Αυτός, δηλαδή, που έχει φαρμάκι στο πέος.

Υποθετική ιδιότητα που αποδίδεται κακοπροαίρετα και χωρίς βεβαίως προηγούμενη εργαστηριακή εξέταση, σε άνδρα, ο οποίος είχε την ατυχία να χάσει τουλάχιστον δύο συζύγους από ασθένεια.

Βλ. και φαρμακομούνα.

- Έμαθες τα νέα; Θυμάσαι τον Αλεχάντρο, που μετά το θάνατο της Χουανίτας ξαναπαντρεύτηκε; Έ, λοιπόν πέθανε και η δεύτερή του γυναίκα!

- Πώωωω! Τι μου λες ρε πούστη μου… Μα καλά, φαρμακοπούτσης είναι;

Συνώνυμο: φαρμακοψώλης. Αντώνυμο: γλυκοτσούτσουνος.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
acg

Απανταται στη φυση και ως φαρμακοψώλης.

#2
Hank

Δεν σημαίνει και τον τύπο για τον οποίο ισχύει το είναι βαριά η πούτσα του τσολιά;

#3
vikar

Γράφει η Ζυράννα Ζατέλη στο Και με το φώς του λύκου επανέρχονται:> Πολλούς λύπησε, μα κανέναν δεν ξάφνιασε το γεγονός οτι καρδιές και κορμιά πληγώθηκαν τον καιρό εκείνο για τον ωραίο Ησύχιο. Κάποιες πέθαναν κοιτώντας αγγελικά το ταβάνι [...]. Άλλες διάλεξαν να πεθάνουν με τρόπο σάν να τιμωρούσαν την ίδια τη μοίρα τους, να την ξεσπλάγχνιζαν. Μία χάθηκε. [...] Αλλα υπήρξαν και τρείς-τέσσερις που ξαφνικά και ριζικά άλλαξαν, το αίμα τους κρύωσε, κι' αυτές έκαναν συμμαχία με τις μάνες των νεκρών κοριτσιών, πήραν σβάρνα όλα τα σπίτια, χτυπούσαν τις πόρτες κι' έλεγαν: «Έχετε ζωντανά κορίτσια μέσα;» Κι' αν τους έλεγαν «Έχουμε», «Φυλάχτε τα, δέστε τα, παλουκώστε τα», τους συμβούλευαν, «μήν τυχόν δούν κι' αγαπήσουν αυτόν τον Ησύχιο και τις κλαίτε αύριο σαβανωμένες! Άααα! ΘΕΑΓΕΝΗΣ-ΗΣΥΧΙΟΣ [...] άλλο όνομα δέν βρήκαν να δώσουν ο παπάς και η μάνα του σ' αυτόν τον φαρμακοψώλη!» Διότι, μέσα σ' όλα, είχε συμβεί φυσικά να θεωρήσουν το σπέρμα του δηλητήριο [...], αλλιώς πώς να εξηγηθεί τέτοιο θανατικό, τέτοια επιδημία; Απλώς, όπως η ομορφιά του έκοβε ανάσες, έτσι και το κρυφό του όργανο έκοβε ζωές. «Μαχαίρι εχει στα σκέλια του», έλεγαν με σπαραγμό αυτές που το γνώρισαν κι' είχαν την τελευταία στιγμή γλιτώσει και θυμώσει, «όσο πιό γλυκό, τόσο πιό φαρμακερό».