#1
aias.ath

στο μπακαλιαρίλα

Μοῦ ἐπιτρέπετε νὰ βάλλω τὰ πράγματα στὴ θέσι τους;
Ἡ ὀσμὴ ψαριοῦ στὰ κολπικὰ ὑγρὰ ὀφείλεται στὴν ἀνάπτυξι τοῦ δυνητικῶς ἀναεροβίου μικροβίου Gardenella vaginalis, γνωστοῦ καὶ ὡς Haemophilus v. καὶ ὡς Corynobacterium v. (πολυώνυμοι δὲν εἶναι μόνο οἱ ἀπατεῶνες...). Ἡ Gardenella λοιπὸν παράγει μία κυτταρολυτικὴ πρωτεάση ποὺ διαλύει τὰ καλυπτήρια κύτταρα τοῦ ἀνθρωπίνου κόλπου, ἡ δὲ ψαρίλα παράγεται ἀπὸ τὴν ὀξείδωσι τῶν προϊόντων διασπάσεως. Τὰ περὶ αἱμάτων, κουμμουνόσκελης κλπ ἀποτελοῦν ἁπλῶς κακοήθεις καὶ ὑποβολιμαίας διαδόσεις, σκοπούσας εἰς τὴν συγκάλυψιν τῶν αἰτίων τῆς πολὺ περισσότερον διαδεδομένης ὀσμῆς καμμένου ντουΐ. Σὲ ἁπλᾶ Ἑλληνικά, ὅταν λέμε μουνίλα, ἐννοοῦμε ὀσμὴ καμμένου ντουΐ. Διαφορετικά, λέμε ἀπ´ εὐθείας ψαρίλα ἢ μπακαλιαρίλα. Ποτὲ δὲν θὰ ἀποκαλέσουμε μουνίλα τὴ θεσπέσια φυσιολογικὴ ὀσμὴ φράσκου ζυμωτοῦ ψωμιοῦ, ποὺ παράγεται ἀπὸ τὸν εὐεργετικὸ γαλακτοβάκιλο τοῦ κόλπου, χωρὶς τὴ δρᾶσι τοῦ ὁποίου δὲν θὰ εἶχε κανείς μας γεννηθῆ.

Ὅταν ἤμουν στὶς ΗΠΑ λεγόταν στὶς ἀντροπαρέες τὸ ἑξῆς «εὐφυολόγημα»:
ἘΡ.: Ποιό εἶναι τὸ σοβαρότερο πρόβλημα ποὺ ἔχει ἡ καθημερινότητα ἑνὸς transsexual (ἐννοεῖται ἀνδρὸς ποὺ ἔγινε γυναῖκα);
Ἀπ.: Νὰ ἀνανεώνῃ κάθε μέρα τὴν ἀντζούγια στὸ «μουνί» του (προφανῶς γιὰ νὰ ἀπομιμῆται καὶ συντηρῇ τὴν περὶ ἧς ὁ λόγος ψαρίλα).

#2
aias.ath

στο ελληναριό

Πῶς ἤτανε τὸ ἄλλο τὸ ὡραῖο ποὺ ἄρχιζε «ὅταν αὐτοὶ...» καὶ τελείωνε «ἐμεῖς εἴχαμε χοληστερίνη»;

#3
aias.ath

στο κηφήνας

Καλὸ ἀκούγεται, ἀλλὰ οὔτε ἐγὼ τὸ ξέρω. Σὲ ἀνάλογες φάσεις χρησιμοποιῶ τὸ «γκομενοφύλακας», μὲ διευρυμένη ἔννοια ἀπὸ ἐκείνην τοῦ σχετικοῦ λήμματος.

#4
aias.ath

στο παξιμαδοκλέφτρα

Τὸ τρίτο παράδειγμα μὲ ἔχει στείλει!

#5
aias.ath

στο χουντικό

@Vrastaman (μήδιον)
Νά, αὐτὸ ἔλεγα. Δὲν μπορεῖ καὶ αὐτὸ τὸ κτήριο νὰ λέγεται χουντικό.
Τὰ σέβη μου!

#6
aias.ath

στο χουντικό

Τὰ ἀνάλογα «ἀπέριτα» ἀρχιτεκτονήματα ποὺ ἐξέφραζαν τὸν σοσιαλιστικὸ ῥεαλισμό, πῶς θὰ τὰ λέμε;

Καὶ μιὰ πουτάνα φέραμε, ἔχει καταλάβει κανείς, γιατί, ἐνῷ οἱ θεωρίες τοῦ Le Corbusier εἶναι τόσο πειστικές καὶ οἱ προθέσεις του ἀνθρωπιστικές, τὰ ἀρχιτεκτονικά του ἀποτελέσματα εἶναι τόσο «χουντικά»; Βέβαια, ὅτι ἐρωτοτρόπησε γιὰ λίγο μὲ τὸν Μουσολίνι, καὶ ὅτι ὁ φουτουρισμὸς εἶχε τέτοια ἰδεολογία, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ ἐξήγησι.

#7
aias.ath

στο λεβούρι

Ποιός θυμᾶται ποὺ λέγαμε μικροί: «Μὲ τοῦ βοηθοῦ τὸ χέρι κερ-δί-ζει». Ἐδῶ λοιπὸν τὸ χέρι εἶναι τοῦ vikar. Ἰδού τὸ πολύπαθο σχόλιο:

Ὅσον ἀφορᾷ εἰς τὸ λῆμμα, παρατυχών τις Ἀνδριτσαῖος ἐρωτηθεὶς δὲν ἐγνώριζε.

Ὅσον ἀφορᾷ εἰς τοὺς μύκητας, levure γαλλιστὶ σημαίνει ζύμη (levure < lever=σηκώνω, ἐννοεῖται τὸ ζυμάρι)· ultra-levure κατ' αὐτὰ σημαίνει κάτι σὰν ὑπερζύμη ἕνα πράμμα, καὶ γαμῶ τὶς ζύμες δλδ· ἐπειδὴ δὲ οἱ ζύμες ὀφείλουν τὶς ζυμογόμες ἰδιότητές των στοὺς μύκητες, νά ποὺ φθάσαμε καὶ σ` αὐτούς.

#8
aias.ath

στο μπιφτέκια

Τὸ σωστό: Hypnosedon<ὕπνος+sedation (=καταστολή).
Hypnostedon εἶναι πρεζοσλάνγκ, ποὺ ἔκατσε παρετυμολογικῶς ἀπὸ τὸ ὕπνος+Stedon (ἔλασσον ἡρεμιστικὸ περιέχον διαζεπάμη, ὅπως καὶ τὸ πρωτότυπο σκεύασμα Valium).

#9
aias.ath

στο μπατσόφατσα

Ἐπαινῶ.
Βασικότατο χαρακτηριστικὸ τῆς μπατσόφατσας εἶναι καὶ ἡ γραβάττα: Αὐτὴ δένεται ἅπαξ, ὅταν πρωτοφορεθῇ, καὶ κατόπιν σφίγγεται καὶ ξεσφίγγεται. Ἐπίσης ὁ κόμπος εἶναι χοντρός καὶ τὸ συνολικὸ μῆκος κοντό, πιθανῶς ἐπειδὴ οὕτως ἢ ἄλλως δὲν φαίνεται μέσα ἀπὸ τὸ battle dress. Προτιμῶνται οἱ μονόχρωμες σκοῦρες καὶ κατὰ κόρον οἱ ξεφτιλὲ πλεκτές.

Ὅταν ἤμουν μικρὸς ξεχωρίζαμε τοὺς ἀσφαλίτες μὲ πολιτικὰ καὶ ἀπὸ τὴ στρογγυλὴ φαλάκρα, ἢ τοὐλάχιστον ἔτσι νομίζαμε, ἐπειδὴ τοὺς ξέραμε.

