#1
sstteffannoss

στο γαμιάς

Κατά άλλους απ' το του χοίρος=αιδοίο + ψαύω=ψηλαφίζω. Από εδώ

#2
sstteffannoss

στο γαμιάς

Αρχαϊστί: χοιροψάλας, ο που ψαλιδίζει μουνιά ή, κατά μία άλλη εκδοχή, κάνει τα μουνιά να στενάζουν, να ψάλλουν, να βγάζουν νότες (ήταν και προσωνυμία του Διόνυσου). Από εδώ.

#3
sstteffannoss

στο πηγαδομούνα

Αρχαϊστί: Διθυραμβοχάνα! από εδώ

#4
sstteffannoss

στο ό,τι βάλεις πάει

Μήπως συσχετίζεται με το στανταρισμένο «rien ne va plus» στη ρουλέτα;

#5
sstteffannoss

στο μπιμπερόπουστας

Θεωρώ πως ο όρος αποτελεί ακόμη ένα γέννημα μιας κοινωνικής νοοτροπίας, σταθερής στο χρόνο, που κατά καιρούς δίνει παρόμοιους ως προς το περιεχόμενο σλανγκικούς όρους όπως π.χ. ο εδώ αναφερόμενος, περισσότερο ή λιγότερο πετυχημένους.

Πολλές φορές οι υπαινιγμοί τους δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα χωρίς ωστόσο να έχουν βλάψει απαραίτητα την καριέρα όσων έχουν στο στόχο τους.

Θυμάμαι συνέντευξη του δημοφιλέστατου στο γυναικείο φύλλο ηθοποιού (μακαρίτη τώρα) Νίκου Κούρκουλου να διηγείται πως σε σκοτεινή αίθουσα όπου παίζονταν έργο στο οποίο πρωταγωνιστούσε, άκουσε να εκτοξεύεται για αυτόν η κατηγορία, από θεατή όταν η κοπέλα που συνόδευε εξέφρασε το θαυμασμό της στο πρόσωπό του.

#6
sstteffannoss

στο ντούκι

Αγαπητέ deinosavros δεν διαφωνώ. Παντού όπου είδα όμως (κοίτα εδώ κι εδώ κι εδώ) το κόμμα το βρήκα μετά το τσιφάρι. Όντως προβληματίζει.
Η πλάκα είναι πως και εδώ όπου απαγγέλεται το ποίημα, το κόμμα προφέρεται μετά το «τσιφάρι».

#7
sstteffannoss

στο κουπός

- Cecinestpas_slang!!!
- Oui, oui, je sais!! Mais pas mainstream nonplus! Et Babis ne l’ a pas.

#8
sstteffannoss

στο μετωπικός

@HODJAS: Μαζί σου!! Αλλά μόνο αν υποσχεθείς τηλεοπτικούς λόγους σε πανεθνικό δίκτυο 21:30' με 03:30'!!

:-)

#9
sstteffannoss

στο έφτυσα

« - «Έφτυσα! Αλίμονό σου αν χαζέψεις πάλι στο δρόμο!»
Δεν έφτυνε ποτέ στ' αλήθεια, μόνο με λόγια, μα το νόημα της απειλής ήταν καθαρό: Έπρεπε νά χεις γυρίσει πίσω πριν στεγνώσει το σάλιο. Το πόσο γρήγορα στεγνώνει το σάλιο το καθόριζε εκείνη σύμφωνα με τις περιστάσεις, σύμφωνα με το κέφι της. Καμιά φορά στέγνωνε ώσπου να πεις κρεμύδι, σαν πουλί πήγαινες και σαν πουλί γύριζες, μα το σάλιο είχε στεγνώσει κιόλας, κι εκείνη σε περίμενε στην πόρτα με το λουρί στο χέρι.

