ακριβής, δίκιο έχεις, αλλά, ρε πστ, άσε να πέσει και τίποτα κάτω... ;-)

#18
poniroskylo

στο ζουμιά

Και το με παίρνουν τα ζουμιά και το με παίρνουν τα σορόπια, εμείς το λέμε κυρίως με τη σημασία με παίρνουν τα αίματα - κλασικά, από μπουνιά στη μύτη.

#19
poniroskylo

στο κουρατζίνα

Βρίσκω τη λέξη σε ένα γλωσσάρι της ορεινής Πιερίας (εδώ, έκδοση Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών) αλλά με διαφορετική σημασία: κουρατζίνα, η και κουρατζίν,το είναι, σύμφωνα με το γλωσσάρι, ένα μαύρο πουλί που μοιάζει με κοράκι και ζει σε κοπάδια. Αλλού βρίσκω τους τύπους κορατζίνα και κορατζίνι - η επιστημονική ονομασία τους είναι Corvus Corone και είναι, νομίζω, οι κουρούνες. Το κορατζίνα εικάζω ότι προέρχεται από το κορακίνα.

Ομοιοκατάληκτη λέξη με τη σημασία που δίνει ο ορισμός είναι, βέβαια, η καβαλίνα.

Κττμγ, το λήμμα πρέπει να καταχωρηθεί όπως εμφανίζεται στο παράδειγμα και όπως - υποθέτω- λέγεται: Που τα μούνναρα στα πούτταρα τζιαι που τα σκατά στα κότσιρα.

Αγαπητέ Giorgosl_cy, προφ το θέμα άπτεται της συζήτησης περί ιστορικής και φωνητικής ορθογραφίας για την απόδοση της Κυπριακής διαλέκτου την οποίαν αρχίσαμε εδώ - και ελπίζω να συνεχίσουμε. Εν προκειμένω, όμως, υπάρχουν πρακτικά θέματα που ξεκινούν από το ότι μπορεί το *από* και το *που* να έχουν την ίδια σημασία (ακριβώς;;;) αλλά μορφολογικά είναι διαφορετικές λέξεις.

Είχες πει προηγουμένως εκεί ότι ο Ελλαδίτης προφέρει δγιαβάζω, ο Κύπριος προφέρει θκιαβάζω αλλά και οι δυο πρέπει να γράφουν διαβάζω. Αυτό αφήνει να εννοηθεί ότι, αντιστρόφως, όταν βλέπουν γραμμένη τη λέξη διαβάζω, ο Ελλαδίτης θα προφέρει δγιαβάζω και ο Κύπριος θκιαβάζω. Όχι κατ' ανάγκην. Το πώς θα το προφέρει ο Ελλαδίτης εξαρτάται από ποιό μέρος της Ελλάδας είναι (και πώς προφέρει το δ-, αλλά είναι αυτό είναι μια άλλη κουβέντα). Το πώς θα το προφέρει ο Κύπριος εξαρτάται από το αν εκείνη τη στιγμή χρησιμοποιεί την διάλεκτο ή την Κοινή - νοουμένου ότι έχει την δυνατότητα μετάβασης από την μια στην άλλη που σαφώς οι περισσότεροι Κύπριοι πλέον έχουν.

Δηλαδή, για να έλθουμε στο θέμα μας, δεν είναι αυτονόητο ότι ο Κύπριος όπου βλέπει από προφέρει που. Είναι δε βέβαιον ότι ο Ελλαδίτης χρήστης ή επισκέπτης του σάιτ όταν δει το λήμμα όπως είναι καταχωρημένο θα διαβάσει το από ως από και μετά θ' αρχίσει να αναρωτιέται γιατί μπήκε η φράση με έναν τρόπο στο λήμμα και με άλλο τρόπο στο παράδειγμα, άσε δε που δεν θα καταλάβει και το που και θα αναρωτιέται αν είναι αναφορικό ή ερωτηματικό ή τί.

Η λύση που προτείνεις, δλδ να καταγράφεται η διάλεκτος με την ορθογραφία της Κοινής και μετά να δίνεται και η φωνητική ορθογραφία είναι, κατά τη γνώμη μου, αδέξια. Γιατί, κατόπι, θα πρέπει να εξηγήσεις και την σημασία και το πράμα τραβάει σε μάκρος και προκαλεί σύγχυση. Είναι πιο απλό να γίνεται η καταχώρηση με την φωνητική ορθογραφία και στ συνέχεια να παρατίθεται η σημασία - με την ορθογραφία της Κοινής, δύο στην συσκευασία του ενός.

Βτς, νομίζω ότι θα πρέπει να υπάρξει επεξήγηση και της λέξης μούνναρα.

#21
poniroskylo

στο dum spiro, σπέρνω

#22
poniroskylo

στο Αποστόλης

Λάικ.

Ντεβίτσια;

Αν κατάλαβα σωστά ο φίλος Giorgosl_cy εισηγείται, σε γενικές γραμμές, οι λέξεις της Κυπριακής διαλέκτου να αποδίδονται με την ορθογραφία της Κοινής. Αν τον παρεξήγησα, ζητώ συγνώμη. Αν όχι, να επισημάνω ότι, εξ όσων γνωρίζω, αυτό ακριβώς το ζήτημα της ορθογραφίας (ιστορική ή φωνητική, και ή τζαι/τζιαι) αποτελεί θέμα συζήτησης και εντός της Κυπρου και υπάρχουν επιχειρήματα και από τις δυο πλευρές.

#25
poniroskylo

στο κουρδουμπούλι

Γρουμπούλι, άι νόου - το λέμε πολύ και το έχει και ο Μπάμπι στο λήμμα γρόμπος. Το ετυμολογεί ως εξής < ιταλ. groppo (=κόμπος), γερμ. αρχής < kroppa, από όπου και γερμ. kropf = πρόλοβος, κ.α. Χμμμ...

#26
poniroskylo

στο σπασμένο

Στος, έλειπε.

#27
poniroskylo

στο σκάουτινγκ (scouting)

Στο ποδόσφαιρο, τα παλιά τα χρόνια, πριν επικρατήσει ο αγγλικός όρος, ο σκάουτ λεγόταν κυνηγός ταλέντων. Περιορισμένα, λέγεται ακόμη.

#28
poniroskylo

στο τριτούζα

@ 4. Του Τσέχωφ;

#29
poniroskylo

στο παίρνω την κρέμα

Από τις σπάνιες φορές που δεν θα συμφωνήσω με τον φίλο στέφανο. Κττμγ, η αναφορά δεν είναι στο γλύκισμα αλλά στην κρέμα του γάλακτος, το στρώμα με τα υψηλά λιπαρά που ανεβαίνει στην επιφάνεια του γάλακτος πριν την ομογενοποίηση. Η κρέμα είναι νοστιμότατη (αν σας αρέσουν τα γαλακτοκομικά και το λίπος) και κατά πολύ ακριβότερη από το γάλα.

Όμως, το φρουταρία είναι απολύτως νορμάλ λέξη στην Κύπρο - δλδ δεν είναι αργκό - ενώ στην Ελλάδα δεν λέγεται καθόλου. Οπότε, γιατί να καταγραφεί εδώ;

Και, βίκαρ, το φρουταρία το αναφέρω απλώς ως παράδειγμα, έτσι; - γιατί αναφέρθηκε πιο πρόσφατα. Εννοώ, υπάρχουν λεξικά της Κυπριακής διαλέκτου που τα καλύπτουν αυτά και η Κυπριακή διάλεκτος, όσο και να ακούγεται εξωτική στα αυτιά ημών των καλαμαράδων, δεν είναι αργκό - είναι, ακριβώς, μιο τοπική διάλεκτος, μια ντοπιολαλιά.

Ξέρω, είναι, εν μέρει, η γνωστή κουβέντα περί του αν πρέπει να καταγράφονται εδώ τοπικοί ιδιωματισμοί και, άσχετα από τι πρεσβεύει ο καθένας μας, στην πράξη έχουμε ακολουθήσει πολιτική που δίνει στα τοπικά ιδιώματα laissez-passer και δεν έπεσε κι η ζάχαρη στο νερό αν καταχωρούνται. Αν και τα Κυπραίικα είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση σε σχέση π.χ. με τα Χαλκιδιώτικα ή και τα Ποντιακά - χρησιμοποιούνται ευρύτατα και είναι πολύ καλύτερα λεξικογραφημένα.

Προσωπικά θα με ενδιέφεραν πολύ περισσότερο οι Κυπριακές λέξεις που είναι σλανγκ στην ίδια την Κύπρο - π.χ. που τους οπαδούς της Ομόνοιας τους λένε Κινέζους (γιατί είναι πολλοί) και τους Αποελίστες λάστιχάριες. Σε αυτά θα ήταν πολύ καλοδεχούμενη η βοήθεια από τους Κύπριους φίλους μας.