Η ρεγκαλέζα είναι σιδηροδρομικό μηχάνημα που στρώνει το χαλίκι που πέφτει στις γραμμές κατά τη διάρκεια εργασιών.
Μετά την μπουρέζα ανέλαβε έργο η ρεγκαλέζα για να ετοιμαστεί η γραμμή.
Η ρεγκαλέζα είναι σιδηροδρομικό μηχάνημα που στρώνει το χαλίκι που πέφτει στις γραμμές κατά τη διάρκεια εργασιών.
Μετά την μπουρέζα ανέλαβε έργο η ρεγκαλέζα για να ετοιμαστεί η γραμμή.
Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!
4 σχόλια
allivegp
Καλωσορίζουμε τον τεχνικό/επαγγελματικό λεκτικό πλούτο που κομίζεις, ω ιμάγκινα.
iron
από το γαλλικό régleuse μάλλον ( = που ρυθμίζει, που ρεγουλάρει).
Επισκέπτης
@ironick: Δεν προέρχεται από το régleuse, αλλά από το régaleuse (régaler = «ισιώνω το έδαφος» - άσχετο με το ομόγραφό του régaler = «φιλεύω, τέρπω, κερνώ»). http://www.lexilogia.gr/forum/showthread.php?t=5077
iron
αααααααα μάλιστα, μερσώ για την πληροφορία, δεν είχε πάει ο νους μου κι απορούσα τι το θέλανε το -α-...