#1
ΝΤΙΝΟΣ

στο μεναγκό

Ενώ το '68 τη γλίτωσε απ'τα φασιστόμουτρα «CRS» (Corps de Repression Sociale, κάτι σαν τα ΜΑΤ) και τα οδοφράγματα, μου τη φάγανε το '69 στην πατρίδα της τη Βολιβία. Η λέξη feu (με την έννοια «μακαρίτης») είναι από τις σπάνιες παλιές λόγιες γαλλικές εκφράσεις που αντιστέκονται στο χρόνο.
Σχετικά με το frangrec, θα παραθέσω προσεχώς ένα σχετικό γλωσσάρι που'χα φτιάξει προ ετών.

#2
ΝΤΙΝΟΣ

στο μεναγκό

Το '68, εκτός απ'τα οδοφράγματα στο Boul' Mich, στο Odeon και αλλού ... j'avais d'autres chats a fouetter (mais une seule chatte: celle de feu ma premiere femme).

#3
ΝΤΙΝΟΣ

στο μεναγκό

Γειάσου και σένα, Χαν. Κατά μία σύμπτωση, ευτυχώς ή ατυχώς, δε συναπαντήθηκα με τον Ζουράρι (εγώ πήγαινα με το μετρό). Αντίθετα, στο Le Dôme (έμενα στο Square Delambre, ακριβώς από πίσω) βρισκόμουνα συχνά με τον Σαρτρ, τη Μπωβουάρ, το ζωγράφο Θανάση Τσίγκο, το γλύπτη Κώστα Βαλσάμη και άλλους γνωστούς και μη εξαιρετέους. Τότε ήμουνα ο πιο πιτσιρικάς της παρέας. Τώρα είμαι ο μόνος επιζών.

Φίλε Vrastaman: En mai 68 j'étais sur les barricades, donc je suis un soixante-huitard à part entière. C'est cette même année que je fus diplômé à la Sorbonne. En 69 (ne pouvant pas rentrer en Grèce à cause de la Junte) j'étais parti en Bolivie (avec feu ma femme) sur les traces du Che. C'est une longue histoire que ce ... 69

#4
ΝΤΙΝΟΣ

στο μεναγκό

Μιλάω για τη δεκαετία του '60 που ζούσα στην καρδιά του Montparnasse.

#5
ΝΤΙΝΟΣ

στο μεναγκό

Οι πραγματικοί intellectuels/artistes/bohèmes, κλπ. του Παρισιού, δε σύχναζαν ούτε στο Café de Flore (Καφενείο για Φλώρους), ούτε στο Deux Magots (Καφενείο για Δυο Μαϊμούδες ή Δυό Καβάντζες), ούτε και στη Brasserie Lipp (Μπιραρία/Μασουλάδικο για ματσωμένους), στο Saint Germain des Prés. Η ελίτ της διανόησης, από τα τέλη του 190υ, πήγαινε στο Montparnasse, στα εξίσου γνωστά Le Dôme, La Coupole, La Closerie des Lilas, Le Sélect, κ.α. Πιο παλιά πηγαίνανε στη Monmartre, Place Pigalle, κλπ. Αλλά διολισθαίνω: τα μεναγκάκια (μη σας μπερδέψει το χαϊδευτικό ποδανό) κυκλοφορούσαν και κυκλοφορούν ολούθε, τήδε κακείσε όπως λέμε, προς τέρψιν των ειδημόνων.

#6
ΝΤΙΝΟΣ

στο ροδακινάκι

Μπορεί, λόγω ηλικίας, να μην πρόλαβες το Μίμη Κατριβάνο, την Κάκια Μένδρη, τις αδελφές Καλουτά, κ.ά. συντελεστές του τραγουδιού, αλλά το τραγούδι, τουλάστιχον, θα'πρεπε να το'χες ακούσει. Εγώ, σαν πουρέιτζερ, το έζησα. Το σχολιανό μου αναφερόταν στη γαλλοπρεπή προφορά που τόσο εύστοχα σκώπτει ο Χότζας.

#7
ΝΤΙΝΟΣ

στο ροδακινάκι

Μου θύμισες (ξαναμανά) το κλασικό (;) άσμα:
Δυο πράσινα μάτια με bleu βλεφαρίδες

#8
ΝΤΙΝΟΣ

στο βαποράκι

Θυμάμαι το «μπριγιόλ», την «μπριγιαντίνη» και την περίφημη διαφήμιση «ξέχασα να βάλω μπριλκριμ!». Το μεδουλάρι δε μου θυμίζει τίποτα. Ομως, η manteca (ισπ.=βούτυρο) που επίσης έφτασε στην Ευρώπη, είναι πιο γνωστή. Ακόμα πιο γνωστή και εξίσου παλιά είναι η gomina (ισπ.γαλλ.ιταλ.) αντίστοιχη με τα σημερινά, ζελέ, τζελ, άργιλο, κλπ., που σου γυάλιζε και σου κόλλαγε τα μαλλιά σα να στα'χε γλείψει αγελάδα (κράξιμο εποχής). Το απόγειο της δόξας της ήταν στις αρχές του 20ού αι., στις πρώτες (βουβές) κινηματογραφικές ταινίες, όπου δεν επιτρεπόταν κανένα επαναστατικό τσουλούφι. Την ίδια εποχή στην Αργεντινή, άντρες και γυναίκες χορεύανε τάνγκο με τα μαλλιά τους απελπιστικά gominados (ισπ.) και αργότερα gominés (γαλλ.). Πιθανολογείται ότι αυτή είναι η προέλευση του ελληνικού όρου «γκόμενα» με όλα της τα συμπαρομαρτούμενα και όχι το παλαμάρι που σέρνει πίσω του κάποιος ναυτικός (βλ. Τριανταφυλλίδη), εκτός αν όντως ο Αντώνης ο Βαρκάρης ο Σερέτης (Antonio Vargas Heredia) έσερνε πίσω του μια γκόμενα σα να'ταν παλαμάρι, εξ ού και το Παλαμάρι του Βαρκάρη (έλα ρε μάνα) στ'Ανάπλι (να με δεις).

#9
ΝΤΙΝΟΣ

στο ροδακινάκι

@ Ιωνά: Ετσι και σ'απελευθέρωσε το κήτος κι έμαθες και τ'όνομά μου, μου τη βγήκες με πληθυντικό! Πρώτον, τ'άσπρα μαλλιά τα'χω για μπλόφα και δεύτερον, αυτός ο λεγόμενος «πληθυντικός ευγενείας», ή «σεβασμού» δεν υπάρχει στα ελληνικά. Είναι απλοϊκή μετάφραση απ'τα γαλλικά. Φαντάσου το Μακρυγιάννη ή τον Κολοκοτρώνη να μιλάει στον (κ)Οθωνα ή στην τσαπερδόνα του με το σας και με το σεις. Για γέλια ρε παιδιά (που λένε κι οι «Αδιάβροχοι»). Το Θεό που, θες δε θες, τον σέβεσαι, στον ενικό δεν του μιλάς;

#10
ΝΤΙΝΟΣ

στο βαποράκι

Προφ συνέβη κάτι σαν πρωθύστερο ή φλασμπακ, αν ανθίστηκα σωστά. Μπορώ να μετατρέψω το απλό σχόλιο σε λημματάρα. Μείνετε, λοιπόν, στην αναμονή (καπέλο).

#11
ΝΤΙΝΟΣ

στο βαποράκι

ESP pacotilla = (προφέρεται «πακοτίγια») => υποκοριστικό του pacote (=πακέτο) => φτηνό εμπόρευμα, χωρίς αξία, συμπράγαλα, μπογαλάκια, κλπ. που, παλιά, επιτρεπόταν σε ναυτικούς και ταξιδιώτες να επιβιβάζουν/μεταφέρουν/αποβιβάζουν αδήλωτα και αφορολόγητα στα λιμάνια. Η μετεξέλιξη του όρου κατέληξε να σημαίνει το ίδιο αλλά «λαθραία», εξ ού και τα ναρκωτικά. Αργότερα, πολιτογραφήθηκε και σα γαλλικός όρος «pacotille».

#12
ΝΤΙΝΟΣ

στο βαποράκι

@ Φίλε Νασρεδδίν: Προφ, ο Νίκος (Κόλλιας) Καββαδίας ήξερε, αλλά δε θυμήθηκε να το προσθέσει. Το δίπλωμα / πατίκωμα του παντελονιού κάτω απ'το στρώμα αντί για σιδέρωμα, γινόταν πληρέστερο όταν, το πρωί, για καλύτερη εμφάνιση, conditio sine qua non της εποχής, και για να τονίσουμε την τσάκιση, περνάγαμε στο βρακί κατά μήκος, μία τσατσάρα (κατά προτίμηση και, ει δυνατόν, καθαρή) ανάμεσα στα «δοντάκια» της, πράγμα που έδινε την εντύπωση φρεσκοσιδερωμένου παντελονιού. O tempora, o mores! και μην ξεχνάμε ότι «πενία τέχνας κατεργάζεται» που λέγαν και οι αρχαίοι ημών...

