#1
Aeraki stis Malvides

στο ρώτα τη Βίκυ

Ευχαριστώ το ύψιστο αναγραμμαντείο τραγουδιστά.
Παίζει και χρησμός;

#2
Aeraki stis Malvides

στο ρώτα τη Βίκυ

Ώπα, σόρρυ, υπήρχε:
Βίκυ

#3
Aeraki stis Malvides

στο το μπούλης, ο

Το τελευταίο δω πάνω πήγαινε στην Ηρώ-Νίκη, το προτελευταίο σε όλους ως ανοιχτές ασίστ.
Το λήμμα για τις διορθώσεις είναι το:
Παρλαμέντος

#4
Aeraki stis Malvides

στο το μπούλης, ο

Δε λέω όχι, το αφήνω στα έμπυρα (ομωνινία) χέρια των αναρχοαυτόνομων μολότοφ της σαϊτας (του σάιτ)-
θα μπορούσε όμως να μπει και με σκέτη βενζινό-κολλα από κάτω (μεταλαμπαδεύοντας τη γνώση με βραδυφλεγές πυρ-αγωγό σκρολάρισμα).

#5
Aeraki stis Malvides

στο το μπούλης, ο

Πασούλες με πασαπόρτια, αν θέλει κανείς...
1. Για τα δυο κεφάλια («υδροκέφαλου» ΕΛΠΑ): «εγκέφαλος και εγκέλαδος».
2. Όταν δε χωνεύουμε κάποιον: «κακοσπινάτος» (ελληνιστί: «κακοσπανάκιας»).

#6
Aeraki stis Malvides

στο το μπούλης, ο

Πρόκειται περί... (προφανώς ελλειπτικού) λογοπαιγνίου.
Εννοείται το εξής:
«Αν μας φέρεις σήμερα που θα βγούμε με τις γκόμενες τον »μπούλη« ΧΨΖ που παίρνει »τον ασφαλτοστρωμένο πουλόδρομο« (= μονίμως τον πούλο) απ' τις γυναίκες, θα τον πάρουμε κι εμείς (από αυτές)!» ή κάτι τέτοιο...
δηλαδή η μπηχτή για τον «ΧΨΖ» είναι τουλάχιστον διπλή:
είναι μπούλης + παίρνει τον πούλο (και απ' τις γυναίκες και (γι' αυτό το λόγο να τον πάρει κι) από μας εδώ (την παρέα)).

#7
Aeraki stis Malvides

στο το μπούλης, ο

Λοιπόν, «έχουμε και λέμε»...
«κι ο λαός βοηθός»:

  1. Αντονομασία: Είδος μετωνυμίας, στην οποία ένα όνομα αντί να ειπωθεί ρητά αντικαθίσταται από μια ιδιότητα του προσώπου που το φέρει,
    π.χ. ο Βουλγαροκτόνος, ο Ναζωραίος (ή Παντοκράτορας ή Υιός του ανθρώπου), ο Σταγειρίτης (ή ο φιλόσοφος), ο πατέρας της ιστορίας, ο Άγιος (από ταινία), ο ψυχοπομπός, ο ανίκατος κλπ.

  2. Contaminatio:
    Συγχώνευση δύο ή περισσότερων λέξεων για τη (συνήθως χιουμοριστική) δημιουργία νεολογισμού, π.χ. καρδιοθράυστης, γυναικοκατακριτής, τιραμισουρεαλισμός (που θυμίζει το παλιότερο «τιτιβικυβισμός» για έργα τέχνης που είναι «τσίου»).
    Πληθώρα λημμάτων (π.χ. αγγουροξυπνημένος) και ψευδωνύμων (π.χ. ironick) του slang.gr αποτελούν contaminations (ελληνιστί: κοντά-μη-nation), έπρεπε να ειπωθεί μια μέρα, νο;

  3. ΜπακΙροπαρέα ξεγά(μ)νωτη (όχι μπακΟΥροπαρέα):
    Βλέπε μπακούρης
    και τενεκές ξεγάνωτος-
    έχει αναφερθεί εμμέσως.

  4. Γκομενοαπωθητικό:
    Από το εντομοαπωθητικό, αλλιώς και «φιδάκι» (κατά μία έννοια) ή «φιδάκης» .

  5. Απόβλητος, αποσυνάγωγος:
    (Δεν είναι αργκό) ο διωγμένος από κάποια ομάδα, λέσχη κλπ., ο περιφρονημένος ή εξόριστος, ο αποδιοπομπαίος, ο αποδιωγμένος, «το όστρακο».

  6. (Έχει) «κακό» ή «αρνητικό σπιν»:
    Έκφραση πρωτο-(και δευτερο-)δεσμιτών των έιτιζ και νάιντιζ για άτομα που δε γουστάρονται, που... «δεν ταιριάζουν τα χνώτα μας».
    Spinoza, Baruch de (1632-1677): Ρασιοναλιστής φιλόσοφος («deus sive natura» (= «Θεός» ή αλλιώς «φύση»)) που εκδιώχθηκε και αφορίστηκε στα νιάτα του (1656) από την εβραϊκή κοινότητα της γενέτειράς του ('Αμστερνταμ).

  7. Μαμαμπουκιάς, μπάτερτσάιλντ (= βουτυρόπαιδο), μυζητήρας (= (Όχι μόνο αργκό) όργανο που βυζαίνει) κλπ.:
    βουτυρομπεμπές και σχετικά άλλα λήμματα.

  8. Κούκι(ζ) (cookie(s)):
    γκόμενα, η θέαση της οποίας επιφέρει μεγάλη επιβράβευση στον εγκέφαλο (και άλλα... κεφάλια).

  9. Παπαδομπέμπης:
    Μη απογαλακτισμένο, μη ξεψαρωμένο παπαδοπαίδι.

  10. Αλμπέρτο Μοράβια:
    http://www.greekbooks.gr/moravia-alberto.person

  11. Μαλβίδες, όχι Μαλδίβες, πρόκειται περί απλής συνωνυμίας (ομωνυμία, aequivocatio).

  12. Ο παρλαμέντος:
    Θέλει μικρό π (και λ στο παράδειγμα), διορθώστε το, το λήμμα θέλει βέβαια κάποια βελτίωση και καλύτερα παραδείγματα και μίντια, αλλά ισχύει, μην το βγάζετε...

  13. Άλλες απορίες (γλωσσικές, μεταφυσικές, αστρολογικές);
    Εδώ, στον παππού. (- Αντων-ομασία) (- contaminatio) (- λατινισμός) κλπ.