Άλλοτε, γύριζες απ' το θέλημα που σ' είχε στείλει να της κάνεις και, στ' αντίκρισμα του σπιτιού απ' τη γωνιά του δρόμου, σ' έπιανε τρεμούλα, κάτι έσπαγε μέσα σου, λυνόντουσαν τα γόνατά σου, αντί να πάν' μπροστά, τα πόδια σου πήγαιναν πλάγια, πίσω, μπροστά, πλάγια, πίσω... Αναρωτιόσουνα γεμάτος αγανάκτηση με τον εαυτό σου τι σ' είχε κάνει να ξεχαστείς τόσο πολύ, ποιος ζερζεβούλης σ' είχε βάλει να σταθείς και να χαζέψεις τα παιδιά πού σερναν την κάργια απ' το ποδάρι, αν άξιζε τον κόπο να φας τόσο ξύλο για μια διασκέδαση πούχε τύχει στο δρόμο σου, στην οποία δεν είχες λάβει καν μέρος, και που, το χειρότερο απ' όλα, ανήκε κιόλας στο παρελθόν, ενώ η ώρα της Κρίσεως, η στιγμή της πληρωμής του λογαριασμού πλησίαζε αμείλικτα με κάθε βήμα πού κανες προς την πόρτα.»....

Κώστας Ταχτσής: Τα ρέστα (1972)

Για την ετυμολογία.

#10
sstteffannoss

στο σύψωμος, ταϊστός

...Η δουλειά αυτή είναι πολύ κοπιαστική και μάλιστα στα πιο παλιά χρόνια, όταν οι εργάτες δούλευαν «από ήλιο ως ήλιο» δηλ. από την ανατολή ως τη δύση του ήλιου. Γι αυτό είχε από τότε καθιερωθεί ειδική τονωτική διατροφή των σκαφιάδων εργατών. Η διατροφή αυτή άρχιζε με πρωινό μαγερεμένο φαγητό και μπόλικο κρασί, ακολουθούσε γύρω στις εννιά η ώρα το καφαλτί (κολατσό) με πρόχειρο φαγητό και κρασί κι ύστερα το μεσημέρι, άλλο μαγερεμένο φαγητό, που το μετάφεραν στο αμπέλι με μπόλικο πάλι κρασί, που το έβαζαν σε μεγάλους τσούκους (σφαιρικές μεγάλες κολοκύθες με μακρύ λαιμό). Το απόγευμα ακολουθούσε τρίτο μαγερεμένο φαγητό η λεγόμενη μαρέντα με μπόλικο επίσης κρασί και η διατροφή αυτή τέλ·ειωνε με το βραδυνό δείπνο με νέο μαγερεμένο φαγητό κι άλλο μπόλικο κρασί. Κρασί προσφερόταν ακόμη κατά τη διάρκεια της ημέρας στα ενδιάμεσα των γευμάτων από ειδικό κεραστή πάνω στην αποσκαφή, στο σημείο δηλ. που σκαφτούνε οι εργάτες τη στιγμή του κεράσματος. Αυτή ήταν η διατροφή του ταίστικού αμπελοσκαφτιά εργάτη, που εφαρμοζόταν κατά κανόνα στα παλιά χρόνια, γιατί αργότερα εκτός του ταϊστικού δημιουργήθηκε και ο λεγόμενος σύψωμος εργάτης, αυτός δηλ. που αναλαμβάνει εξ ιδίων τη διατροφή του μετά από συμφωνία με το αφεντικό (ιδιοκτήτη),κατόπιν αποδοχής των σχετικών όρων εργασίας του αφεντικού ιδιοκτήτη. Επικρατούσε ακόμη παλιά η συνήθεια και το αφεντικό μετά το δείπνο ετράταιρνε (προσέφερε) στους ταϊστικούς εργάτες και καφέ στο καφενείο του χωριού. ...

Από εδώ.

#11
sstteffannoss

στο ψόφα, ψόφα, ψόφα

Για την ετυμολογία του «ψοφάω» ρίξτε μια ματιά στο εδώ σχόλιο του aias.ath στον οποίο αφιερώνω εν είδει σπεκ τον ορισμό.

