Το αυτί στα καλιαρντά.

Εξ ου και οκιάζω.

Η ετυμολογία είναι παράξενη, μιας και occhio (όκιο) στα Ιταλικά είναι το μάτι!!!

Επίσης λέγεται και λούπαρα.

Καλέ! Τι λουπάρανε τα ιμάντες όκια!!

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία