Παραβλέπω, δεν χρησιμοποιώ, ξεχνώ, παραγκωνίζω κάτι ή κάποιον από αμέλεια ή εκ προθέσεως, αλλά και καταστρέφω.

  1. Χέσε ρε μαλάκα τον Γιάννη, μην τον καλείς στο πάρτυ σου, θα μας πρήξει τα ούμπαλα.

2.Όταν θα συμπληρώσεις την on-line φόρμα, γέμισε όλα τα πεδία με αστερίσκο και χέσε τα άλλα.

  1. Φίλε μου, ο σκληρός σου έχει χτυπήσει, τον έχεις χέσει άγρια και χάθηκαν όλα τα data σου…

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία