#1
zazuf

στο βίλλα, βίλα

Αναρωτιόμουνα λοιπόν πώς και αυτή η βενετσιάνικη λέξη, συνηθισμένη από ότι φαίνεται στους ναυτικούς της Μεσογείου, από το λατινικό vilis (που σημαίνει ποταπός), δεν έχει επιζήσει στο Αιγαίο. Μέχρι που πριν χρόνια άκουσα στη Σίφνο γιά το "βιλί", το μικρό τσουτσούνι κοντά στην βάση κάποιων κρασοπίθαρων, ξυδοπίθαρων και λαδοπίθαρων. Έτσι ο ελληνικός θαλασσινός κόσμος άρχισε να γίνεται πιό ενιαίος. Έπειτα έμαθα και γιά το αντίστοιχο υποκοριστικό "βιλλούριν" στα κυπριακά κεραμικά και όλα ανέκτησαν την σωστή τους τάξη. Οι φωτογραφίες από πρόσφατο ταξίδι μου στη Σέριφο, όπου τέτοια πιθάρια και πιθαράκια με "βιλί" βρήκα σε πολλά εγκαταλελειμμένα σπίτια και υποστατικά του νησιού. Ντόπια από Σιφνιούς τεχνίτες ή εισηγμένα κάποτε με το καίκι από την Σίφνο. Σε ένα μάλιστα είχε απομείνει και το ξυλαράκι που έφραζε την ροή. Υ.Γ. Μένει να ψάξει κανείς αν συγγενεύει και το παιδιάστικο στα αγγλικά "willy", που σημαίνει "πιπί" ή "τσουτσούνι".

φβ

#2
zazuf

στο βαριόμουνα

Γυναικάρα που στέλνει συνέχεια "χρόνια πολλά", "Καλές γιορτές" και τέτοια. Η Ευχόμουνα

#3
vikar

στο -μούνα, -γκόμενα

κουλτουρομούνα

#4
ΣτοΔγιαλοΧτηνος

στο μπούκι

Έτσι κι ήμουνα διαχειριστής θα έτρωγες σουτ από δω ίσαμε το Κριεκούκι. Έχει γεμίσει το νέτι με θρασύδειλα κουνάβια που πουλάνε μαγκιά και βρίζουνε κρυμένα πίσω από ένα πληκτρολόγιο. Σιχτίρ.

#5
nikolaou

στο μουνήλατος

Ευκλεής ο Δον Μήτσος!

Ασυστόλως εμπνευσμένος, αυθαδώς παραθέτω συνέχειαν του έπους, δίκην

«Πάνω σ’ έναν ξένο τοίχο».

Στο λιμανάκι σαυρογαμοκαβρωμένος
έμπαινε κι έβγαινε – στο τέλος μεθυσμένος
«Γλυκιά μου νύστα, τον Μορφέα βρες στα βάθη σου»
ψέλλισε κι έγειρε στη σκοτεινιά της άβυσσου,

σε μαψωλείο του βυθού όλο το βράδι
σαυρογαμοκαραβοκύρης στο σκοτάδι.
Με το ξημέρωμα και την δροσιά της αύρας
να σαβουρογαμόκαβρος – φωτιά και λαύρα!

Σκάει μύτη ζόρικος, με βλέψεις για καράβι.
Καβρομαχία και καβροκαβγάς ανάβει.
Οι καβρομάχοι αγκομαχούν στο λιμανάκι
μα ξάφνου: «Σύρμα! Καταφτάνει το μουνάκι!»

«Ώρα καλή, σαυρογαμοκαραβοκύρη»
λέει του, κι ήταν να το πίνεις στο ποτήρι.
«Γεια σου και σένα» λέει στον σαβουρογαμόκαβρο
να τού καλμάρει τον θυμό, τον λαύρο κάβρο.

Κοιτάζονται όλοι, τι να πουν… Τέρμα τα μίση!
Σαύρα, σαβούρα… Η αγάπη ας μιλήσει.
Μαζί σαλπάρουν στο καράβι φιλιωμένοι,
Κι όλοι το ξέρουν το καράβι ποιος το σέρνει.

