Δηλαδή, αυτό που σου λέω είναι πολύ σημαντικό, είναι μια αλήθεια ζωής (πικρή βέβαια) που θα σε συνοδεύει για πάντα κι άμα την ακολουθήσεις θα σου χρησιμεύσει, θα σε ατσαλώσει. Εξ ου και σκουλαρίκι, που είναι μέταλλο, ανθεκτικό και μόνιμο. Αλλιώς θα λέγαμε βάλε «μάρτη». Γι' αυτό το να το έχεις όπως το σκουλαρίκι, σημαίνει να το έχεις ''δεμένο'' πάνω σου, χαλκά που λέμε, βιδωμένο μες το μυαλό σου.

- Δεν περίμενα τέτοια ξήγα από τον και καλά φίλο, ειδικά στη φάση που περνάω.
- Αμίγκο, όταν ανεβαίνεις έχεις πολλούς παραστάτες, άμα αρχίσει ο κατήφορος είσαι μόνος. Αυτό που σου λέω κάν' το σκουλαρίκι.

(Και το έκανε)

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
Επισκέπτης

Εχω διαβασει καπου, οτι οι πειρατες φορούσαν ολοχρυσα σκουλαρικια, για να ανταμειψουν αυτόν που θα βρει το κουφαρι τους σε περίπτωση ναυαγίου και το θαψει (αν ειναι ξηγημενο παλικαρι).

#2
Επισκέπτης

αν δεν είναι, τοτε θα πάει εις γιαντα, και θα το κάνει μάλλον χαιμαλι...

#3
electron

Εύγε!!! (που έβαζαν και οι επιθεωρηταί εις το δημοτικό)

α με, με πιάτσε!!! (στα ιταλικά «με αρέσει»)

#4
electron

«με αρέσει», όπως το 'λεγε ο Βουτσάς!

#5
Fotis Nitsiopoulos

Κάπου διάβασα, είδα, άκουσα αλλά δε θυμάμαι, τεσπά, ότι τα σκουλαρίκια ήταν ένδειξη σκλαβιάς. Τα φορούσαν δηλαδή οι αφέντες στους δούλους για να δηλώσουν την επικυριαρχία πάνω τους. Σίγουρα όμως για τους πειρατές δεν ίσχυε κάτι τέτοιο, μιας και ήταν εξ' ορισμού ελεύθεροι. Οπότε έρχομαι να συμφωνήσω με τον συσλανγκιστή ΜΧΣ και την εκδοχή του περί ανταμοιβής του θανόντα στον διακοσμητή της τελευταίας του κατοικίας.

#6
ΠΡΩΤΕΥΣ

Έτσι! Και τα γιουσουφάκια το φοράγαν στο δεξί!

#7
betatzis

«Για τούτο (σας μιλάν οι Θεοί κ΄η Φύση) δε θ΄αφήσουμε κανένανε να γγίξει το ιερό πρόσωπο της βασίλισσάς μας. Να το κρεμάσετε σκουλαρίκι στ΄αφτιά σας .......» Κ. Βάρναλης, Το ημερολόγιο της Πηνελόπης, 1947

#8
HODJAS

Η κουλτούρα των σκουλαρικίων και του piercing είναι πανάρχαια και η χρήση τους γίνονταν απο Κίνα μέχρι Πετράλωνο για διαφόρους λόγους (π.χ. ατίμωση, καλλωπισμός, συνθηματικά, ύστατο μέσο ανταλλαγής κλπ).

Οι Βικίνγκοι φορούσαν ολόχρυσα σκουλαρίκια, προκειμένου να πουληθούν όταν πεθάνουν (αν δεν είχαν άλλη περιουσία ή αν οι συνθήκες δεν επέτρεπαν άλλου είδους συναλλαγή π.χ. θάνατος σε πλοίο ή μάχη κλπ) και να πληρωθούν τα έξοδα, ώστε να τους γίνει μια κηδεία της προκοπής (το ίδιο έκαναν κι οι μπουκανιέροι).

Οι συγγενείς τους Βαράγγοι (πραιτωριανοί του Βυζαντινού αυτοκράτορα) φορούσαν το σχολαρίκιον (<σχόλη) εκτός υπηρεσίας.

Η μεταφορά χρυσού – τιμαλφών πάνω στο ανθρώπινο σώμα σήμαινε σωτηρία απο δεινά, αφού είχες να πληρώσεις το αντίτιμό της, ιδίως αν βρισκόσουν on the move και δεν μπορούσες να υπολογίζεις στην απόκτηση έγγειου ιδιοκτησίας ή την εκποίησή της (κατά μια θεωρία οι Εβραίοι ανέπτυξαν έτσι ιδιαίτερο «δέσιμο» με τον χρυσό).

Οι αρχαίοι Έλληνες έστελναν τους νεκρούς τους στον Άδη, βάζοντας έναν οβολό ανάμεσα στα δόντια του τεθνεώτος ή στο κλειστό χέρι του, ώστε να «πληρώσει» τα κόμιστρα του Χάροντα, ειδεμή βρυκολάκιαζε και παρέμενε αβοήθητος στις όχθες του ποταμού (κάτι ανάλογο συνηθίζονταν μέχρι πρόσφατα κατά τα ταφικά έθιμα της Μάνης) βλ. και κωμικό νεκρικό διάλογο Λουκιανού με τον τζαμπατζή Μένιππο που αρνούνταν να πληρώσει.

Οι λαϊκοί Εγκλέζοι ακόμα και σήμερα (εκτός απο τα παραδοσιακά τατουάζ – καμία σχέση με τα ξεκωλόσημα των αδαών Ελλεεινίδων) φορούν ένα κάρρο κακοκομμένα χρυσαφικά πάνω τους σαν αραπάδες. Ρώτησα μια τέτοια φίλη μου κάποτε «τί σκατά τα κουβαλάς όλα αυτά τα λιλιά;»
Η απάντηση με καράφλιασε, γιατί δεν ήξερε τις συνήθειες των Βίκινγκς απο βιβλίο αλλά διότι είχε εγγραφεί στο συλλογικό υποσυνείδητο των συμπατριωτών της: «Καλά κι αν χτύπα ξύλο μου τύχει πουθενά καμιά στραβή και δεν έχω λεφτά μαζί μου, τί θα κάνω;»