Η πρόσθεση σιλικόνης στο γυναικείο στήθος. Από το σιλικονίτσα. Χρησιμοποιείται ως πιο κομψός όρος όταν θέλουμε να ρωτήσουμε με τρόπο αν η συνομιλήτριά μας έχει κάνει προσθετική στήθους.
- Κονίτσα;
- Τι κονίτσα;
- Σιλικονίτσα;
- Όχι παιδί μου! Κληρονομικό χάρισμα. Όλες στην οικογένεια έτσι είμαστε.
δείτε το video που ακολουθεί.
5 σχόλια
Vrastaman
Στα γαλλικά,το μουνί το λένε con. Μεταφορικά δε, έτσι λένε και τον μάλακα. Αυτό ανοίγει νέες δυνατότητες για το κονίτσα.
Hank
Χαχα, μπράβο για την καταγραφή! Βλ. και κονάτο, το.
Δηλαδή Βράστα, ο μαλάκας στα γαλλικά ορίζεται κυρίως ως χαζομούνης, ας πούμε αυτός που έχει χαζέψει απ' το μουνί;
GATZMAN
Αρα μ' αυτό που λες ξεπροβάλλει νέα σημασία για τη λέξη κονσολίστ = κον + σόλο +λιστ= παίζει σόλο μούτο (οχι με τη βοήθεια φραπεδιάρας) και ελευθερώνει μέσω εκροής σπέρματος, χώρο από τη λίστα, των γραμμένων στα αρχίδια του, προκειμένου να καταχωρήσει καινούριες εγγραφές. Λέμε
Vrastaman
Ένα κονσόρτιουμ από σκανγκομούνες και πάει λέγοντας...
dryhammer
Οπότε η κονσόλα είναι η, αποκλειστικά, χρήστις δακτύλων ή δονητού προς ικανοποίησιν; (Ξέχασα τα ζαρζαβάτια...)