Το σκατό στα καλιαρντά. Γνωστό και ως κουλ-κουλ

Ο Πετρόπουλος υποθέτει οτι προέρχεται ή από το τουρκικό kule (πύργος) ή από το Ιταλικο culo (πάτος).

Επίσης χρησιμοποιείται και ως έκφραση: «κουλά»! (σκατά, τρίχες!)

Τα έφτιαξες με λατσομπουριάρη τζαζμπερντεροπουρό; Μμμμ τι μας λες! Κουλά ντε Παρί!!

Δες και μπουτ - ή, οι επιρροές της ρομανί στα καλιαρντά.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
iron

από κει βγαίνει και το «κουλό, ε;»;

#2
Paparas

μαλλον οχι... το «κουλο» στην καθομιλουμενη μαλλον σχετιζεται πιο πολυ με το «κουφο», με την εννοια του αναπηρου... ποιος ξερει ομως;

#3
poniroskylo

Από το τσιγγάνικό khul (=σκατό).