Εκ του αγγλικού bet (=στοιχηματίζω). Μπετατζής είναι εκείνος που επιδίδεται στον στοιχηματισμό. Έγινε ευρύτερα γνωστός από την πρόσφατη ραδιοφωνική διαφήμιση γνωστής εταιρείας στοιχημάτων.

- Θα έρθει ο Νίκος το βράδυ για ποτό;
- Χλωμό το κόβω, θα περάσει όλη τη νύχτα παίζοντας πόκερ και στοιχηματίζοντας σε ματς του ΝΒΑ. Τον ξέρεις τωρα, γνωστός μπετατζής.

(από Mr. Cadmus, 12/02/10)

Δες και στοιχηματοπώλης, κουμάρι, μπούκις, παρολί, σότο, στον κουβά, ταμείο.

Έχεις καλύτερο ορισμό; Πρόσθεσέ τον!

Δημοσιεύτηκε
Τελευταία επεξεργασία

#1
allivegp

Τί έχει να πει ο betatzis;

#2
ο αυτοκτονημενος

σκυλόδεμα