#1
Μιτζνούρ

στο μουνόχειλα

Λήμμα που ανεκαλύφθη το πέμπτο έτος λειτουργίας του site.
Αύριο θ' ανεβάσω το κοκορέτσι. Όταν το λάστιχο του ποτίσματος (κι έπεσε πολύ πότισμα λόγω καλοκαιριού) στρίβει περί τον επιμήκη άξονά του, γίνεται κοκορέτσι.
Και θυμώσουν οι χαρτογιακάδες!

#2
Μιτζνούρ

στο γκαρίτσαφλος

Νομίζω πως ο ορισμός σου πάει πιο πολύ στο ματζαφλάρι.

Σας παραπέμπω στο σύγγραμμα της Ιατροδικαστικής του Ηλιάκη, πρέπει να πήρε σύνταξη το 1970, αλλά κάπου θα υπάρχει. Να δείτε τι γινόταν! Εγώ έχω χειρουργήσει καναδυό ρήξεις κι ἐχω ακούσει για μερικές 'αφαιρέσεις ξένου σώματος'. ΘΥμάμαι μια εφημερία στο Λαϊκό, ειδικευόμενος στραβάδι, όταν ήρθε κάποιος τουλάχιστο 75 ετών, που του είχε βάλει ένα φίλος σπαρματσέτα, κι έσπασαν. Δεν κινδύνευε άμεσα, αλλά δεν υπήρχε τότε τεχνολογία ν' αφαιρεθούν ενδοσκοπικά, δεν ήθελε να πάει με την ασφαλεια για να μη γραφτεί τίποτα στο βιβλιάριο του (σε θα γραφόταν μάλλον αλλά ποιος ξέρει σε ποιον ηλίθιο θα έπεφτε;) και του είπαμε ότι θα στοιχήσει τουλάχιστο 17 με 18 χιλιάδες δρ. (τιμές 1974) κι έκλαιγε λεγοντας: Μα είναι δυνατόν... τόσα λεφτά για δυο κομματάκια σπαρματσέτο;

Πάντως δεν είναι ψέματα. Ιδίως ισχύει για τ' αποδημητικά. Θα μπορούσε να είναι μια παραλλαγή του η αγάπη δεν έχει σύνορα, η μαλακία πάει παντού κ.ο.κ.

#5
Μιτζνούρ

στο μουνάκι

Αμφιβάλλω

#6
Μιτζνούρ

στο μουνάκι

Τραβηγμένο από τα μαλλιά τουλάχιστο

#7
Μιτζνούρ

στο καρκάλι

Καρκάλι < κάρκαλο < καύκαλο, το κρανίο (οστέινο)

Κενό ή πλήρες περιεχομενου κατά το δοκούν

#8
Μιτζνούρ

στο καρκώνομαι

Πολύ μου αρέσει η λέξη, και το σχόλιο του perkins αλλά με πιάσατε αδιάβαστο

#9
Μιτζνούρ

στο γίνεται βούκινο

Αφήστε ήσυχο τον Μπάμπη επί του προκειμένου. Βούκινο (< βυκάνη μέσω λατινικών, υστερολατινικών, ελληνιστικών και βυζαντινών τύπων). Ο Σόλων Μιχαηλίδης στην Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής Μουσικής λέει πως βυκάνη ήταν το κέρατο που χρησιμοποιούσαν οι βοσκοί. Εν τούτοις βυκάνη / βούκινο είναι και ο γνωστός στους ναυτικούς κόχυλας. Αλλά εδώ υπάρχει μια μεγάλη παρεξήγηση. Το ανάλογο αντικείμενο που κατασκευάστηκε από χαλκό ως βυκάνη, στην πραγματικότητα είναι τρομπέτα, διότι διαθέτει επιστόμιο που παράγει ήχο. Η πραγματική βυκάνη ΔΕΝ είναι μουσικό όργανο διότι δεν παράγει ήχο αλλά αυξάνει το φυσικό αντιχείο του στόματος, συνεπώς δεν είναι δυνατό να υπάρξει αυθεντία που να διευκρινίσει ποια ήταν η πρώτη της χρήση. H λέξη παράγεται από μια ΙΕ ρίζα που σημαίνει πρωτογενώς δίχαλο, δευτερογενώς σιαγών και κατά συνεκδοχή παρειά. Στα ελληνικά η λέξη μαρτυρείται από τον Πολύβιο (3-2ος π.Χ.) ως βυκάνη (σε αντιπαραβολή με την σάλπιγγα) και στον νεολογισμό 'βυκανιτής μυς' (musculus buccinator) ο οποίος είναι ο μυς που απαρτίζει την παρειά / μάγουλο. (Είναι ο μυς που εισέλκεται και κάνει βαθούλωμα στο 'μάγουλο' του σκύλου όταν γαβγίζει ξέφρενα) Η λέξη μαρτυρείται στα ύστερα λατινικά ως bucco > bucca με τη σημασία στόμιο κόλπου, εκβολή ποταμού (εξ ου και τα παράλληλα ελληνικά μπούκα, μπουκαπόρτα, μπουκάρω, ξεμπουκάρω), με ΠΙΘΑΝΗ αρχική σημασία και στα ιταλικά ως bocca στόμα (εξ ου και τα παράλληλα ελληνικό μπουκιά και αλβανικό buke ψωμί). Η παρατήρηση ότι η λέξη βυκάνη δεν είναι όργανο παραγωγής ήχου αλλά αντιχείο είναι σημαντική διότι η ύπαρξή της μπορεί να φανερώνει την ύπαρξη και μιας ελληνικής αλλ' αμαρτύρητης λέξης από την ίδια ρίζα.

