Παρώ (ή παρώου): Το προχώ αντίθετο του προχώ. Ο μη παρωχημένος τρόπος να πεις «παρωχημένος».

Ασιστ: acg

-Τι στυλ κι αυτό! Πολύ παρωχημένο!
-Παρώ είσαι εσύ, που λες «παρωχημένο»!

Είναι παρωχημένο να λες παρωχημένο, αλλά δεν είναι παρώ να λες παρώ!

Δες και κομμέ.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Ο ΑΛΛΟΣ

Και γαμώ! Πολύ έξυπνο!

#2
HODJAS

Γαμεί! Βλ. και αντιστοιχία στο parochial=πασέ/απηρχαιωμένος/κλεισούρα/στενόμυαλος/επαρχιωτίστικος

#3
vikar

Κι' επίσης, άλλο ενα παράδειγμα αποκοπής συλλαβών, όπως λέγαμε εκεί κι' εκεί. Σε κάποια φάση να τις μαζέψουμε όλες αυτές τις λέξεις...