Λέγεται και σφιχτερμάνος, κατά το πολισμάνος. Ο σφίχτης, τούμπανος, μουσκουλάτος, φουσκωτός. Ο πολύ γυμνασμένος και συνήθως με λίγο μυαλό. Δουλεύει πόρτα στο μαγαζί της γειτονιάς για να πληρώνει τις κρεατίνες του.
Της την πέφτω και μετά από λίγο σκάει ο γκόμενός της, ένας σφίχτερμαν, και την κάνω με ελαφρά...
3 σχόλια
Επισκέπτης
mia alli ekdoxi tou sfixterman, sfixti, prismenou, toubanou, fouskwtou klp, einai kai o <<doperman>> einai suntheti lexi me prwto sunthetiko doper( apo ti dopa pou ei katevasei gia na exei ta apotelesmata pou exei) kai to man (which means andras)
Vrastaman
Σφυρίχτερμαν
assosmalakos
Spinachman.