Καλά, πώς είναι δυνατόν τέτοια κλασικά να μπαίνουν μετά'πο δύο χρόνια λειτουργίας;... Ωραίος.
Παράβαλλε αρχιδόκαμπος.
Δυστυχώς, ούτε πατέρας είμαι ούτε βαρύμαγκας. Το αφήνω στο ευφάνταστο και τις εμπειρίες του καθενός.
Όκαμ ήταν ένας τύπος που του άρεσε να ξυρίζεται με το πιό φτηνό ξυράφι κάθε φορά. (μ'έχει πιάσ'η βλακεία μου σήμερα, μή μασάτε...)
Εγώ πάλι άκουσα άλλη εκδοχή. Η έκφραση λέει ήταν αρχικά το δαγκώνω, οπου η αντωνυμία αναφέρεται στο κρύο, με την έννοια οτι «κάνει τόσο κρύο που έχει παγώσει ο αέρας» ας πούμε. Καθότι όμως η αντωνυμία ασαφής και η νεολαία πορνόμυαλη, η φράση παρετυμολογήθηκε.
Λέει ομως κανείς οτι θά'πρεπε να'χουμε ξυράφι του Όκαμ και στην λατρευτή τέχνη της ετυμολογίας;... Γιατι η εκδοχή του Επισκέπτη πολύ μ'άρεσε.
Κι'εδώ ωραίος, αλλα επίκαιρος.
Ωραίος ο Ντανονίτο. Να συμπληρώσω μόνο οτι λέγεται και οι γέροι μου για καί τους δυό γονιούς.
Ή μάλλον, περισσότερο λεγόταν, παρά λέγεται. Χρησιμοποιείται ακόμα, ή επιβιώνει μόνο χάρη στον παλιό καλό ελληνικό κινηματογράφο;
Τώρα κατάλαβα. Η μετοχή να γίνει παθητική, κι'έφτιαξε ο ορισμός.
Τώρα που κατάλαβα όμως, αρχίζει να με πιάνει κι'εμένα ένα μικρό αμμώχ.
Κάνε καλέ μου χριστούλη να το κατοχυρώναμε και στα πανεπιστήμια της αλλοδαπής!... (Μόνο αν αυτομολήσει κανείς εκτιμά στ'αλήθεια την αξία της ενλόγω μεθόδου.)
Σωστός. Ένα ιδιωματικό συνώνυμο είναι και το τιθιώνω (θεός σχωρέσ'τη τη γιαγιά), το οποίο δέν μπορώ και να ετυμολογήσω (τίθημι;). Γνώμες;
Δέν ειν'αλήθεια οτι προφέρεται πάντα ως μιά λέξη.
Ο Λουντέμης έγραφε κατσάκικο για το «παράνομο τσιγάρο» (υποθέτω εννοώντας τον μπάφο).
Παραδέχομαι πρώτη ερμηνεία. Παλιά αγαπημένη αργκό που όμως βαράει εξαφάνιση, νομίζω. Αλλα και πώς να μή βαράει... :Ρ
Δές κι'εδώ.
Το λέν και γκόμενα μ'αρχίδια.
Και μιά και το πήρα κορδόνι, δέν διορθώνετε με την ευκαιρία και τα δύο ορθοτυπογραφικά λαθάκια που ξέμειναν στον ορισμό;
Χμμ... «μαριαηομορφι», «μαριαεβριδικι»... Αυτές οι γκόμενες σάν τους κινέζους είναι ρε π'στη... Όλες ίδιες. Πού να μήν τις μπερδέψεις.
Καημένη μου μαριαηομορφη, απ'ότι φαίνεται στο σλάνγκ συμμετέχουμε μόνο μάγκουρες και πιπινάκια (αμφοτέρων φύλων). Ούτε ένας μπιλντεράς, ούτε κάν ένας γκέης ανάμεσά μας να υπερασπιστεί το λήμμα σου...
Εγώ λέω να το βγάλουμε και παντιέρα στο πρωτοσέλιδο του σάιτ, εναλλακτικά με το αντιμπαμπινιωτικό: «@$@$#@!! νέε τύπε 'ανδρός'».
Η λέξη, άς σημειωθεί, σημαίνει παραδοσιακά συγκεκριμένο είδος και χρώμα υφάσματος (βλέπε εδώ).
Ούτε και θα δημοσιευτεί. Η συντακτική ομάδα το διέλυσε πρίν ένα μήνα λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων (εμπιστευτική πληροφορία ---μή ρωτάς πώς τό'μαθα). Και κρίμα δηλαδής, γιατ'ήταν απ'τα ελάχιστα πλέον περιοδικά που προωθούσαν αποκλειστικά τη βασική έρευνα στον τομέα.
Είπα κι'εγώ, θα διαψεύσω επιτέλους μιά διάσημη εικασία κι'εγώ ο καψερός. Γιατί οπωσδήποτε, τα χαώσιμα θέματα συζήτησης νά'ναι το πολύ αριθμήσιμου πλήθους... χλωμό ώς κάτωχρο.
Μπράβο ρε φίλε... Ωραία πράματα.
«Έγκριτος»;;;;!!!!... Εεέτσι. (Μπαμπά, μαμά, μή με ξαναπείτε ανεπρόκοπο...)
Το οποίο, απ'όσο καταλαβαίνω, προέρχεται απο το γνωστό χαρτοπαιχνίδι «εδώ παπάς, εκεί παπάς, πού'ν'ο παπάς;» (δές και τον παπατζή του Παπάρα).