Έκφραση ακραίας δυσαρέσκειας και θυμού για μια συνεχιζόμενη δεινοπάθηση ή ταλαιπωρία που υφιστάμεθα.

Η αιτία της αγανάκτησής μας μπορεί να είναι κάποιος συνάνθρωπός μας (παρ.1), η θεά τύχη που μας έχει μονίμως κλασμένους (παρ.2), η άτιμη κενωνία, ο ανάστροφος Ερμής, το Ελ Νίνιο, ο Χατζηπετρής κ.λπ, κ.λπ. - υπάρχει πάντα κάτι να κατηγορήσει κανείς.

Η φάση προφέρεται συνηθέστερα κοιτώντας ψηλά και πολλές φορές μέσα από τα δόντια.

  1. Πάλι το έχασε με κενό τέρμα; Πάλι γλαρόσουπα φάγαμε, γαμώ την αγανάκτησή μου, γαμώ;

  2. Όχι ρε μπούστη μου, πάλι πηγμένος ο περιφερειακός, πάλι δυό ώρες θα κάνουμε να φτάσουμε σπίτι, γαμώ την αγανάκτησή μου, γαμώ.

Γενικότερα δες γαμώ + αντικείμενο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
panos1962

Όταν μας πνίγει το δίκιο: «γαμώ τη δίκαια αγανάκτησή μου»
Παίζει επίσης και «το γαμώ την κόλαση!»

#2
iwn

προσθέστε και το «γαμώ το φελέκι μου»