#13
ΝΤΙΝΟΣ

στο ροδακινάκι

Τι μου θύμισες! Ενα απ'τα καλύτερα βιβλία που έχω μεταφράσει στη ζωή μου, το μπεστ σέλλερ «Still Life With The Woodpecker» («Ο Τρυποκάρυδος» - 1980, κυκλοφορεί ακόμα), όπου ο ανεπανάληπτος Τom Robbins χρησιμοποιεί τον όρο «little/pink peach» (=ροδακινάκι) μ'αυτήν ακριβώς την έννοια, περίπου όπως ο Georges Brassens όταν το λέει «triangle inverti» (=ανάποδο τρίγωνο) και «Blason», βλ. μετάφρασή μου: http://www.projethomere.com/forum/viewtopic.php?f=4&t=2629&p=14750&hilit=Blason#p14750

#14
ΝΤΙΝΟΣ

στο ζαφείρια

Φίλε Χότζα: Συμφωνώ με τις ετυμολογίες σου. Εφυγα απ'τη γενέτειρά μου Αλεξάνδρεια 15 ετών, συνεπώς, τα αραβικά μου έχουν μείνει σε εφηβική κατάσταση. Ομως, στο Κοράνι υπάρχει το κεφάλαιο 40 غافر (γαφίρ) = Συγχωρητής, Επιεικής, Πιστός. Απ'αυτήν την τελευταία έννοια, εμείς οι Ελληνες είχαμε δημιουργήσει την εξελληνισμένη εκδοχή «γαφίρης» που σήμαινε για μας «πιστός (νυχτο)φύλακας». Ταιριάζει πουθενά;

#15
ΝΤΙΝΟΣ

στο λαμόγια, moya

@ MJS: desde luego que no me refiero a tí, ya que de ninguna manera estás fuera de tema. Otros son los aludidos. Los sabelotodo abundan. Los karatekas también. Los poliglotas somos pocos.
Ζητώ συγνώμη απ'τους μη ισπανόφωνους, αλλ'άμα με προκαλούν σε κάποια απ'τις γλώσσες μου, με πιάνει κάτι σα φαγούρα ν'ανταποδώσω τα ίσα. Τα ξαναλέμε.

#16
ΝΤΙΝΟΣ

στο λαμόγια, moya

Ακόμα δεν ξέρω να βαθμολογώ, αλλά, έσεται ήμαρ.

#17
ΝΤΙΝΟΣ

στο λαμόγια, moya

Σε μια δική μου ιστοσελίδα, τα σχόλια «εκτός θέματος» («hors sujet», «off topic», «fuera de tema») θα ήταν απαγορευμένα δια πυρός, σιδήρου και ροπάλου, με τις κλοτσιές κερασμένες από μένα.

#18
ΝΤΙΝΟΣ

στο λαμόγια, moya

Να καβαλάς τα τρίτα ήντα και να σε προτείνουν για fuckin' rookie of the fuckin' year, είναι, εκτός από οξύμωρο και, τιμητικό. Πάντως, τα άσπρα μαλλιά, τα'χω για μπλόφα. Θνκς για τους «αστερίες» και για όλα, ειδικά για το «κυρ-Ντίνο» που θυμίζει «κυρ-Μέντιο». Θα επανέλθω δημήτριος με κάτι κουφότερο. Για τον Πετρόπουλο, θα το (ξανα)ψάξω.

Θα επανέλθω με τη δεκαετία των '60 (αν δε γίνομαι σπαστικός): Το ποδοσφαιράκι (στην Ομόνοια, στην Κυψέλη, στου Ψυρρή και άλλες αξιοπρεπείς γειτονιές) στη slang της εποχής, το λέγαμε «ταμτούρι» (άγνωστης μεν ετυμολογίας αλλά προφάνουσλυ δίκην κωδικού για να μη μας ψυλλιάζονται οι γέροι) και, εμείς οι πιο προχωρημένοι (που παίζαμε στοίχημα ένα τάλιρο όταν η «μάρκα» έκανε μια δραχμή), απαγορεύαμε το «κοκορέτσι» (δλδ το άτεχνο και ανεξέλεγκτο στριφογύρισμα της «σούβλας»).
Να'στε καλά, μάγκες, που με φέρνετε 50 χρόνια πίσω.

#20
ΝΤΙΝΟΣ

στο λέμε

Αρα, αντάμα κουβεντιάζουμε κι αντάμα καταλαβαίνουμε. Στην περίπτωση των χιώ(ν)τικων, με την τάση που'χουν οι Χιώ(ν)τες να προφέρουν τα πάντα έρρινα, θα μπορούσα να πω ότι, απ'την κατάληξη «-νε», το «ε» είναι όντως χάριν ευφωνίας, ενώ το «ν» ίσως είναι κατάλοιπο μιας καθαρευουσιάνικης ή και αρχαϊζουσας κατάληξης.

#21
ΝΤΙΝΟΣ

στο λέμε

Αγάλι-αγάλι μπαίνω στο νόημα, διαβάζοντας παλιά και σχετικά ή άσχετα. Για το παραπάνω λήμμα, έχω ένα παράδειγμα από ένα γλωσσάρι που έγραψα, με τις διάφορες ντοπιολαλιές της Χίου, στην περίπτωση, μια χιώ(ν)τικη περιοχή που λέγεται Θολοποτάμι.
[B]
Έτσινα μιλούμενε τα θολοποταμούσικα:

Ωνά που βλέπετενε, έχομενε μαζέψει λέξεις που λέμενε ότα μιλούμενε στο Θολοποτάμι. Ελάστενε καμιά φορά να μας ακούσετενε, αν και ε μου φαίνεται πως α καταλάβετενε και πολλά πράματα, ωνά που τα λέμενε, αλλά ήντα α κάμωμενε έτσινα τα λέμενε.[/B]

Ολόκληρο το θέμα βρίσκεται στο: http://www.projethomere.com/travaux/lexique_khiote_grec_francais.htm

Για τους πιο νέους και λιγότερο επαϊοντες, επανέρχομαι δίκην αρχειοφύλακα: Στη δεκαετία του '60, η λουκουμόσκονη ταυτιζόταν σχεδόν αποκλειστικά με τους γκέι (τότε, χάριν ευπρεπείας, τους λέγαμε ντίνγκι-ντάνγκες, κουνιστούς, γυναικωτούς, θηλυπρεπείς, αδελφές του ελέους, κ.ά., οι πιο τολμηροί που δε φοβόμασταν το πιπέρι στο στόμα, τους λέγαμε πούστηδες). Οταν οι στρέιτ μπανίζανε καμιά αρκούντως εμφανή κουνιστρόνα (τότε δεν υπήρχανε ντραγκ και τραβέστες), το κλασικό κράξιμο (με απαραίτητα χαριτωμένο σπάσιμο του καρπού και τσιριχτή φωνή) ήταν:
Καλέέέέ ... σκοτώώώώστε τη με λουκουμόόόσκονη!!!
Η σχέση, κατά την ταπεινή μου γνώμη, είναι ότι οι όχι και τόσο φανατικοί άντρες συνήθως τρελαινόντουσαν (τρελαίνονται;) για γλυκά, ζαχαρωτά, λουκούμια, λικεράκια πουστριλέ, και τα τοιαύτα.

@ Ironick: Μπορώ να συμπεράνω λοιπόν ότι το ψευδώνυμό σου είναι συνδυασμός από Ηρώ+Νικ ;
@ το τρολ: θνξ
@ Vrastaman: Μου αρκεί που το απολαμβάνεις. Δεν ξέρω πώς λειτουργεί το σύστημα της βαθμολογίας. Εγώ, γενικά, γράφω/σχολιάζω μόνο για το κέφι μου και, ειδικά, εδώ, όταν με εμπνέουν πρωτότυποι ορισμοί και ευφυή σχόλια. Αν είμαι λάθος, πάω ντούκου.

Εχω γαμωταπροβλήματα με τις γλώσσες: σκέτο «νικ» (نكه) στα αραβικά είναι γαμήσι. Πάντα καλοπροαίρετα, ε; Τελικά, δλδ, «εν τούτω, ΝΙΚ» ... On est entre amis, non;

#25
ΝΤΙΝΟΣ

στο τάληρο

Hasta que finalmente, acabé encontrando unos Griegos bastante hispanófonos, por lo visto, para intercambiarnos opiniones, puntos de vista y otras bobadas, tonterías o sandeces. @ Χότζα'μ: En mi época, los Celtas que yo fumaba costaban diez duros.
@ Επισκέπτη: rompecojones αλλά επίσης rompehuevos.
@ Αυτόχειρα: Πολλάς γλώσσας, ξένας ή εντοπίου παραγωγής κεφάρουμε (sic): κρασάτη, φουρνιστή, λαδοκολλάτη, της πεθεράς (a.k.a. «κωλόγλωσσα» ή «φαρμακόγλωσσα») κλπ. Αποφεύγουμε τις «κακές γλώσσες» (γιατί αφήνουν ανικανοποίητα κάποια ευπαθή σημεία) αλλά και κάθε lapsus linguae, για να μη «γλωσσεύουμε τη μπέρδα μας», διότι «γλώττα λανθάνουσα τ'αληθή λέγει» και πάει λέ(γ)οντας.