#10
aias.ath

στο λεκανατζής

Ἐπαινετός, ὁ κ. Ζάκκης.

Βλ. τὸ ἀπὸ 12/6/11 σχόλιο τοῦ Γκάτζμαν στὸ λῆμμα που να μείνεις κουλός και καυλωμένος τοῦ οο9οο.

Συναφὲς τὸ «ἀντρικὰ στήθη νὰ μὴν ἀκουμπήσουν τὴν πλάτη σου, μωρὴ (ἀκολουθοῦν διάφοροι ἀκατάλληλοι χαρακτηρισμοί)».

@GATZMAN
Τὸ σχετικὸ λειτούργημα ὑπάρχει: Βλ. τραβάει μαλακία στους κουλούς.

#14
aias.ath

στο άπουτσος

@Khan
Πέος τύπου grower, ὄχι shower.

#15
aias.ath

στο του ΙΕΚ

Ἡ ὀρίτζιναλ στιχομυθία γαμεῖ.

#16
aias.ath

στο πάσσαλος

Πολλὰ κρητικά, καὶ ἀπανωτὰ βλέπω. Ποῦ νὰ τὸ ἤξερα ὅτι ἤσουνα κι ἐλόγου σου στὴν Κρήτη τὸ καλοκαῖρι...

Πάρε κι ἕνα σχετικό: «Μπαλέ», ὁ πυροβολισμὸς ὡς ἀποτέλεσμα, ὄχι ὡς πρᾶξι «μπαλοτέ» ἢ «μπαλοθιά». Τὸ «μπαλέ» εἶναι ἡ μπαλιά μὲ ἰδιωματικὴ κατάληξι (πχ γρηά>γρέ, ἢ ὀρθότερον γραί). Παράδειγμα φετεινό: Ἔπαιζε ἕνας μ' ἕνα πιστόλι, θαρρῶ λούgερι καὶ γίνεται μιὰ ἀθέλητη ἐκπυρσοκρότησι. Λέει ἕνας περαστικός: _«Ἦντά gινε μωρ' ἔπαέ;»
_«Πράμμα μωρέ!, Ἐδὰ ἔφυgέ μας μιὰ μπαλέ».

#17
aias.ath

στο ντίλια

Κανονικὰ πρέπει νὰ γράφεται «ντήλια», ὡς προερχόμενο ἀπὸ τὸ dealer.
Ἔτσι ποὺ εἶναι μὲ «ι» μπερδεύεται μὲ τὴν λέξι «ντίλια» τῆς καλιαρντῆς, ποὺ σημαίνει δόντια. Πάρτε καὶ παράδειγμα ἀπὸ γνωστὴ πουστοκατάρα: «Νὰ σοῦ τζάσουν τὰ ντίλια, μωρή, καὶ νὰ γενῇς κεραυνός». Μτφρ: «Νὰ σοῦ φύγουν τὰ δόντια καὶ νὰ γίνῃς ξεδοντιάρης κίναιδος»

#18
aias.ath

στο μεταλλική

Παρόραμα στὸ πρῶτο σχόλιο, 4η σειρὰ ἀπὸ τὸ τέλος: ἐφηυρέθησαν

#19
aias.ath

στο μεταλλική

Ἡ μνήμη μὲ ἠπάτησε. Διορθώνω:
Ἡ Ἐθνικὴ Τράπεζα (Ἐθνικάρα, γιὰ τοὺς χρηματιστηριακοὺς πρώην πιστούς της) ἱδρύθη τῷ 1841. Τῷ 1848, συνεπείᾳ τῆς διεθνοῦς ἀναταραχῆς λόγῳ τῶν ἐν Γερμανίᾳ ἐπαναστατικῶν γεγονότων, ὑπέστη τὸν πρῶτον της κλονισμόν πίστεως. Παρετηρήθη ἀθρόα ζήτησις ἀνταλλαγῆς χαρτονομίσματος μὲ μεταλλικόν, κυρίως γιὰ τοὺς ἐμπορικοὺς διακανονισμοὺς ἐξωτερικοῦ. Ἡ τράπεζα ἀντιδρῶσα, προεκάλεσε τὸ διάταγμα, ἐκ μέρους τοῦ Δημοσίου, «περὶ ἀναγκαστικῆς κυκλοφορίας» (έννοεῖτο χαρτονομίσματος, πληθωριστικοῦ πλέον, πρὸς κάλυψιν τοῦ διαφυγόντος ἤδη μετάλλου), ἡ ὁποία ἔληξε τὸν Δεκέμβριο τοῦ 1848. Μὲ αὐτὸ τὸ γεγονός, καὶ ὄχι μὲ τὰ Πατσιφικά ποὺ ἐσφαλμένως ἀνέφερα προηγουμένως, ἐνεφανίσθη ὡς συναλλακτικὸς ὅρος (ὄχι ὡς φυσικὸ ἀντικείμενο) ἡ μεταλλική. Κατὰ τὰ λοιπὰ ἰσχύουν τὰ παραπάνω.

#20
aias.ath

στο σου πετάω τα μάτια έξω

Καλό.
Ἀρχὴ τοῦ ὑδραυλικοῦ πιεστηρίου παίζει ἐδῶ.

#21
aias.ath

στο βγαίνω

Σωστός. Τὸ «βγαίνω» σχετίζεται καὶ μὲ τὸ «ἀποχωρῶ» ἀπὸ τὴν συντροφιὰ στὸ σαλόνι, στὸ καθιστικό, καὶ πάω στὸ «ἀποχωρητήριο», ὅπου θὰ προβῶ στὴν ἐξ αἰδοῦς μή κατονομαζομένη πράξι τῆς ἀφοδεύσεως. Ἀκόμη καὶ ἡ «ἀφόδευσις» ἐμπεριέχει συγκάλυψι τοῦ χέζω ἢ οὐρῶ, διότι δηλοῖ μὲν ὅτι κάτι θὰ ὁδηγηθῇ πρὸς ἀποβολήν, ἀποκρύπτει ὅμως τί ἀκριβῶς. Μῦλος...

Παλαιὰ νοσοκομειακὴ σλαγκικὴ ἔκφρασι, ἐφαρμοζομένη ἐπὶ διαρροιῶν: «Πόσα χέρια βγήκατε σήμερα»;

#22
aias.ath

στο μαλάκας

Κορυφή, top, Spitze, ρὲ παιδάκι μου! Πῶς μοῦ εἶχε ξεφύγει;

#23
aias.ath

στο ψωλή του αέρα

Δὲν τὸ ἔχω ἀκούσει ποτὲ στὴν Κρήτη, καί, ὡς ἔκφρασι, μοῦ φαίνεται περισσότερο ὡς ἁπλῆ καὶ ἄκομψη χοντράδα.

Παρὰ ταῦτα δὲν μπορῶ νὰ ἀποφύγω τὸν συνειρμὸ ψωλή>ψωλός>μαδαρός>μαδάρα.

Ἐξηγοῦμαι: Ψωλὸς ἐτυμολογεῖται ἐκ τοῦ ῥήματος ψάω-ψῶ, μία ἀπὸ τὶς σημασίες τοῦ ὁποίου εἶναι καθιστῶ κάτι λεῖον διὰ τῆς τριβῆς (λειαίνω). Μαδαρὸς σημαίνει φαλακρός. Μαδάρα λέγεται στὴν Κρήτη ἡ ἄνω ὀρεινὴ ζώνη, ἡ ἐκ τοῦ ἀνέμου καὶ τοῦ παγετοῦ γεγυμνωμένη, «μαδημένη».

Ἔχει κάποιο ἐνδιαφέρον, νομίζω, ἔστω καὶ ὡς σύμπτωσι.

#24
aias.ath

στο μεταλλική

Ὁ ὅρος μεταλλικὴ δραχμὴ ἐνεφανίσθη, ἂν δὲν μὲ ἀπατᾷ ἡ μνήμη, γιὰ πρώτη φορὰ μετὰ τὰ Πατσιφικά, ὁπότε καὶ ἡ Ἐθνικὴ Τράπεζα, ποὺ εἶχε τὸ ἐκδοτικὸ προνόμιο μέχρι τὸ 1929, ἐτύπωσε πληθωριστικὸ χαρτονόμισμα. Ὑπῆρχε τότε ἀκόμη ἡ ρήτρα τοῦ χρυσοῦ, δηλαδὴ τὸ χαρτονόμισμα ἀντιστοιχοῦσε σὲ συγκεκριμένη ποσότητα χρυσοῦ ἢ ἀργύρου, εὑρισκομένου στὸ θυσαυροφυλάκιο τοῦ ἐκδότου. Θυμίζω ὅτι τὰ παλαιὰ μας χαρτονομίσματα ἔγραφαν πάνω «500 δραχμαὶ πληρωτέαι ἐπὶ τῇ ἐμφανίσει». Τότε λοιπόν, ποὺ ἡ νομισματικὴ θεωρία ἦταν ἁπλῆ, γιὰ νὰ βρίσκουν λογαριασμό, ἐξέφραζαν τὶς ἀξίες εἴτε σὲ κοινὲς, χάρτινες δραχμές (πληθωριστικές), εἴτε σὲ μεταλλικές, δηλαδὴ προπληθωριστικές, ἀντιστοιχοῦσες στὸ προβλεπόμενο μέταλλο, δραχμές. Αὐτὸ ἦταν ἐφικτὸ τότε, διότι ἦταν ἀκριβῶς γνωστὸ τὸ ποσὸν τοῦ ὑπερβάλλοντος χαρτονομίσματος, καὶ δημιουργεῖτο ἕνα εἶδος σταθερᾶς τρόπον τινα «ἰσοτιμίας», ἢ ρήτρας, ὅπως πχ ἡ ρήτρα ECU, τὴν ὁποίαν οἱ περισσότεροι θὰ θυμᾶστε. Τὰ χρόνια τῆς ἀθωότητος σιγὰ-σιγὰ περνοῦσαν, καὶ τὰ πράγματα γίνονταν ὅλο καὶ πιὸ πολύπλοκα, διότι εὐηυρέθησαν οἱ ἐλλειμματικοὶ προῠπολογισμοί, ἰδίως γιὰ τὴ χρηματοδότησι πολεμικῶν projects, ὁπότε καὶ τὰ μεταπολεμικὰ ἀστικὰ δικαστήρια ἐπεδίκαζαν τὰ διάφορα ποσὰ σὲ ἀποπληθωρισμένη νομισματικὴ μονάδα, θεωρητικῆς φύσεως, τὴ μεταλλικὴ δραχμή. Ἡ πρακτικὴ αὐτὴ ἔχασε τὸ νόημά της μὲ τὴν κατάργησι τῆς ρήτρας τοῦ χρυσοῦ παγκοσμίως.

Ἐπειδὴ δὲν ἔχω χρόνο νὰ ψάξω, παρακαλῶ, ἂς ἐπιβεβαιώσῃ κάποιος τὴν χρονολογία τῆς πρώτης πληθωριστικῆς ἐκδόσεως δραχμῶν.

#25
aias.ath

στο γκρούβομαι

Τὸ γκρούβ(γ)ομαι σημαίνει στὴν κρητικὴ διάλεκτο ἁπλῶς πνίγομαι. Τὸ πνίξιμο λέγεται γκρούψιμο, ἀλλὰ καὶ γκρούψη. Τὰ αἴτια τοῦ γκρουψίματος μπορεῖ νὰ εἶναι ἄστοχη κατάποσις στερεῶν, ὑγρῶν, ἀλλὰ καὶ περίσφυξις τοῦ λαιμοῦ, ὄχι ὅμως περίσεια ὑγρῶν ποὺ περιβάλλει τὸν γκρουβόμενο, πχ θάλασσα, πηγάδι κλπ. Δὲν μπορεῖ νὰ λεχθῇ πχ ὅτι κολυμποῦσε φαγωμένος καὶ γκρούφτηκε. Αὐτὸ λέγεται πνίγηκε.

