Το φορτίο που κουβαλάει ο γάιδαρος. Επίσης ο ίδιος ο γάιδαρος.

Είναι όμως και ο ιδιαίτερα εύσωμος άντρας (ή και γυναίκα), ο ντουλάπας, ο μπουλντόζας, ο Κ.Δ.Ο.Α., η νταρντάνα.

Επίσης ο αναίσθητος, το παχύδερμο, ο που δεν καταλαβαίνει Τζίζα.

- Μεγάλωσε ο γιος σου!
- Τι μεγάλωσε, γομάρι έγινε...
(και πέφτει καρπαζιά στο γομάρι, ωραίος πατέρας)

(από Khan, 24/09/11)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Vrastaman

Φίλος από την Λαμία χρησιμοποιεί τον όρο ως κομπλιμέντο: γομάρι είναι ο δυνατός, ο σφύζων από υγεία.

#2
GATZMAN

Διόρθωση
Το αναγραμμαντείο λεει: γομάρι=ΜΑΟ γρι

#3
iron

σωστά, δεν έχει άδικο ο Λαμίας, το λέω και γω ενίοτε, αλλά... το ξέχασα!

#4
xalikoutis

ένας φίλος μου πατρινός λέει «τελάρι» στις περιπτώσεις ακριβώς που εγώ θα έλεγα γομάρι ή μπεντένι... ξέρει κανείς περσότερα;

#5
ο αυτοκτονημενος

στην καρδιτσα υπαρχη και ο ποταμος γουμαροπνιχτης

#6
Doctor

Για το «τελάρι» δεν γνωρίζω. Ωστόσο στην Πάτρα έχω ακούσει να χρησιμοποιούν (γέροντες) το «Τόφαλος» με την έννοια του δυνατού (οι νεώτεροι το χρησιμοποιούν - και εκτός Πατρών - για τον ογκώδη - χοντρό κυρίως). Η έννοια που δίνουν οι προαναφερθέντες γέροντες είναι λογικότατη αν θυμηθεί κανείς ότι ο Δ. Τόφαλος ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής στην άρση βαρών (βλέπε το άρθρο της Βίκης.

#7
Doctor

Ολίγον - έως πολύ - σλαγκαρχιδιά το ανωτέρο σχόλιό μου. Θα μπορούσα να έχω ψάξει τουλάχιστο και να το βάλω στο ανάλογο λήμμα (τόφαλος, ο).

#8
Hank

Ελληνικότατη λέξη, όχι σαν κάτι άλλες σλανγκιές:

γομάρι < γομάριον < γόμος = φορτίο < γέμω = είμαι γεμισμένος με

#9
GATZMAN

Ωρα είναι λέει να ακούσουμε πως η γόμα και το γομάρι έχουν την ίδια ρίζα

#10
Jane

Τούμπανο είναι πιο ωραία λέξη ρι...;-)

#11
BuBis

H γόμα προέρχεται από το λατινικό gumma που φυσικά είναι εκ’ του Ελληνικότατου κόμμι. Στα Ισπανικά γράφεται goma και προφέρεται φυσικά γόμα.

Προέρχεται από το βασίλειο των φυτώνε : Το αραβικό κόμμι παρασκευάζεται από εξίδρωμα του μίσχου και των κλαδιών των δέντρων Acacia senega l και Acacia seyal στην ύπαιθρο της Σαχάρας. Η χρήση του αραβικού κόμμεου έχει μακρά ιστορία ως πηκτικού παράγοντα, γαλακτοματοποιητή, υφοποιητή και διαμορφωτή φιλμ, σταθεροποιητή γεύσεων και αιθέριων ελαίων. Το αγγλικό gum, τσίχλα δηλαδή έχει ακριβώς την ίδια ρίζα.

Καμιά σχέση με γαϊδούρι δηλ…

#12
GATZMAN

Να 'σαι ευλογημένος

#13
Hank

Αντιθέτως, είναι πιθανόν απ' την γόμα να προέρχεται η γκόμενα.

#14
BuBis

φενγκ σουι Κhan για την υπενθύμιση... Θυμάμαι ότι στην Αραπιά το γαιδουρ το λέγανε χμ'αρ. Λέτε να έχεισχέση το γομάρι μ΄αυτό;

#15
Μιτζνούρ

Όντως μου διέφυγε η σημασία όπως την έδωσε η Ironick.

Βεβαίως το 'φορτίο που κουβαλάει ο γάιδαρος', π.χ. δυο γομάρια ξύλα, είναι κατά συνεκδοχή, όπως λέμε 'δυο φορτηγά πέτρες, τρία σακκιά πατάτες, δυο τενεκέδες λάδι, ένας κουβάς νερό. Αν ορίσεις το φορτηγό, αναφέρεσαι συνεκδοχικά στο φορτίο του. Λεώνικος

#16
Μιτζνούρ

Ο Αυτοκτονημένος λέει ότι στην Καρδίτσα υπάρχει και Γουμαροπνίχτης ποταμός /ρέμα.

Δεν αποκλείεται να είναι έτσι, αλλά Γομαροπνίχτης λεγόταν κοινώς και ο αρχαίος Εχέδωρος της Μακεδονίας, ο μετέπειτα (από ρωμαιοκρατίας) και μέχρι σήμερα Γαλλικός ποταμός της Μακεδονίας, εξ αιτίας των ξαφνικών πλημμυρών του. Γαλλικός ονομάστηκε από την κοντά σε αυτόν ρωμαϊκή αποικία Callicum = λεπτό κόσκινο, με το οποίο κοσκίνιζαν την άμμο και απομόνωναν χρυσόσκονη. Τουτ' έστιν... ο νυν Γουμαροπνίχτης υπήρξε ο ελληνικός Πακτωλός.