Ο χοντρός. Το υπερβολικά χοντρό παιδί.
- Ρε μαλάκα τι το ταϊζεις το παιδί; Σαν κουμπαράς είναι...
- Το «σαν» τι το θέλεις; Κουμπαράς σκέτος χωρίς χερούλια είναι. Το είπα στη γυναίκα να σταματήσει τις τηγανητές πατάτες...
Ο χοντρός. Το υπερβολικά χοντρό παιδί.
- Ρε μαλάκα τι το ταϊζεις το παιδί; Σαν κουμπαράς είναι...
- Το «σαν» τι το θέλεις; Κουμπαράς σκέτος χωρίς χερούλια είναι. Το είπα στη γυναίκα να σταματήσει τις τηγανητές πατάτες...
Βλ. και χοντρομπαλάς, ο, μπουλούκος, o, liposan, αβοκάντο, αρκούδα, βόιδαγλας, βους, βυζόχερος, εύχοντρος, ζελές, θωρηκτό Ποτέμκιν, ιπποπόταμος, κινητό χασάπικο, κρεοπωλείο η αφθονία, Μπίλιας, μπόγος, ντουλάπα, ξίγκι, Οβελίξ, πατσοκοιλιάς, σμπόκος, τόφαλος, χοντρολίπαρος
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία
0 σχόλια