#12
sstteffannoss

στο χαλασογιορτούλας

Μοιάζει με απόδοση του ισπανικού aguafiestas (agua: νερό + fiesta:γιορτή): αυτός που με τα λόγια ή τη στάση του χαλάει τη χαρά των άλλων, αυτός που διαλύει τη γιορτή, ο σπάστης.
¿Hablas español dimgerol;

#13
sstteffannoss

στο μότσα

Δεν βάζω και το χέρι μου στη ..λάβα της Αίτνας αλλά το ιταλικό moccio (προφέρεται μόοτσο): μύξα προέρχεται απ’ τη λατινική ρίζα mucceus που προέρχεται απ’ το λατινικό mucus κι αυτό από το κλασικό λατινικό mucus (στα Ελληνικά «μύξα»).
Τώρα βέβαια, αν ισχύει, μπορεί κάποιοι να νοιώσουν κάπως. Εγώ ανέκαθεν αναρωτιόμουν πως θα πρέπει να νοιώθουν οι ..βάρβαροι για εμάς όταν πολλές ασθένειες έχουν (ως προς την ονομασία) ελληνική ρίζα.

#14
sstteffannoss

στο κυρίζι

Μάλλον από το τουρκικό keriz: κορόιδο, κάποιος εύκολο να απατηθεί, αδαής, αφελής, άπειρος, εύπιστος, βλαξ.

#15
sstteffannoss

στο παγκαλέων

Σαμανδρέου / Παπαράς
Είναι μέρος της μόδας να αποκαλείται ένα πολιτικό (νομίζω θα υπάρξουν πολλαπλές εξελίξεις επ' αυτού) δίδυμο με ένα σύνθετο από τα επώνυμα των δύο (π.χ. Μερκοζί εκ των Μέρκελ / Σαρκοζί).
Έτσι μετά την παρωδία των τελευταίων ημερών άρχισαν να παίζουν τα Σαμανδρέου / Παπαράς (με αυτήν τη σειρά για προφανείς λόγους) εκ των Σαμαράς / Παπανδρέου κι αντιστρόφως. Τα θεωρώ φρέσκια σλανγκ αλλά δεν μπορώ να εκτιμήσω το διαχρονικό της εμβέλειάς της.

Μοιάζει με το «οι Παπά και Καρά» που έπαιζε σε τσιριζικά σινάφια όταν στο πολιτικό σκηνικό υπήρχε ο Καραμανλής.
Τότε, όλα τα επίθετα των πολιτικών αρχηγών άρχιζαν είτε από το ένα συνθετικό, είτε απ' το άλλο.

#16
sstteffannoss

στο γάγκλα

Εύγε nikolaaosvlas!!
Προς επίρρωση του σλανγκικού του όρου:
Η έκφραση έχω γκάγκλα σημαίνει είμαι στραβός, ανάποδος, ιδιότροπος, ιδιόρρυθμος, έχω παραξενιές, είμαι δύσκολος στη συνεργασία, είμαι πνεύμα αντιλογίας.
Πολιτιστική κληρονομιά του πατέρα μου που το χρησιμοποιεί που και που.

#17
sstteffannoss

στο σφάζω

Εγώ λέω συχνότατα τα «σφάξε καμιά κονσέρβα» / «σφάξε κανά Rio Mare» όταν προτείνω κάτι πρόχειρο για φαγητό (ακριβώς όπως το εννοείς στο θα σφάξω ρέγγα.

Νομίζω δε, πως μ' αυτή τη λογική, το θα σφάξω ρέγγα έχει τη ρίζα του στο ό,τι οι ρέγγες είναι από τα ψάρια που πολύ εύκολα συναντάς σε μορφή κονσέρβας.

Οπότε και το σφραγισμένο μπουκάλι.

#18
sstteffannoss

στο μακαρόνι

Εύγε!!! Με πρόλαβες!!!
Να προσθέσω πως: δεν πα να έχεις μόλις σαπουνιστεί πατόκορφα δις και τρις, αν ο μάστορας χαμαμτζής πιάσει τον κετσέ, το μακαρόνι που βγάζει από πάνω σου σε βάζει σε πολλές σκέψεις για το βαθμό καθαριότητάς σου.