#6
soulto

στο βαριόμουνα

Κρατιόμουνα είναι η σιτεμένη θεία που ντύνεται σαν εικοσάρα, μπας και βρεθεί κάνας λιγούρης μύωπας και της πει "Τι μουνί είσαι εσύ?" (εδώ)

#7
soulto

στο πασοκομούνα

πασοκομούνα

#8
soulto

στο μουνάκι

«Τα Μουνάκια»: Το τελευταίο ποίημα του Κώστα Βάρναλη lifo

Υπάρχει εδώ και 8 χρόνια ο ορισμός μπροστομούνα. Κοίταζε λίγο στο ψαχτήρι, έλεος κάπου όμως αφού.

#10
Khan

στο μούνα

Γυναικολογικό ιατρείο Μούνα στο Μογκαντίσου, ινσέψιο

#11
soulto

στο μούνα

Στα νορβηγικά το όνομα Mona προφέρεται μούνα, αν υπολογίσετε δε πόσες νορβηγίδες μούνες -απ' τα ερλι σέβεντιζ και δω- έχουν έρθει καλοκαίρι στην ελλάδα ....

#12
ΣτοΔγιαλοΧτηνος

στο κάνει τζιζ

Πού είσαι παπά μου? Ετοιμαζόμουνα να βγω να σε ψάξω.

#13
patsis

στο κωλοχτύπα

Σού έλεγα λοιπόν για τον Σταύρο -έτσι λένε το παιδί πού φέραν δίπλα μου. ό Σταύρος λοιπόν δικαιούται κάθε μέρα φαγητό, και βέβαια κάνουμε «κωλοχτύπα», έτσι πιάνανε οι ποινικοί τη λέξη κολεχτίβα. Καλά, και μεις μ’ όλες αυτές τις ξένες λέξεις τα μπερδεύαμε. θυμάμαι μια δόση, σε συνέλευση θαλάμου, ήμουνα τότε ακόμα μελλοθάνατος και ήμουνα στις μεγάλες φυλακές, ένας πού ήθελε να κάνει τον εγγράμματο λέει, συναγωνιστές, νομίζω πώς πρέπει να οργανώσουμε καλύτερα τα σεξουαλικά μας προβλήματα, γιατί παρουσιάζουμε πολλές αδυναμίες, π.χ. πολλοί συναγωνιστές εξακολουθούν να σβήνουν τα τσιγάρα τους στο πάτωμα... με τον Σταυράκη λοιπόν έχουμε κολεχτίβα, μοιραζόμαστε το φαί, το νερό, τα τσιγάρα.

Χρόνης Μίσσιος, «... καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς», 1985, εκδόσεις γράμματα

Σχετικό ανέκδοτο κάργα σουρεαλιστικό,(ποτέ δεν ξέρεις όμως,διότι η πραγματικότητα ξεπερνά και την πχιό νοσηρή και διεστραμμένη φαντασία):
Μερακλής τις, περί την αιδοιολειχία, επιδίδεται σε παθιασμένο γλείφτινγκ επί ωραίου, πλην μακροχρονίως άπλυτου μουνακίου.Κάποια στιγμή εξαντλείται το κουράγιο του(λογικό),αλλά μη θέλοντας να χάσει το υπόλοιπο ''πρόγραμμα''κραυγάζει ξέπνοος: ''Κλάσε επιτέλους κουκλάρα μου για να καθαρίσει η ατμόσφαιρα!''

#15
Αναγράμματος

στο υπηρεσίας

Α, το τυράκι μου άρεσε, το έκανα και σαγανάκι. Όσο για τη σαγιονάρα (buffalo, τι μπλε!), και με havaianas να σκάσει στην παραλία ο νέος γνωρίζεται, έχει μουνάκι αφού...

#16
soulto

στο μπιτσιάζω

Η Bad Βitch έχει θετική έννοια απ' ότι βλέπω, κάτι σαν ξηγημένη και ικανή girl power (θετικότερη όμως απ' αυτόν τον ορισμό του stolis). Επίσης είναι και γκομενάρα, μπορει και μουνάρα. Τά 'χει όλα λοιπόν, είναι η ν έ α γυναίκα!

#17
soulto

στο βαριόμουνα

Αχαχαχαχαχ τώρα το είδα deinosavrε! Ούτε να νοσηλευόμουνα τόσο καιρό!

Ποιό είναι το αντίθετο του αρνιόμουνα; Μα βέβαια το...λυκόπουτσες.

#19
vikar

στο -μούνα, -γκόμενα

- Καλός άνθρωπος ο Μπενσουσάν, ατύχησε ο ζάβαλης. - Ναί, δέν έμεινε ζωντανός απ' αυτό το σόι. Μιά ξαδέρφη του μόνο, η Σαρίτα. - Η Σαρίτα ήταν γυναικάρα, τσακπίνα, τη βγάλανε και παρατσούκλι! - Το θυμάμαι, «ομορφομούνα» τη φωνάζανε! - Ναί, «'μορφομούνα»!