#10
Μιτζνούρ

στο χαντούμης

από το τούρκικο hadım. Πρβλ. και dıvar - ντουβάρι

#11
Μιτζνούρ

στο πάφλας

Το ξέρω πάφιλα

#12
Μιτζνούρ

στο βυζόπλακα

Ρε τι κυκλοφορεί! Πού ζω; Πάντως ο τόνος αναβιβάζεται εις την λόγιαν γλώσσαν. Ο Khan διαθετει ΚΑΙ γλωσσικό αισθητήριο.

Η γιαγιά σου έλεγε ordulum mordulum , αταξία, ανακατωσούρα (ordu πλήθος, στράτευμα)

#14
Μιτζνούρ

στο μέσα

Τέλειωσαν τα 'μέσα'; Εγώ ξέρω ένα τουλάχιστο ακόμα, αλλά δε σας το λέω. Είναι shocking ή ελαφρώς επικίνδυνο να συνεπαχθεί προβλήματα ή γάμο

#15
Μιτζνούρ

στο μέσα

Εγώ νόμιζα πως σημαίνει: παίζω, συμμετέχω, το αντίθετο του ντούκου

ΣΗΜ. Ἐπαιζα κοντσίνα προ ................................ ετών
Μη με λάβεις σοβαρά υπ' όψη

#16
Μιτζνούρ

στο μέσα

Ο συνοικισμός του ναυστάθμου για τους κατοίκους του όταν βρεθούν 'έξω'

#17
Μιτζνούρ

στο φλιτάρω

Μπράβο Gatz, είσαι και ο πρώτος. Αυτά που θυμάμαι εγώ ήταν no-name, αλλά τα λέγαμε φλιτ και ντιντιτί, μολονότι πιθανολογώ ότι δεν ήταν το πραγματικό DDT, γιατί θα είχαμε πάθει απλαστική αναιμία με τόση κατανάλωση.

#18
Μιτζνούρ

στο φλεβίδια

Όλοι διεκδικούμε τη φωτό;
Άντε κάντε στην άκρη! Να σας φέρω το εξώφυλλό μου;

#19
Μιτζνούρ

στο αλλάζω την πλάκα

Επίσης:
Ἀλλαξε την πλάκα επιτέλους! Αυτό δε γίνεται!
Όταν κάποιος γκρινιάζει ή επιμένει σε κάτι που είτε δε γίνεται είτε ο άλλος δεν είναι διατεθειμένος να το κάνει.
Επίσης, ίδιο με τα πιο πάνω βασικό ορισμό
Διεπίστωσε / είδε / αντελήφθη ότι ..... και άλλαξε την πλάκα

#20
Μιτζνούρ

στο ψημένο

Terra incognita mihi

Σωστό το πάρε-δώσε. Αναφέρθηκα όμως στο δοῦναι καὶ λαβεῖν (ἔμαθα ἐν τῶ μεταξὺ νὰ πολυτονίζω) επειδή θυμάμαι τα παλιά τεράστια κατάστιχα του πατέρα μου μ' ένα τεράστιο δοῦναι από τη μια σε φούξια και ένα επίσης τεράστιο πράσινο λαβεῖν από την άλλη σε κόλλες cadrillé (στενές και φαρδιές κάθετες διαγραμμίσεις)

Ψηφίζω sasodiarvas. Μια κατάσταση ευρείας εκμετάλλευσης εξυπακούεται ότι προσελκύει ετερόκλητα άτομα. Αν δεν υπάρχει λόγος γιατί να συσσωρευθούν;