Αποκάλυψης Ιωάννου, ΣΤ' - 8:

«7. Καὶ ὅτε ἤνοιξε τὴν σφραγῖδα τὴν τετάρτην, ἤκουσα φωνὴν τοῦ τετάρτου ζῴου λέγοντος· Ἔρχου. 8 καὶ εἶδον, καὶ ἰδοὺ ἵππος χλωρός, καὶ ὁ καθήμενος ἐπάνω αὐτοῦ, ὄνομα αὐτῷ ὁ θάνατος, καὶ ὁ ᾅδης ἠκολούθει μετ' αὐτοῦ· καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ἐπὶ τὸ τέταρτον τῆς γῆς, ἀποκτεῖναι ἐν ῥομφαίᾳ καὶ ἐν λιμῷ καὶ ἐν θανάτῳ καὶ ὑπὸ τῶν θηρίων τῆς γῆς.»

Ρίξτε ένα βλέφαρο κι εδώ.

#20
sstteffannoss

στο φλιτάρω

Λάθος στη λεζάντα του μηδιού. Είναι στο 1:13'

#21
sstteffannoss

στο φλιτάρω

Υπάρχει μια εξαιρετική σκηνή στην τελευταία ταινία του Terrence Malick «The Tree of Life» όπου μικρό βυτιοφόρο φλιτάρει στο δρόμο, ενώ παιδάκια παίζουν μέσα στο χιονομπαμπακάτο νέφος, κι ο φακός -κινούμενος αντίθετα- ίσα που πιάνει την επιγραφή «DDT» πάνω στο βυτιοφόρο.

#22
sstteffannoss

στο αλλάζω την πλάκα

@Μιτζνούρ: Σωστότατα!! Το πρώτο συνώνυμο του «ξεκόλλα τη βελόνα (επιτέλους)!!»

#23
sstteffannoss

στο λέσι

Και για να τα λέμε Πολίτικα: «ζέχνει τα εφτά λέσια».
π.χ.: «Δε σε παντεύτηκα μωρή για να το ξύνεις ολημερίς κι ολονυχτίς και το σπίτι να ζέχνει τα εφτά λέσια! Τα σέα σου τα μέα σου και βουρ στη μάνα σου!!»

#24
sstteffannoss

στο κατσίβελος

Κατσιβέλα (Σωτηρία Μπέλλου, Στελλάκης Περπινιάδης)

Έχω ιδεί πολλές σουλτάνες ξακουστές στην ομορφιά μα εσύ σκλαβώνεις κόσμο κατσιβέλα μου γλυκιά.

Όταν βάνεις το τσεμπέρι το γαρίφαλο στ' αυτί τρέμει ο ουρανός να πέσει με τ αστέρια του μαζί.

Έλα, έλα, έλα, έλα, όμορφή μου κατσιβέλα.

Όμορφή μου κατσιβέλα στο τσαντίρι σου μη πας να σε χάσει, να σε χάσει, ο τσιγγάνος π’ αγαπάς.

Το τσεμπέρι να πετάξεις και μαζί μου να 'ρθεις πια και τα ρούχα σου ν' αλλάξεις για να γίνεις μια Ρωμιά.

#25
sstteffannoss

στο γιουρούκος

Μπααα! Για κραυγή φέρνει στο «λέλε μάικω» οπότε γουσουζιά.

#26
sstteffannoss

στο γιουρούκος

@ΜΧΣ: Μαζί γράφαμε. Το «αλαλά» φέρνει στον Αλλάχ και το αβαβά. Το «ελελέ» κάτι λε.

#27
sstteffannoss

στο γιουρούκος

Χμμμ.... Τελευταίως το φωνάζουν με δάκρυα στα μάτια, χωρίς επικίλα.