#26
ΝΤΙΝΟΣ

στο τάληρο

¿Es decir que te las arreglas también en español; ¡Macanudo, che! όπως λέγαμε αργότερα στην Αργεντινή.
Αλλά εγώ πρόλαβα το φλιπεράκι με «una rubia» (μια ξανθιά) = σλανγκ για μια πεσέτα (το κέρμα ήταν κίτρινο), και ένα «chato de tinto con tapa» (ένα ποτήρι κοκκινέλι με μεζέ) για δυο «ξανθιές». Τότε, 1 πεσέτα = 0,50 δρχ.
O tempora! O mores«

#27
ΝΤΙΝΟΣ

στο τάληρο

Βράσ'τα κι άσ'τα, δικέ μου. Σε τέτοιους ξενέρωτους και λοιπούς κυριλέ, δε λέω «όχι» σαν τον Κελαηδόνι (sic) ... ού γαρ οίδασιν τι τσαμπουνάσιν. Λέω πως τ'άσπρα μαλλιά τα'χω για μπλόφα. Οπως κι ο Λουκιανός εξ άλλου (είμαστε σχεδόν συνομήλικοι).

#28
ΝΤΙΝΟΣ

στο τάληρο

Εγώ, σαν ... Ντινόσαυρος που είμαι, πρόλαβα την εποχή που μετράγανε τα μόνια με τάλαρα. Θυμήθηκα, à propos, κάτι παλιά μου σλανγκοκείμενα (2008) για να μαθαίνανε τα Γαλλάκια και οι Γαλλιδούλες τη δικιά μας μαλλιαρή. Ιδού ένα τμήμα:

Για τάβλι το ξεκίνησε, ο Θρασύβουλας ψες βράδι. Αλλά ο Χλέμπουρας είχε μια ρέντα στο κόκκαλο, άλογο πράμα, πού να στα λέω! Το μίλαγε κι ερχότανε! Στις «πόρτες», τον άφησε με δυο πούλια στο χέρι και το'κλεισε! Στο «πλακωτό», του στρίμωξε την παραμαμά, άσε καλύτερα! Στο «φεύγα», τρίτη ζαριά και να'σου το εξάπορτο! Παραλίγο να του το φόραγε κολλάρο! Αλλη μια νύχτα τσάμπα. Ρέστος και πανί με πανί, ο Θράσος. Καλά που'χε και ογδόντα τάλαρα καβάντζα, να τη βγάζει καθαρή στην κενωνία, και να'ναι και ασπροπρόσωπος.

Ολόκληρο το κείμενο υπάρχει στο http://www.projethomere.com/forum/viewtopic.php?f=11&t=1175

Αξιοσημείωτο είν'ακόμα ότι, μισόν αιώνα πίσω, την εποχή που ζούσα στην Ισπανία, οι ντόπιοι μάγκες μετράγανε κι αυτοί τα λεφτά σε πολλαπλάσια του 5 με «duros», ήτοι, κέρματα των 5 pesetas, σα να λεμε «τάλαρα»!

Οσο για το τάλιρο/τάληρο/τάλαρο, παίζουν και τα 3.

#29
ΝΤΙΝΟΣ

στο τάληρο

Βέβαια, ο Βικάριος (Vicarius) σημαίνει και «τοποτηρητής», ή κάτι τέτοιο, όπως ο Χότζας (جحا) σημαίνει και «ένδοξος», ή κάτι τέτοιο, θα πρέπει όθεν ν'αναθεωρήσω τα περί «ιερωμένων». Ωστόσο οι εκ δεξιών και εξ ευωνύμων ευχές παραμένουν καλοδεχούμενες και ελπίζω να φανώ αντάξιος.

#30
ΝΤΙΝΟΣ

στο τάληρο

Ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια, αγαπητοί μου ιερωμένοι (sic) ... διότι ο μεν «βικάριος» είναι εφημέριος ο δε «χότζας» είναι ιεροδιδάσκαλος. Το πότε απαγορεύτηκαν ή καταργήθηκαν οι περί ών ο λόγος επιγραφές, δεν ξέρω. Ελειψα πολύ απ'την Ελλάδα και δεν είμαι ιστορικός. Γλωσσοδίφης είμαι. Και πολύ Έλληνας της Διασποράς να'ουμ. Μαζί με τα απαρέμφατα και λοιπά απολιθώματα, βάλτε και μένα στον ίδιο ντορβά.