#26
aias.ath

στο πεσιματίας

Σωστὸς ὁ j.b.

#27
aias.ath

στο γυφταρμόνιο

Ποιὸς παληὸς θυμᾶται τὸν φαρφιζιάρη Βασιλειάδη, μεγάλη φίρμα τῆς ἐποχῆς Καζαντζίδη, μὲ τὸ γούνινο καπέλλο καὶ τὸ δόντι ποὺ ἔλλειπε στὴν πρόσοψι;

Σωστὸς ὁ betatzis, ἡ φαρφίζα εἶναι μάρκα. Πῶς λέμε Κολυνός, καὶ ἐννοοῦμε ὀδοντόπαστα...

Νοστάλγησα τώρα...

#28
aias.ath

στο σύχριστος

Φίλοι μου καλοί, χαιρετῶ σας καὶ τολμῶ νὰ ἐκθέσω τὴν ἄποψί μου.

Τὸ ἔτυμον εἶναι ἐν προκειμένῳ τὸ ρῆμα χρίω, ποὺ σημαίνει ἀλείφω (ἡ ἐκδοχὴ ἀλείπτω εἶναι τόσο ἐσφαλμένη, ὅσο καὶ τὸ δεπτερόλεπτον) δηλ. καλύπτω κάτι μὲ κάτι ἡμίρρευστο, τὸ ὁποῖο καλεῖται ἐλληνιστὶ ἄλειμμα, σὲ ὡρισμένες δὲ περιπτώσεις ἀλοιφή (ἀπὸ ἀσθενέστερο θέμα). Τὸ πλέον γνωστὸ παράγωγο εἶναι τὸ χρίσμα (ὅπου χρίεται ὁ δοῦλος τοῦ θεοῦ...) καὶ τὸ ἐπίχρισμα (=σοβάντισμα). Ὁ σύχριστος εἶναι κατὰ τἀνωτέρῳ αὐτὸς ποὺ ἔχει ἀλειφθῆ καλὰ-καλὰ μὲ τὸ ὑπ' ὄψιν ὑλικό· συνηθέστατα δὲ ἡ λέξις συνδυάζεται μὲ κάτι σὰν κόπρανα, ἐμέσματα, λάσπες κττ, ὄχι δὲ οὖρα καὶ ἄλλα ὑδαρῆ, διότι αὐτὰ ρέουν (ἔχουν πολὺ μικρὸ ἰξῶδες) καὶ δὲν χρίουν. Τὸ πλησιέστερο συνώνυμο ποὺ μοῦ ἔρχεται γιὰ τὸ σύχριστος εἶναι τὸ πασαλειμμένος, δηλ. πᾶς (=ὅλος) ἀλειμμένος, ἐὰν δὲ τὸ ἄλειμμα εἶναι σκατά, τὸ σύσκατος. Τὸ πρόθεμα σὺν εἶναι προφανῶς ἐπιτατικόν, δηλοῦν τὰς πολλαπλᾶς στρώσεις τοῦ ἀλείμματος.

Μετὰ ἀπὸ τὰ γραφέντα θὰ ἔλεγα ὅτι τὸ προκείμενον λῆμμα δὲν πληροῖ τὰς προδιαγραφὰς τῆς σλαγκικῆς λέξεως.

#29
aias.ath

στο τάγιο

Καὶ ἐγώ, μὲ ἀκόμη μεγαλύτερη καθυστάρησι ἐνετόπισα τὸ ὕπερθεν ἀριστούργημα· ἐπαινῶ.

#30
aias.ath

στο ψαρεύω σκατό

Ὑπενθυμίζω καὶ τὸ λῆμμα σκατοσπρώχτης.