#23
Μιτζνούρ

στο (δε) μασώ

Δεν τα μασάω εγώ αυτά = δεν τα χάβω

Το ακούω συχνά κι εκτός Τρικάλων

Υπάρχει και το 'ν' απλώνεις τα πόδια σου όσο τα σκεπάζει η κουβέρτα σου'. Νομίζω όμως ότι το παράδειγμα δεν αναδεικνύει τη σημασία του λήμματος. Με το 'μαλακίες' δεν καταλαβαίνει κανείς 'τι είπε ο Μιχάλης'. Αν είπε ότι 'θέλει να πάει ένα ΣΚ στην Αίγινα...' Ακόμα και στο Ακαπούλκο να θέλει να πάει, ή τη Χαβάη, γιατί να μην πάει αν έχει λεφτά;

#26
Μιτζνούρ

στο νταβάς

α) αγνοούσα ότι το σχετικό αντικείμενο λέγεται και παραμάνα. Είναι βέβαια λίγο παράδοξο εκτός εάν τα μεταλλικά ραβδιά από τα οποία κρεμιέται ο νταβάς μπορούν κατά κάποιο τρόπο ν' αποσυνδεθούν με κάποιο έλασμα, οπότε παραπέμπει στην παραμάνα, την καρφίτσα ασφαλείας (safety pin).

b) Σχετικά με: υπόγειες συμφωνίες ανταλλαγμάτων

γ/αθε,
δεν έχω διατελέσει νταβατζής (στο ορκίζομαι) ώστε να μπορώ να βάλω το χέρι μου στη φωτιά. Το ότι υπάρχουν υπόγειες, ρητές ή άρρητες (συνειδητές, ημισυνειδητές και μησυνειδητές) συμφωνίες, είναι λογικό όπως σε κάθε σχέση μεταξύ ανθρώπων. Όμως, μετά από 40 χρόνια ενεργού εφημερίας, έστω και αφ' υψηλού (γιατί κάποτε μεγαλώνει κανείς) και μάλιστα με ιδιαίτερη έμφαση στο τραύμα, σε βεβαιώνω ότι ο χώρος της πορνείας δεν είναι τόσο ευανάγνωστος όσο o χώρος του εμπορίου, αγοράζεις χονδρική, πουλάς λιανική = κερδίζεις. Ασφαλώς οι προστάτες αυτοί εκμεταλλεύονται τις γυναίκες όπως ακριβώς στο traffiking. Όμως στο κλασιμό μοντέλο πόρνης - νταβατζή υπάρχουν πολύ σοβαρές ψυχολογικές και συναισθηματικές συνιστώσες. Έχω δει 'γυναίκα' να ορύεται επειδή σε κάποιο ατύχημα 'ο καλός της' γρατζουνίστηκε ελαφρά στο πρόσωπο, και να ρωτάει επανειλημμένα 'αν θ' αφήσει σημάδι' ενώ ο ίδιος είχε μια ψύχωση με το πρόσωπό του κι έλεγε συνεχώς 'το πρόσωπό μου!το πρόσωπό μου!' Έγω δει 'προστάτη' χαρακωμένο (ξυραφιές στην έσω επιφάνεια του αντιβραχίου) επειδή ένα πελάτη απεκάλεσε τη 'γυναίκα του' πουτάνα. Αυτά, και τα μαρτυρώ με όλη την ειλικρίνεια, δε 'χωράνε' σε μια απλή σχέση εκμετάλλευσης. Αν υπεισέρχεται παράγων 'υποταγής' παρόμοιος με τον σεξουαλικό, δεν ξέρω. Θα μπορούσα όμως να το κουβεντιάσω με ψυχιάτρους και να επανέλθω αν έχω κάτι ουσιαστικό να συνεισφέρω.

#27
Μιτζνούρ

στο μπαντανάς

Βρήκα τη μπατανόβουρτσα αναρτημένη, με μεταφορική σημασία. Είναι η βούρτσα του ασπρίσματος

#28
Μιτζνούρ

στο μπατανόβουρτσα

Δες Μπαντανά, σχόλια. Μπαντανόβουρτσα = βούρτσα για μπαντανά = για άσπρισμα

#29
Μιτζνούρ

στο μπαντανάς

πλακοπούτσι = frotting

#30
Μιτζνούρ

στο μπαντανάς

Μπατανίες έλεγαν στα νιάτα μου κάτι μικρά παιδικά κουβερτάκια, πολύ μαλάκα, αλλά δεν ξέρω αν ἐχει σχἐση