Θ. Κοροβίνης, «Το μουχαμπέτι» (2012) -απ' τη συλλογή «Τι πάθος ατελείωτο» (2014)

#20
soulto

στο βαριόμουνα

δεν θα αρνιόμουνα

Τέλεια! Πάνω που βαριόμουνα..

#22
jesus

στο αντίφας

πάσο, δεν τη θυμόμουνα αυτή τη στροφή.

#23
sifis35

στο ντελικανής

Όταν ήμουνα μικρό κοπέλι και δεν καταλάβαινα και πολλά, ο παππούς μου μου έλεγε με τη χαρακτηριστική Σφακιανή προφορά του..."αντράκι μου ντέλικανιδάκι μου, ω χαρώ το, ω χαρώ το,"...κι εγώ αναρωτιόμουν..."γιατί κάθε φορά που με βλέπει αυτός ο τύπος μιλάει για το καρότο"!!!...lol

Υπήρχανε Τούρκοι στην Κρήτη για πολλά χρόνια και απ' ότι είχα ακούσει οι περισσότεροι φύγανε με κάποια ανταλλαγή πληθυσμών, κάποιοι μείνανε και εκχριστιανιστήκανε. Αυτό που ξέρω με σιγουριά είναι ότι η δική μας οικογενειακή περιουσία αγοράστηκε απο τον προπάππου μου από Τούρκους που θα φεύγανε από το νησί. Τραγικό ε (?), να αγοράζεις την ίδια σου τη γή...

#24
jesus

στο τίγκας

απαντά και τίνγκας, το έχω ακούσει και "χεσμένος".

στα πορτογαλικά (διάλεκτος καριόκα) το άκουσα fudido, ίζολ γαμημένος σε ευθεία μετάφραση, στην εξής μεγαλειώδη αφήγηση. "όταν ήμουνα λύκειο, αρκετοί ξυπνάγανε 6 η ώρα το πρωί για να πάνε γυμναστήριο και να έρθουνε τέζα στο σχολείο".

προφ, η βασική χρήση το fudido δεν είναι αυτή, κ μάλλον χρειάζεται συμφραζόμενα για να γίνει κατανοητή μ' αυτήν την έννοια. αλλά γαμεί.

#25
soulto

στο μουνάρα

Η αντίδραση μουνάρας στη θέα μιας άλληςΗ αντίδραση μουνάρας στη θέα μιας άλλης

#26
jesus

στο μπανίζω

σωστός χοτζ, αυτό σκεφτόμουνα κ χρειάζεται ορισμό αυτόνομο.

Υπάρχει και το α' συστατικό ξινο- (ξινομαρία, ξινόγαλος, ξινόπουστα, ξινομουνίαση, ξινομούνα) και το β' συστατικό -ξινος (έξινος, μούξινος!).

#28
vikar

στο πούστης

Διόρθωση: "σύνολο το λήμμα";... όχι βέβαια, για αυτόν εδώ τον ορισμό μιλάμε.

(και χαλικού, ξέχασα τη φατσούλα, δέν το θυμόμουνα καλά)

#29
dryhammer

στο δεν ακούει

Αυτό (που επεσήμανε το χτήνος) είναι το ακούει = ανταποκρίνεται, εκτελεί, υπακούει (όχι για πρόσωπα) σε εντολή-μεταβολή που λέω κι εγώ.

Να προσθέσω πέρα από το ναρκω-άκουσμα= αίσθηση της επίδρασης του ναρκωτικού και την μπαμπαδοέκφραση

"ακούς τη μυρωδιά"= οσφραίνεσαι (κυριολ.) κάτι;

- Πού ήξερες πως έκανα κεφτέδες;

- Από τη στροφή ακουγότανε η μυρωδιά κι όσο ερχόμουνα κοντά τόσο λίγευα

#30
barbarosa

στο πελαγώνω

Έχεις δίκιο, Χριστέ μου. Όμως που ξέρεις όμως; Η γλωσσική αλλαγή σε όποιον τομέα είναι απρόβλεπτη. Μπορεί από δω να βγει μια έκφραση σλανγκ στο μέλλον όπως "πελαγώνει το μουνάκι" φερ'ειπείν!