#28
sstteffannoss

στο γιουρούκος

Πάντως, αν και δεν έχω πρόβλημα το με «γιούργια», προβληματίζομαι με τα «έφοδος» κι «επίθεση» που σαν τρισύλλαβα δεν είναι και πολύ βολικά. Πάει το μυαλό κανενός σε κάτι πιο αυθεντικά ελληνικό; Κάτι που να βγάζει μια κάποια επικίλα; Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι τι ούρλιαζαν σ’ αντίστοιχες περιπτώσεις;

Σκέφτομαι μπας και πάθω κοκομπλόκο αν μου χρειαστεί να υπερασπιστώ καμιά Πλατεία στην Ίφκινθο απ’ τα αντακάβα φουσάτα των Σαν Μαρινέζων που εν είδει μπαντανοφόρων τουριστών κάνουν ντου με το που θα κατέβει ο καταπέλτης καμιάς Δημητρούλας. Και τι ουρλιάζω τότε με το ταν –ταν στο χέρι, μέχρι να ‘ρθει ο ΠροΠος με το μπαταροϋποβρύχιο; «Πίσω ΣανΜαρινάκηδες μη σας ψεκάσω;»

#29
sstteffannoss

στο γιουρούκος

@vikar: Το «γιούργια» το ετυμολογεί απ' το (mea culpa) ουσιαστικό «yürüyüş», ο Μπάμπης: «Πιθ. συνδέεται με το τουρκ. yürüyüş «περπάτημα, πεζοπορία – έφοδος» ».

Αν το προφέρεις γρήγορα το κόβω πιο κοντά στο «γιούργια», αλλά δεν τον κόβω κι όλας.

Θεωρώ πιθανότατο όλα (yürüyüş, yürümek, γιούργια, γιουρούσι) να προέρχονται από το παλαιοτουρκικό «yori».

Ευχαριστώ όλους για τα καλά σας λόγια!!

#30
sstteffannoss

στο κουότ

Θα σταθώ στο «…κάποια λέξη/φράση που ο πολύς ανυποψίαστος κόσμος την εκδέχεται κυριολεκτικά,…» του Khan σε συνδυασμό με το «…και καλά ότι ο λόγος μας είναι δομημένος και τεκμηριωμένος.» του allivegp.

Αυτό που εισπράττω σαν μήνυμα (εγώ τουλάχιστον) όταν το παθαίνω είναι «μη τολμήσετε να κριτικάρετε όσες πίπες σας πουλάω γιατί ανά πάσα στιγμή δίνω όποια έννοια με βολεύει στους όρους που ‘χωσα σ’ αυτάκια κι άντε να βρεις πάτημα να μ’ αμφισβητήσεις». Αν μάλιστα πέσουν πολλά από δαύτα, άλλα λέει ο ομιλητής, άλλα εννοεί, άλλα καταλαβαίνει ο καθένας απ’ το κοινό.

(Στο γραπτό λόγο ισχύει κάπως το ίδιο. Αλλά επειδή υπάρχει χώρος – χρόνος, δε σε παίρνει να το χέσεις, αφού με παρενθέσεις κι αστεράκια μπορείς -κι οφείλεις- να εξηγηθείς στα ίσια, χωρίς να χάνεται το νόημα απ’ τον αναγνώστη αφού μπορεί να ανατρέξει στα προηγούμενα, πράγμα δύσκολο για τον ακροατή).

Tip: Έχοντας απηυδήσει, διακόπτω αμέσως –ειδικά αν ξέρω το κουσούρι- και ζητώ από τα πρώτα αυτάκια καθαρές εξηγήσεις «..για να καταλάβει χωρίς καμία απολύτως παρεξήγηση όλη η σεβαστή ομήγυρη τι ακριβώς εννοείτε, ώστε να σας χειροκροτήσουμε στο τέλος όλοι έχοντας αντιληφθεί το ίδιο πράγμα» –συνοδεύεται από δολοφονικό χαμόγελο μεταδοτικότατο στο νοήμον κοινό αλλά σπανίως στον ομιλούντα. Φυσικά, δεν χειροκροτώ στο τέλος.